Σχολιάζοντας ο Christopher Lasch, το άρθρο του Francis Fukuyama για το Τέλος της Ιστορίας, έγραφε στην Ευθραυστότητα του φιλελευθερισμού, ότι «…κατά έναν περίεργο τρόπο θυμίζει, εξίσου, τον μονοδιάστατο άνθρωπο του Marcuse και το φρικιαστικό όραμα της Σχολής της Φρανκφούρτης για μια ολοκληρωτικά διευθυνόμενη κοινωνία δίχως αντιθέσεις και, συνεπώς, απολύτως ανθεκτικής στην αλλαγή. Από τη στιγμή που ο Fukuyama, όπως ο Marcuse και οι φίλοι του, εμπνέονται από τον Hegel, δεν είναι καθόλου παράξενο που οι διαφορετικές τους εκδοχές περί του τέλους της ιστορίας έχουν τόσες πολλές ομοιότητες».

Ο Zygmunt Bauman, αντιμέτωπος με αυτό το γεγονός, διέκρινε ως τη μόνη διαφορά που απέμεινε να χωρίζει την Αριστερά από τη Δεξιά «την επαγγελία της πρώτης πως μπορεί να τα καταφέρει καλύτερα από τη Δεξιά». Από την εποχή που ο Tony Blair ανήγαγε σε κρατική θρησκεία το δόγμα της Thatcher το μόνο πεδίο που έμεινε για την σύγχρονη Αριστερά, λέει ο Bauman, είναι αυτό του «Ουράνιου Τόξου». Την ίδια εικόνα πιο γλαφυρά περιγράφει ο Jean-Claude Michea για «την Αριστερά που παλεύει για το δικαίωμα των ανέργων να καπνίζουν ελεύθερα την μαριχουάνα τους έξω από τα γραφεία ευρέσεως εργασίας.» Μετά από αυτές τις διαπιστώσεις δεν είναι απορίας άξια η γενικότερη αδυναμία να διευκρινιστεί με κατηγορηματικό τρόπο η διάκριση της Αριστεράς από την Δεξιά. Αδυναμία που προβληματίζει και τον Jacques Juliard, στο βιβλίο του Οι Αριστερές της Γαλλίας• γράφει, ο Juliard, «Όταν δεν μας ρωτάνε τι είναι Δεξιά και τι είναι Αριστερά, ξέρουμε πολύ καλά τι είναι. Όταν όμως μας ρωτάνε διαπιστώνουμε πως δεν ξέρουμε.» Αν όμως δυσκολευόμαστε να ορίσουμε επακριβώς τι είναι η Δεξιά και τι είναι η Αριστερά πως μπορούμε να διαβεβαιωθούμε πως παραμένουν διαφορετικές μεταξύ τους;

Κάθε μοντέρνα δεξιά είναι πάντα μια παλιά αριστερά

Μπροστά σε τέτοια αδιέξοδα τη λύση δίνει συνήθως η Ιστορία. Έτσι ο ορισμός της Δεξιάς από την Αριστερά γίνεται περισσότερο με αναφορά στο παρελθόν παρά με μια εξόφθαλμη σαφήνεια στο σήμερα. Ακόμα και η ιστορία τους όμως, αν την πάρουμε Ab ovo (από την αρχή, από το αβγό), περισσότερο μπερδεύει παρά μας βοηθά να απαντήσουμε στο ερώτημα μας καθώς διαπιστώνουμε πως όχι μόνο τα σύνορα μεταξύ τους μετατοπίζονται από εποχή σε εποχή αλλά και πως αντιδανείζονται η μία περιοχές της άλλης. Βλέπουμε λοιπόν ανάλογα με τις περιστάσεις της κάθε εποχής να διεκδικούν τον πατριωτισμό άλλοτε η μια και άλλοτε η άλλη. Ενώ ο αντισημιτισμός, μια κατεξοχήν λαϊκή προκατάληψη που δεν άφησε έξω και το σοσιαλιστικό κίνημα του 19ου αιώνα είναι σήμερα, και μετά το βάρος του Ολοκαυτώματος, αποκλειστικότητα της Δεξιάς.
Δεν είναι υπερβολή λοιπόν να πούμε πως από τη γέννηση τους το 1789 μέχρι σήμερα τα σύνορα που χωρίζουν τη Δεξιά από την Αριστερά ξεχειλώνουνε από εποχή σε εποχή σαν τα σώβρακα. Πραγματικά εάν είχαμε τη δυνατότητα να φέρουμε έναν δεξιό ή έναν αριστερό των αρχών του 20ου αιώνα αντιμέτωπο με το σήμερα το πιο πιθανό είναι πως θα του προκαλούσαμε ιδεολογική αποπληξία.

