Angiolo Tommasi – Μετανάστες (1895), Εθνική Πινακοθήκη Μοντέρνας Τέχνης – Ρώμη

(το άρθρο ενημερώθηκε στις 5/09/2018)

Το κείμενο που θα ακολουθήσει είναι μια σύντομη και γενική περιγραφή των παραγόντων/αιτιών που θεωρούμε ότι σχετίζονται άμεσα με την τεράστια αύξηση, τα τελευταία χρόνια, των μεταναστεύσεων, για οικονομικούς λόγους, από χώρες της Αφρικής προς την Ευρώπη. Δεν φιλοδοξούμε, ασφαλώς, να εξαντλήσουμε το τεράστιο αυτό ζήτημα σε λιγοστές σελίδες, ούτε να μελετήσουμε όλες τις πτυχές του προβλήματος. Δεν θα ασχοληθούμε με τις μεταναστευτικές ροές από την Ανατολή, ούτε με τα προσφυγικά ζητήματα. Θα επικεντρωθούμε κυρίως στο οικονομικό και δευτερευόντως στο πολιτικό σκέλος του ζητήματος, χωρίς όμως να θεωρούμε ανάξιο λόγου το πολιτισμικό.

Εάν κάποτε η αποικιοκρατία των δυτικών ήταν εκείνη που κατάστρεφε τις τοπικές οικονομίες της Αφρικής, σήμερα είναι το χρέος, οι πολυεθνικές και οι κερδοσκόποι που συνεχίζουν το ευάρεστο έργο. Από επίσημες εκθέσεις και προβλέψεις μεγάλων διεθνών οικονομικών οργανισμών (όπως το ΔΝΤ, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου και το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ), τα τελευταία 60 χρόνια, σχετικά με την πορεία της αφρικανικής οικονομίας, προκύπτει το εξής συμπέρασμα: η βοήθεια της Δύσης (οικονομική, τεχνο-γνωσιακή και ανθρωπιστική) οδήγησε, στην κυριολεξία, σε μια θετική οικονομική μετάλλαξη της ηπείρου. Ωστόσο αυτή η τρέχουσα αφήγηση, που αφορά την μεταποικιακή περίοδο, απέχει κατά πολύ από την πραγματικότητα. Παραπληροφόρηση, ασάφειες και αποσιωπήσεις έχουν κυρίως δυο στόχους: α) την απαλλαγή των διεθνών οικονομικών οργανισμών από τις ευθύνες τους για την αποτυχία ουσιαστικής ανάπτυξης της ηπείρου και β) την περαιτέρω προαγωγή του νεοφιλελεύθερου δόγματος ως μονόδρομο. Πάνω από μισός αιώνας διεθνών αναπτυξιακών πολιτικών, «ανθρωπισμού και φιλανθρωπίας» δεν επέφερε τα εκτιμώμενα/υποτιθέμενα θετικά αποτελέσματα. Πράγμα που αποδεικνύεται στην πράξη, από την τεράστια έκρηξη των μεταναστευτικών ροών από αφρικανικές χώρες προς χώρες της Ευρώπης όπως, για παράδειγμα, η Ιταλία.

Ένα από τα βασικά εργαλεία παραπληροφόρησης είναι το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) ως δείκτης (ψευδομηχανισμός) ευημερίας. Το ΑΕΠ σε ορισμένες αφρικανικές χώρες όντως αυξήθηκε, όμως αυτού του είδους η μεγέθυνση ορισμένων δεικτών της οικονομίας και ο πλουτισμός λίγων αριθμητικά Αφρικανών (και ασφαλώς κάποιων Δυτικών) αύξησε περισσότερο την απελπισία και την ανισότητα στους ντόπιους αφρικανικούς πληθυσμούς. Δεν είναι σαφές, τουλάχιστον σε εμάς, πόσο σημαντικό είναι το μερίδιο των μεταναστεύσεων που μπορεί να συνδέεται με την ενδεχόμενη κλιματική αλλαγή. Κατά τη γνώμη μας, οι ροές αυξάνονται, με ιδιαίτερα μεγάλη ταχύτητα σε μικρά χρονικά διαστήματα, ώστε να συνδεθούν, τουλάχιστον κυρίως, με την κλιματική αλλαγή. Ωστόσο το συνολικό αποτέλεσμα είναι όλοι αυτοί οι άνθρωποι να βλέπουν τη μετανάστευση ως τη μοναδική λύση.