Την παραδοξότητα αυτή συνήθως την ανασκευάζουμε λέγοντας πως αυτό που έχει σημασία δεν είναι η σταθερότητα στην αντίθεση μεταξύ Αριστεράς και Δεξιάς αλλά πως η κάθε εποχή έχει πάντα να επιδείξει τη δική της αριστερά και τη δική της δεξιά. Όμως η παραπάνω υπόθεση αν και ισχύει στα σημεία καταρρέει στον χρόνο καθώς δεν πρέπει να παραβλέπουμε πως αξίες μεταβαλλόμενες στις κοινωνικές εποχές απλά δεν είναι αξίες. Η «αξία» μιας αξίας αποτιμάται ακριβώς από την ανθεκτικότητα που δείχνει στον χρόνο. Τέτοιες σταθερές αξίες ήταν και είναι ο Κομμουνισμός και ο Χριστιανισμός. Η Αριστερά και η Δεξιά εκφράζουν λοιπόν κάτι διαφορετικό από αξίες και αυτό το ανακαλύπτουμε στην πολεμική τους εργαλειοποίηση προς όφελος των εκάστοτε πολιτικών αντιπαραθέσεων, στην υπηρεσία κομματικών συσχετισμών και ηγεμονικών παρατάξεων, με προσωρινό και συνήθως βολονταριστικό χαρακτήρα. Ο Jean-Claude Michea μας δίνει την εξήγηση του «Μετώπου»: προοδευτικού και λαϊκού για την Αριστερά, εθνικού και χριστιανικού για τη Δεξιά. Συνήθως πίσω από την συγκρότηση τέτοιων μετώπων βρίσκουμε μειοψηφίες οι οποίες ανακαλύπτουν έτσι ένα πρόσφορο μέσο για το ποθητό εκλογικό αποτέλεσμα. Η εργαλειοποίηση της Δεξιάς και της Αριστεράς και κατ’ επέκταση η συντήρηση τους εξυπηρέτησε ανέκαθεν τέτοιους πλάγιους σκοπούς.

Ένας βολικός αναχρονισμός

Η ληξιαρχική πράξη γέννησης της Αριστεράς-Δεξιάς αποδίδεται την στιγμή της συγκρότησης της γαλλικής εθνοσυνέλευσης σε σώμα το 1789 σε μια συγκυρία όπου οι πρωταγωνιστές της καθόλου δεν την εξέλαβαν με τη σημασία που εμείς της δίνουμε σήμερα. Από την εγκυκλοπαίδεια Ιστορία των Επαναστάσεων διαβάζουμε:

«Η νομοθετική εργασία γινότανε από επιτροπές αλλά τα μεγάλα ζητήματα τα συζητούσαν σε δημόσιες συνεδριάσεις. Η “δεξιά” και η “αριστερά” μαρτυρούσαν τις τάσεις της Συνελεύσεως. Δεξιά από το προεδρείο βρίσκονταν όλοι οι αντίπαλοι των ψηφισμάτων της 4ης Αυγούστου, υπέρμαχοι  της ταξικής κοινωνίας και της πρωτοκαθεδρίας των αριστοκρατών. Μαζί τους ήταν και ο αδελφός του μεγάλου Μιαραμπώ και ο αββάς Μωρύ. Κοντά τους, οι μοναρχικοί που απέδρασαν από το επαναστατικό στρατόπεδο τον Αύγουστο και τον Σεπτέμβριο του 89. Τον Οκτώβριο προσχώρησαν οριστικά στην αντιπολίτευση και οι θεωρητικοί του “αγγλικού” συστήματος που φρόντιζαν περισσότερο για το μέλλον παρά για το παρόν. Αριστερά βρισκόταν το “πατριωτικό κόμμα” όπως το ονόμαζαν τότε, που συγκέντρωνε κοντά στα μεγάλα ονόματα της Γαλλίας -δύο Ροσφουκώ, έναν Μοντμορενσύ, έναν Ταλλευράνδο-Περιγκόρ–  τη μάζα των βουλευτών της αστικής τάξεως, που έκανε τα πρώτα βήματα της στην πολιτική.”

Από την χωρική τοποθέτηση των αντιπροσώπων του έθνους στην Assemblée Νationale διαμορφώθηκαν οι πολιτικές στρατοπεδεύσεις που θα ταλανίσουν τα έθνη και τους λαούς στους επόμενους αιώνες; Αυτή η εξήγηση παραείναι απλοϊκή, αν όχι εντελώς εσφαλμένη –αν και ομολογούμενος η περισσότερο αποδεκτή- για να εξηγήσει ικανοποιητικά το περιεχόμενο της απάντησης που αναζητούμε. Όσον αφορά τους «υπέρμαχους της ταξικής κοινωνίας», εδώ ο συγγραφέας της εγκυκλοπαίδειας μάλλον υποχωρεί στην βολική κάλυψη του μοντερνομορφισμού. Στην βιάση του να αποδώσει στην «δεξιά» της γαλλικής εποχής χαρακτηριστικά από τη σύγχρονη παρέβλεψε το γεγονός πως ούτε και η «αριστερά» της γαλλικής εθνοσυνέλευσης διανοήθηκε ποτέ να καταργήσει την ταξική ανισότητα.

Ο Anacharsis Cloots, πρώσος αριστοκράτης και ένθερμος επαναστάτης, μέλος ο ίδιος της Assemblée Νationale, έλεγε στην εθνοσυνέλευση «Η δημοκρατία των δικαιωμάτων του ανθρώπου δεν είναι ούτε άθεη ούτε θεϊστική αλλά μηδενιστική.» Η Hannah Arendt στο βιβλίο της Για την επανάσταση εξηγεί τη σημασία μιας τέτοιας δήλωσης. Οι άνθρωποι που βρέθηκαν να απαρτίζουν την γαλλική εθνοσυνέλευση δεν είχαν ποτέ φανταστεί πως θα έφταναν στο σημείο να πρωταγωνιστούν σε μια επανάσταση. Κύρια επιδίωξη τους ήταν να επαναφέρουν στην τάξη τον Βασιλιά και να περιορίσουν την αχαλίνωτη αριστοκρατία που έσπρωχνε τη Γαλλία προς την αναρχία. Τα γεγονότα κυριάρχησαν επάνω τους καταλυτικά φέρνοντάς τους αντιμέτωπους με κάτι εντελώς πρωτόγνωρο για τους ίδιους. Από σωτήρες ή αναμορφωτές του καθεστώτος μετατράπηκαν στους δήμιους του. Τα έδρανα της εθνοσυνέλευσης οροθετούνταν από τέτοιου είδους «μηδενιστές»: Πατριώτες, Φίλους του Λαού, βασιλόφρονες Φεγιαντίνους, Γιρονδίνους ή Πεδινούς ή αλλιώς και Μπρισσοτίνους, Ορεινούς Ιακωβίνους ή αλλιώς και Μοντανιάρους (les Montagnards), Κορδιελιέρους, Εμπερτιστές (Hébertistes), και τέλος, τους επικρατέστερους όλων, τους Θερμιντοριανούς (από τον επαναστατικό μήνα Θερμιδώρ όπου ξεκληρίστηκε η φατρία των Ιακωβίνων) πουθενά όμως «δεξιούς» ή «αριστερούς». Αλλά να μην ξεχνάμε και όσους έμεναν εκτός εθνοσυνέλευσης, Αβράκωτους (San Culottes) ή Ξεμπράτσωτους (Βras Νus), Λυσσασμένους (Εnrages), Τμηματικους (Sectionnaires), και τέλος την πλειοψηφία του λαού που εξακολουθούσε να έχει ανάμικτα αισθήματα προς το ancient regime (ιδιαίτερα στη γαλλική επαρχία). Όλοι χωριζόντουσαν σε ομάδες, σε λέσχες, σε εταιρίες εξασκώντας τον πολιτικό διάλογο στην κυριολεξία από το «σημείο μηδέν».  Πουθενά δεν μπορούμε να βρούμε στους δικούς τους φλογερούς λόγους κάτι το οποίο να μπορέσει να προσομοιωθεί με αυτό που αποκαλούμε σήμερα Δεξιά ή Αριστερά.1