Για τις χώρες υποδοχής το μεταναστευτικό φαινόμενο αρχίζει να γίνεται προβληματικό όταν υπερβεί ένα ορισμένο λειτουργικό επίπεδο. Όταν δηλαδή ξεπεραστεί κατά πολύ ο βέλτιστος αριθμός οικονομικών μεταναστών που μπορούν να απασχοληθούν, καλύπτοντας έτσι τις κενές θέσεις εργασίας. Αυτό ακριβώς το επίπεδο έχει ξεπεραστεί πλέον κατά πολύ και για πολύ καιρό. Σε ό,τι φορά την Αφρική, σε χώρες όπως η Ιταλία, η Γαλλία και η Ισπανία, βλέπουμε να δημιουργείται στην πράξη ο λεγόμενος «βιομηχανικός εφεδρικός στρατός» για τον οποίο μίλησε ο Μαρξ. Οι εργαζόμενοι ανταγωνίζονται μεταξύ τους με την ίδια λογική του ανταγωνισμού που εφαρμόζεται στο εμπόριο των αγαθών και στην παροχή υπηρεσιών. Το γεγονός αυτό, αναπόφευκτα οδηγεί στη σταδιακή μείωση των μισθών, στην απίσχναση των εργασιακών δικαιωμάτων και σε γενικότερη επισφάλεια. Αυτή η «αυτοματοποιημένη» δυναμική μπορεί να οδηγήσει (συμβαίνει ήδη) τον εργασιακό-επαγγελματικό βίο ακόμη και σε απάνθρωπα σημεία εκφυλισμού/παρακμής. Ο κύκλος αυτός είναι φαύλος και επιζήμιος τόσο για τη χώρα προέλευσης, όσο και για τη χώρα υποδοχής. Αυτό γιατί με τρόπο ανάλογο η μετανάστευση μειώνει την εργασιακή δύναμη στις χώρες της αφρικανικής ηπείρου. Οι νεότεροι και πιο τολμηροί Αφρικανοί εγκαταλείποντας τον τόπο τους, όχι μόνον παρατείνουν τη μη επίλυση των τοπικών προβλημάτων της χώρας τους, αλλά τελικά με την απουσία τους επιτρέπουν και τη διεύρυνσή τους. Το συνολικό αποτέλεσμα είναι μια γενική εξαθλίωση, η οποία, θρέφει μια ιδιαίτερα ακμάζουσα οικονομική κερδοσκοπία που επεκτείνεται συνεχώς.

Ενώ οι εργαζόμενοι αντιδρούν συνήθως σε μια μείωση των ονομαστικών μισθών, δεν συνηθίζουν να αποσύρονται από την αγορά εργασίας, κάθε φορά που σημειώνεται μια αύξηση στην τιμή των αγαθών που συνήθως αγοράζουν. (J. M. Keynes)

Πολλοί πιστεύουν ότι υπάρχει μια σύνδεση μεταξύ του αποικιακού παρελθόντος και της σημερινής μετανάστευσης. Όμως στην πραγματικότητα το αποικιακό παρελθόν κάποιων δυτικών χωρών (γιατί δεν υπήρξαν όλοι οι δυτικοί αποικιοκράτες) δεν έχει σχέση με τις σημερινές μεταναστεύσεις. Μάλιστα αυτός ο τρόπος σκέψης προσπαθεί να προκαλέσει μια μόνιμη αίσθηση ενοχής στους δυτικούς. Θα λέγαμε ότι πρόκειται για ένα τέχνασμα που αποπροσανατολίζει και χρησιμοποιείται πολύ συχνά για να μετατεθούν στο ηθικό επίπεδο, προβλήματα και φαινόμενα που είναι καθαρά (ή κυρίως) οικονομικού χαρακτήρα. Αυτή είναι η στρατηγική των λεγόμενων χρηστολόγων, σύμφωνα με τους οποίους για να εξαγνιστούμε από τις αμαρτίες του παρελθόντος μας πρέπει, δίχως ερωτηματικά, όρους και όρια, να ασπαστούμε την υποδοχή μεταναστών. Όμως οι μεταναστεύσεις έχουν αυξηθεί μόνο τα τελευταία χρόνια, επομένως δεν μοιάζει να υπάρχει κάποια άμεση σχέση με αυτό που συνέβη παλαιότερα, δηλαδή επί αποικιοκρατίας. Σήμερα θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για ένα είδος γενικευμένης νεοαποικιοκρατίας σε επίπεδο επιβολής πολιτικών. Όντως φαίνεται να υπάρχει νεοαποικιοκρατία με την έννοια της μαζικής εξαγωγής συγκεκριμένων οικονομικών πολιτικών που εφαρμόζονται όμως παγκοσμίως και οδηγούν σε όλο και μεγαλύτερες ανισότητες παντού.

Είναι αναμφισβήτητο γεγονός ότι πολλές εταιρείες, πολυεθνικές και μη, του δυτικού κόσμου (με την ευρύτερη δυνατή έννοια του όρου δυτικός), εδώ και χρόνια, τοποθετούνται σε χώρες της Αφρικής με μοναδικό σκοπό τη λεηλασία τους. Οι πολυεθνικές στην ουσία έχουν, υπό μια έννοια, αντικαταστήσει τους παλαιούς δυτικούς εισβολείς και αποικιοκράτες. Υπάρχουν περιπτώσεις όπου θα μπορούσε κανείς να μιλήσει για στυγνή/καθαρή εκμετάλλευση του φυσικού πλούτου χωρών της Αφρικής, όπως για παράδειγμα στην περίπτωση των (υπερ)αλιευτικών σκαφών (ιταλικών, ισπανικών, γαλλικών, κλπ.) που σαρώνουν τους βυθούς (και επομένως όλο τον θαλάσσιο πλούτο) από τα διεθνή ύδατα κοντά στις ακτές της Αφρικής. Πρακτικές που διαταράσσουν σοβαρά τα τοπικά οικοσυστήματα και φτωχαίνουν ή φτάνουν να καταστρέψουν τους ντόπιους ψαράδες.

Όμως στο σημείο αυτό θα πρέπει να είναι σαφές ότι το βασικό μέσο κατάκτησης και ελέγχου αυτών των χωρών (νεοαποικιοκρατία) υπήρξε το χρέος. Πράγμα που, με μεγάλη διαύγεια και προνοητικότητα, είχε καταλάβει ο Τομά Σανκαρά και το πλήρωσε με τη ζωή του. Η εκμετάλλευση του δημόσιου χρέους, προκειμένου να χειραγωγηθεί ο πληθυσμός και να εξαντληθεί ο πλούτος των Κρατών, όπως συμβαίνει σήμερα στη Δύση, ξεκίνησε πριν από αρκετές δεκαετίες στις χώρες του Τρίτου Κόσμου. Παρά την ευρέως διαδεδομένη πεποίθηση που εκφράζεται από το κυρίαρχο αφήγημα, αμέσως μετά τη διαδικασία αποαποικιοποίησης, οι χώρες της Αφρικής, μαζί με άλλες υπό ανάπτυξη χώρες, στράφηκαν προς ένα μοντέλο εθνικής οικονομικής ανάπτυξης, το οποίο όμως στη συνέχεια διακόπηκε με την επιβολή διαφορετικών οικονομικών πολιτικών. Μιλάμε για επιβολή διότι αυτές οι πολιτικές (που συχνά ονομάζονται μεταρρυθμίσεις) ήταν και παραμένουν βασική προϋπόθεση για την πρόσβαση σε δανεισμό. Με αυτό το σύστημα η αφρικανική ήπειρος, μπήκε στο σπιράλ του καταστροφικού φαύλου κύκλου που χαρακτηρίζεται από τις ανεξέλεγκτες πολιτικές φιλελευθεροποίησης και λιτότητας. Επομένως τα δύο βασικά προβλήματα είναι η επιβεβλημένη λιτότητα διαμέσου του χρέους και η μαζική μετανάστευση.

Μάλιστα σήμερα η λιτότητα επιβάλλεται σε χώρες με αρκετά προηγμένη οικονομία, μέσω του συστήματος χρέους, παρά τις πρόδηλες αποτυχίες της οι οποίες έχουν πλέον επαληθευτεί στις χώρες του λεγόμενου τρίτου κόσμου. Εν ολίγοις, θα μπορούσαμε να πούμε ότι έχουμε να κάνουμε με μια αποικιοκρατία του χρέους σε παγκόσμια βάση. Όσον αφορά τις μαζικές μεταναστεύσεις, αυτές δείχνει να εξυπηρετούν καλά ένα οικονομικό μοντέλο, που βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στην αποδυνάμωση των εργασιακών δικαιωμάτων. Άλλωστε είναι εμφανές ότι πολλές χώρες, μεταξύ αυτών και η Ελλάδα, ωθούνται βίαια προς έναν μετασχηματισμό που θα μπορούσε να ονομαστεί τριτοκοσμιοποίηση, δεδομένου ότι αναπτυγμένες χώρες τείνουν να μετατραπούν σταδιακά σε υπανάπτυκτες.