Ούτε ο άλλος μύθος για την προέλευση των όρων Αριστερά-Δεξιά από το πεδίο της φιλοσοφίας του Χέγκελ στους αριστερούς μαθητές του, δηλαδή τους οπαδούς της Μεθόδου, και στους δεξιούς τους οπαδούς της Δομής δίνει κάποια εξήγηση. Στην άνοιξη του 1848, εκτός από την υπόμνηση του Marx να μην μπερδεύουμε τον θείο με τον ανιψιό2 τα πράγματα γίνονται ακόμα πιο περίπλοκα. Ανάμεσα στην παλινόρθωση, τους συντηρητικούς, τους φιλελεύθερους αστούς, τους δημοκράτες, τα εθνικά κινήματα της Ιταλίας και Ουγγαρίας και τους Χαρτιστές του συνεταιριστικού κινήματος πολύ λίγος χώρος έμενε για να βρούνε μια κάποια ανταπόκριση σχήματα όπως Δεξιά και Αριστερά. Και όσον αφορά την κομμούνα του 1871 εκεί ο σουρεαλισμός της εποχής μας δεν αντέχει καν στην ιδέα πως ο σφαγέας των κομμουνάρων δεν ήταν άλλος από τον πολύ αριστερό και πάνδημης αποδοχής Αδόλφο Θιέρσο (Adolphe Thiers).

Είναι πολύπλοκό λοιπόν να ορίσουμε με ακρίβεια πότε ο όρος Αριστερά – Δεξιά απέκτησε τη σημασία που του δίνουμε εμείς σήμερα. Πολύ ορθά το ΚΚΕ αρνείται για τον εαυτό του αυτή την ονομασία και επιμένει σε εκείνη του κομμουνιστή. Όπως επισημαίνει ο Michea, «Όλες μεγάλες ιδρυτικές μορφές του σοσιαλιστικού και αναρχικού κινήματος δεν σκέφτηκαν ούτε μια φορά να αυτοκαθοριστούν ως άνθρωποι της αριστεράς». Για τον Jean-Claude Michea ο όρος αριστερός παίρνει τη σημερινή του σημασία μέσα από τον διχασμό που έφερε στην 3η Γαλλική Δημοκρατία η υπόθεση Dreyfus. Γιός εβραίου βιομηχάνου και λοχαγός του γαλλικού πεζικού, ένας τέτοιος αξιωματικός μόνο το υπόδειγμα αριστερού δεν θα μπορούσε να είναι. Άλλωστε, το Σοσιαλιστικό Κόμμα κάτω από την ηγετική φυσιογνωμία του Jean Jaures, όπως και το εργατικό κίνημα της εποχής, αρχικά έμειναν αποστασιοποιημένα έως και εχθρικά απέναντι του και ήταν βαθιά αντισημιτικά και τα δύο. Ανάμεσα στους πρώτους dreyfusards δεν συγκαταλεγόντουσαν καθόλου μέλη από το Σοσιαλιστικό Κόμμα. Μόνο μετά την πανεθνική τροπή των γεγονότων και κάτω από το βάρος της ιστορικής δημοσίευσης του Κατηγορώ από τον Zola, το εργατικό κίνημα και οι σοσιαλιστές βρέθηκαν στο πλευρό των αριστερών και τότε αρχίζει να μπαίνει σε λειτουργία η έννοια των «Μετώπων».

Οι αριστεροί της 3ης Γαλλικής Δημοκρατίας ήταν κυρίως αστοί, αντιμοναρχικοί και αντικληρικοί αντιμιλιταριστές και όχι μέλη μιας πολιτικής παράταξης για την οικονομική δικαιοσύνη και την πολιτική ισότητα (όπως οι κομμουνάριοι). Όμως αυτή η επισκόπηση του επαναστατικού κινήματος του 19ου αιώνα μας λέει πολλά περισσότερα από απλά μια ιστορική αποκατάσταση για τους όρους και τα ονόματα. Μας λέει πως όχι μόνο υπήρξε εποχή όπου το πολιτικό πρόγραμμα αφορούσε αμιγώς το ζήτημα της πολιτικής εξουσίας, και όχι όπως σήμερα εκείνο των «δικαιωμάτων», αλλά και πως αριστερά και αστική κοινωνία είναι πολύ πιο συνυφασμένες έννοιες από όσο θέλουμε να πιστεύουμε. Για την ακρίβεια η αριστερά είναι περισσότερο ο εγγυητής του αστικού χαρακτήρα μιας κοινωνίας, εκεί όπου η δεξιά αποτυγχάνει να διατελέσει αυτό τον ρόλο, και λιγότερο η δύναμη που θέλει να την ανατρέψει. Και οι δύο άλλωστε διεκδικούν το ίδιο πράγμα: την Ενότητα του έθνους και τη δικαίωση τους από την Ιστορία. Ο Charles Peguy έγραφε το 1907 «οι νέοι διανοούμενοι αριστεροί, αδιαφορώντας για την αντίφαση, εγκωμιάζουν τον ίδιο κόσμο ως σύγχρονο, και τον στιγματίζουν ως αστικό και καπιταλιστικό», μια διαπίστωση που ισχύει το ίδιο και για τους δεξιούς αν διαβαστεί ανάποδα. Οι δεξιοί εγκωμιάζουν τον κόσμο ως καπιταλιστικό και αστικό και οικτίρουν για τον σύγχρονο του χαρακτήρα.

Υπόθεση ελληνική αριστερά

Όσον αφορά τη νεοελληνική ιστορία επισκοπώντας τον εμφύλιο του 20ου αιώνα (ο οποίος πρέπει να ομολογήσουμε πως στην γενική του εικόνα ξεκίνησε το 1901 με τα «Ευαγγελιακά»3 στην σκιά των τραγελαφικών κατορθωμάτων της «Εθνικής Εταιρίας» το 1897 και τελείωσε μετά από ενενήντα χρόνια με την κυβέρνηση συνεργασίας ΠΑΣΟΚ-ΚΚΕ-ΝΔ) διαπιστώνουμε παντελή απουσία των εννοιών Αριστερά – Δεξιά έως την εμφάνιση της ΕΔΑ το 1951. Είναι κυρίως λόγω της μετέπειτα επικράτησης της ορολογίας αυτής όπου η σύγχρονη ιστοριογραφία αναφέρει ως «αριστερούς» κυρίως αστούς και διανοούμενους που συσπειρώθηκαν γύρω από τη διένεξη του γλωσσικού ζητήματος με αιχμή τη μετάφραση του ιερού ευαγγελίου στη δημοτική, δημοτικιστές λόγιους και αντιβασιλικούς από την Επιτροπή Εθνικής Αμύνης έως τον Πλαστήρα.

Το περιβόητο κίνημα στο Γουδί -που διχάζει ακόμα τους ιστορικούς- φλέρταρε μεταξύ μιας στρατιωτικής αντίδρασης και μιας ενδοαστικής εξέγερσης, είχε παρόλα αυτά ανεπιφύλακτα τη λαϊκή υποστήριξη με το μέρος του. Αν και αυτό το στοιχείο δεν επαρκεί από μόνο του για να το κατατάξουμε στην αριστερά πάντως ο ιστορικός  Βασίλης Λάζαρης, στο έργο του Οι ρίζες του Ελληνικού Κομμουνιστικού Κινήματος, (εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή), δεν έχει καμία αμφιβολία πως τον Στρατιωτικό Σύνδεσμο αποτελούσαν «οι προοδευτικοί αξιωματικοί του στρατού, εκφράζοντας τα συμφέροντα της ελληνικής αστικής τάξης4.» Και όσον αφορά τον ιδεολογικό χαρακτήρα των γεγονότων, διαφωτιστικά είναι τα επιχειρήματα που διεξήχθησαν εκατέρωθεν υπό τη μορφή δημόσιων ανακοινώσεων μεταξύ του προγράμματος του Στρατιωτικού Συνδέσμου και την απάντηση που έλαβε μερικές ημέρες αργότερα στις 7 Αυγούστου του 1909 από τη φοιτητική Νεολαία σε δημοσίευση στις εφημερίδες της Αθήνας. Εκεί το επιχείρημα των βασιλοφρόνων φοιτητών προς τους «αριστερούς» κινηματίες είναι αποκαλυπτικό. Μπροστά στο αίτημα του Στρατιωτικού Συνδέσμου για αποπομπή των «βασιλοπαίδων» από τον ελληνικό στρατό και ναυτικό οι φοιτητές ως σύγχρονοι υπερασπιστές της επαγγελματικής κινητικότητας προβάλανε τον αντισυνταγματικό χαρακτήρα και την άνιση μεταχείριση μιας τέτοιας απαίτησης «Αφού κάθε έλληνας έχει το δικαίωμα να επιλέγει οποιοδήποτε επάγγελμα επιθυμεί για τα τέκνα του, είτε το στρατιωτικό είτε κάποιο άλλο, το ίδιο δικαίωμα θα έπρεπε να απολαμβάνει και ο Βασιλεύς για τα δικά του τέκνα 5. »

Είναι φανερό πως οι έννοιες Δεξιά – Αριστερά στην Ελλάδα του πρώτου μισού του 20ου αιώνα είναι ακόμα ανύπαρκτες υποδηλώνοντας έτσι και τον καθυστερημένο της χαρακτήρα σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη. Στις εκλογές του 1936 λίγο πριν την δικτατορία του Μεταξά ο ιστορικός της εποχής κατανέμει τις έδρες του κοινοβουλίου ως εξής: η αντιβενιζελική παράταξη έλαβε 144 έδρες και η βενιζελική 141. Οι κομμουνιστές έλαβαν 15 έδρες. Πουθενά αναφορά για Αριστερά ή Δεξιά. Θα χρειαστεί να εμπεδωθεί ο αντίκτυπος της ρωσικής επανάστασης και ο ελληνικός εμφύλιος του 1944 για να περάσουνε οι ορολογίες αυτές και στον ελληνικό χώρο, και πάλι μόνο μέσα από την στρεβλή εντύπωση που έκανε ο μπολσεβικισμός στους άσχετους με τα σοσιαλιστικά ζητήματα έλληνες. Ας μην ξεχνάμε πως η πρώτη ολοκληρωμένη μετάφραση του Κεφαλαίου του Μαρξ έγινε μόλις τη δεκαετία του 1950 από τον δικηγόρο Γιάννη Σκουριώτη.

Brothers in arms

Η εδραίωση της ενότητας της Αριστερά με τη Δεξιά επικυρώθηκε με τον καλύτερο τρόπο όταν από το να πολεμούν η μία την άλλη συμφώνησαν πως ωφελιμότερο ήταν να διεξάγουν τους πολέμους τους από κοινού. Έτσι, πρώτη φορά μετά τον 2ο μεγάλο πόλεμο εντός ευρωπαϊκού εδάφους, εγκαινίασαν τη νύχτα της 24ης του 1997 πόλεμο οι ευρωσοσιαλιστές με συνεπίκουρους τους οικολόγους πράσινους6. Μέχρι τη συμμαχία των προθύμων κατά του δικτάτορα Χουσεΐν, την ανατροπή του Καντάφι, και την ιερή συμμαχία κατά του ISIS, βλέπουμε τον πόλεμο να τον διεξάγουν από κοινού κυβερνήσεις και κόμματα και των δύο ιδεολογικών παρατάξεων συνεπικουρούμενα επιπλέον από τον μέγιστο βαθμό συναίνεσης της πλειοψηφίας των δυτικών. Ποιός ευπρεπής ή προοδευτικός δυτικός θα εναντιωνότανε άλλωστε στην ιδέα πως το ISIS δεν πρέπει να ξεριζωθεί συθέμελα από το πρόσωπο της Γης; Η ιδέα πως οι τύχες των λαών πέρα από το κέρας της εγγύος ανατολής είναι αποκλειστικά δική τους υπόθεση και πως θα έπρεπε είτε μας αρέσει είτε όχι να τους αφήσουμε να τις ορίσουν ανεμπόδιστα μόνοι τους, ακούγεται εξωφρενική στα αυτιά όλων, ασχέτως αν είναι δεξιοί ή αριστεροί.

Ο αστικός νεστοριανισμός

Ο λόγος για τη συγγένεια Δεξιάς και Αριστεράς έκανε την εμφάνιση του στο πεδίο των ιδεών ακριβώς μετά το 1989 την στιγμή που η ένταση των δύο στρατοπέδων υποχωρούσε σε αυτό των συμβολισμών και τον χαρτοπόλεμο μεταξύ των διανοούμενων. Δεν είναι νέο φαινόμενο μια παράσταση να κάνει την εμφάνιση της ακριβώς μετά τον ιστορικό της θάνατο. Αν και αναδρομική λοιπόν, η ανακάλυψη αυτής της συγγένειας δεν παύει παρόλα αυτά να παραμένει συγγένεια. Η εξήγηση της βρίσκεται στην βασική διαπίστωση πως, μπροστά σε οποιοδήποτε έντιμο έλεγχο των εννοιών «Αριστερά» και «Δεξιά», βρισκόμαστε κάθε φορά πρόσωπο με τη διττή υπόσταση της αστικής κοινωνίας. Αντίστοιχα, με τον χριστιανικό νεστοριανισμό που χωρίζει το πρόσωπο του Χριστού σε ένα θεϊκό και ένα θνητό, εξηγείται έτσι και η διφυΐα της αστικής κοινωνίας σε μια αριστερά και μια δεξιά.
Επί αυτού δεν λέμε τίποτα που να μην έχει ήδη ειπωθεί με τον πλέον αναλυτικό τρόπο και από χιλιάδες άλλους ανθρώπους. Καινούργια είναι μόνο κάθε φορά η έκπληξη αυτής της διαπίστωσης όταν (αντιστ)ηχεί σε ώτα μη ακουόντων.

Το κείμενο συνεχίζεται Δεξιά και Αριστερά : In medias res (μέρος β’) : http://www.respublica.gr/2017/01/column/%ce%b4%ce%b5%ce%be%ce%b9%ce%ac-%ce%ba%ce%b1%ce%b9-%ce%b1%cf%81%ce%b9%cf%83%cf%84%ce%b5%cf%81%ce%ac-in-medias-res-%ce%bc%ce%ad%cf%81%ce%bf%cf%82-%ce%b2/

1.Για την ανεπάρκεια να εξηγηθούν οι τάσεις τις γαλλικής εθνοσυνέλευσης με την απλοϊκότητα των όρων Δεξιά και Αριστερά αρκεί το παρακάτω παράδειγμα. Ο Γιρονδίνος και πεδινός Nicola de Condorcet, δηλαδή ένας “δεξιός”, ως υπουργός εκπαίδευσης κατέθεσε στην νομοθετική συνέλευση ένα εκπαιδευτικό νομοσχέδιο απαράμιλλης για την εποχή ελευθεροφροσύνης απευθυνόμενο στο σύνολο του ανθρώπινου γένους και όχι μόνο στο γαλλικό έθνος. Οι, “αριστεροί” Ιακωβίνοι έφεραν σθεναρή αντίθεση σε μια τέτοιου είδους διεύρυνση. Για αυτούς σημαντικότερο ήταν η “ενιαία εκπαίδευση” να επέφερε εκείνη την “φρικιαστική ενότητα” που περιγράφει ο Lasch για την Ιστορία.  Για τον ίδιο λόγο οι Ιακωβίνοι παρόλες τις πιέσεις που δέχτηκαν από τα sections δεν είδαν ποτέ με καλό μάτι την κατάργηση του καθολικισμού στην Γαλλία. Μόνο αχρείοι μπορεί να είναι άθεοι έλεγε ο Ροβεσπιέρος. Η υποχώρηση τους στον καθολικισμό δεν γινόταν φυσικά για πνευματικούς λόγους. Γνωρίζανε καλά την ενοποιητική επίδραση που είχε στον γαλλικό λαό η εκκλησία και δεν ήταν καθόλου διατεθειμένοι να στερηθούν την ευεργετική της λειτουργία για το συγκεντρωτικό κράτος που ετοιμάζανε.
2.Είναι η διάσημη καυστική εισαγωγή του Μarx στη 18η Μπρυμαίρ, η ιστορία επαναλαμβάνεται «την πρώτη φορά ως τραγωδία την δεύτερη ως φάρσα. Ο Κωσιντέρ αντί του Δαντόν …..ο ανιψιός αντί του θείου» (εννοεί τον Βοναπάρτη Γ’).
3.Αιτία στάθηκε η μάλλον καλοπροαίρετη πρωτοβουλία της Βασίλισσας Όλγας να μεταφραστεί στη δημοτική η Βίβλος και τα ιερά ευαγγέλια. Στο πλαίσιο των επισκέψεων της σε νοσοκομεία είχε διαπιστώσει αυτό το πνευματικό κενό: οι πλήβειες τάξεις να μην μπορούν να διαβάσουν στη δική τους γλώσσα το ιερό κείμενο του χριστιανισμού, και η άμοιρη γυναίκα με την ευρωπαϊκή της παιδεία δεν φαντάστηκε ποτέ πως μια τέτοια μετάφραση θα γεννούσε τα αιματηρά γεγονότα που ακολουθήσανε. Οι φοιτητές της θεολογικής σχολής χαρακτήρισαν «σατανική» την έμπνευση της, ενώ η Ιερά Σύνοδος με ψήφισμα της ζήτησε να παραμείνουν τα ευαγγέλια «αμόλυντα» από τη δημοτική. Τα επεισόδια που ακολούθησαν την 8η Νοεμβρίου 1901 πήρανε τον χαρακτήρα μικρής εξέγερσης και άφησαν πίσω τους οχτώ νεκρούς, εβδομήντα τραυματίες, και την παραίτηση της κυβέρνησης Θεοτόκη.
4.Τον «προοδευτικό», δηλαδή αριστερό, χαρακτήρα του κινήματος στο Γουδί νιώθει την ανάγκη να υπερασπιστεί ο Ριζοσπάστης της 17ης Αυγούστου 2003. Εκεί απαριθμεί τις προοδευτικές κατακτήσεις που έγιναν, ως αποτέλεσμα του κινήματος, από την κυβέρνηση Βενιζέλου τον Νοέμβριο του 1910: «Προστατεύτηκαν τα ατομικά δικαιώματα, η ελευθερία του Τύπου και η ιδιοκτησία μέσα στα πλαίσια του φιλελεύθερου αστικού πολιτεύματος, καθιερώθηκε η μονιμότητα των δημοσίων υπαλλήλων και η δωρεάν πρωτοβάθμια εκπαίδευση, καταργήθηκε το φεουδαρχικό καθεστώς της Επτανήσου, κατοχυρώθηκε η ίδρυση γεωργικών συνεταιρισμών, καθορίστηκε η Κυριακή σαν ημέρα υποχρεωτικής αργίας, προωθήθηκε η ασφάλεια των εργαζομένων και η οκτάωρη εργασία, αναγνωρίστηκαν τα εργατικά συνδικάτα της Αθήνας και του Πειραιά, αποκλείστηκε η συμμετοχή των εργοδοτών στις εργατικές συνδικαλιστικές οργανώσεις και επιτράπηκε η απαλλοτρίωση μεγάλων εκτάσεων γης, αλλά μόνο με αποζημιώσεις.»
Η εφημερίδα ριζοσπάστης μας αφήνει εδώ με την απορία για την στάση που θα κρατούσε σήμερα αν για παράδειγμα αντίστοιχα μέτρα ψηφίζονταν μετά από το Κίνημα των Αγανακτισμένων. Ψέματα λέμε, δεν έχουμε καμία αμφιβολία πως θα τα κατήγγειλε ως «μέτρα ανάσας υπέρ των συμφερόντων της αστικής τάξης και εκσυγχρονισμού του ντόπιου κεφαλαίου που αποπροσανατολίζουν το εργατικό κίνημα από την συγκρότηση ενός σθεναρού μετώπου αντεπίθεσης και ανατροπής του σάπιου κεφαλαιοκρατικού συστήματος». Βλ. http://www.rizospastis.gr/story.do?id=1912543
5. Από τα πρώτα πράγματα που έκανε η νέα κυβέρνηση που προέκυψε από το κίνημα στο Γουδί υπό την πρωθυπουργία του Κυριακούλη Μαυρομιχάλη «δύο εικοσιτετράωρα μετά τον σχηματισμό της, ήτο η αποδοχή ενός από τους κυριωτέρους όρους της επαναστάσεως: η απομάκρυνσις από το στράτευμα του διαδόχου Κωνσταντίνου και των πριγκήπων. Ο διάδοχος και ο πρίγκηψ Νικόλαος ετέθησαν εις διαθεσιμότητα τη αίτησει των, οι δε πρίγκηπες Ανδρέας και Χριστόφορος ως και ο επίδοξος διάδοχος Γεώργιος, έλαβον τριετή εκπαιδευτικήν άδειαν και μετέβησαν εις Γερμανίαν…»  (στο Ιστορία της νεωτέρας Ελλάδος).
6.Ο τότε Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ που καθοδήγησε τους βομβαρδισμούς της Γιουγκοσλαβίας ήταν ο Χαβιέ Σολάνα πρώην μέλος της σοσιαλιστικής κυβέρνησης στην Ισπανία. Το ίδιο και ο καγκελάριος της Γερμανίας, Σοσιαλδημοκράτης Γκέρχαρντ Σρέντερ με τον Οικολόγο Πράσινο υπουργό Εξωτερικών Γιόσκα Φίσερ ήταν οι πιο ένθερμοι υποστηρικτές. Ενώ αξίζει να μνημονευτεί και η στάση τότε του  Συριζα  που έξω από τον χορό φώναζε για έξοδο από την Ε.Ε. για να το λησμονήσει αμέσως την επόμενη που έγινε κυβέρνηση. Έχουν περάσει από τότε μόνο 20 χρόνια αλλά έχουν ξεχαστεί τόσα πολλά.