Ορισμένοι ισχυρίζονται ότι οι μετανάστες σήμερα είναι οι νέοι σκλάβοι που τώρα δεν χρειάζεται να μεταφερθούν στη Δύση με δουλεμπορικά πλοία, επειδή οι ίδιοι καλύπτουν τα έξοδα τους προκειμένου να έρθουν σε εμάς. Στην πραγματικότητα, πίσω από αυτές τις μαζικές μετακινήσεις απελπισμένων ανθρώπων που κάνουν ταξίδια γεμάτα κινδύνους, χωρίς να ξέρουν τι τους περιμένει στη χώρα που φτάνουν, συχνά ξοδεύοντας ποσά που υπερβαίνουν κατά πολύ τις οικονομικές δυνατότητές τους, υπάρχει έντονη οικονομική κερδοσκοπία. Είναι η λεγόμενη «χρηματιστικοποίηση της φτώχειας». Κάποιοι ερευνητές μιλούν για ένα ολόκληρο δίκτυο που ακόμη δεν έχει ερευνηθεί καλά και ανακαλυφθεί πλήρως. Η δράση αυτού του δικτύου (που περιλαμβάνει ντόπιους Αφρικανούς και ξένους) σχετίζεται με χορηγήσεις δανείων και με πρόσβαση σε μικροπιστώσεις για σκοπούς μετανάστευσης. Μιλάμε, εκτός των άλλων, για πολυάριθμες Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις (ΜΚΟ) που δρουν σχεδόν ανεξέλεγκτες. Η φτώχεια και η απελπισία πολλών εκατομμυρίων ανθρώπων γίνεται πηγή ανεξάντλητου πλούτου για τις τράπεζες, τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και τα κάθε λογής γραφεία νομικής υποστήριξης. Μεταξύ άλλων τα εμβάσματα που αποστέλλουν οι μετανάστες στις χώρες καταγωγής τους, τελικά δεν φαίνεται να επιφέρουν θετικά και κυρίως μόνιμα αποτελέσματα στην πραγματική οικονομία. Τα χρήματα αυτά δεν επενδύονται σε τοπικές οικονομίες (με την μορφή υποδομών για παράδειγμα), καθώς αυτές είναι λιγοστές, προβληματικές ή ανύπαρκτες. Αντιθέτως αυξάνουν, κατά κύριο λόγο, την κατανάλωση εισαγόμενων προϊόντων τα οποία πολύ συχνά δεν είναι πρώτης ανάγκης (όπως τα φάρμακα), αλλά υπηρεσίες τηλεπικοινωνίας με το εξωτερικό, κινητά τηλέφωνα, γκατζετάκια, προϊόντα μόδας κλπ. Σε άλλες περιπτώσεις αυτά τα χρήματα καταλήγουν ξανά στο παραπάνω δίκτυο, προκειμένου να μεταναστεύσουν οι συγγενείς που παράμειναν στην πατρίδα.

Δυστυχώς, σε επίπεδο δημόσιου διαλόγου, σχετικά με τις πολιτικές διαχείρισης του μεταναστευτικού υπάρχει μια τάση πόλωσης. Η κοινή γνώμη, οι θέσεις και η πολιτική διχάζονται. Έτσι στην ουσία έχουμε μια διαμάχη ανάμεσα σε ξενόφοβους και σε ξενόφιλους, οι οποίοι πολύ συχνά βασίζονται σε αλληλοκατηγορίες ηθικού τύπου αγνοώντας τους οικονομικούς και κοινωνικούς παράγοντες. Αντί να μιλάμε για έλεγχο της μετανάστευσης και για μια σοβαρή ανάλυση της δυνητικής δεκτικότητας του πληθυσμού και της οικονομίας, καθώς και για την αξιολόγηση συγκεκριμένων ευκαιριών για ένταξη των μεταναστών στο οικονομικό και εργασιακό περιβάλλον της χώρας υποδοχής, βασιζόμαστε σε ανακρίβειες, υποθέσεις και έντονο συναισθηματισμό.

Από τη μία πλευρά υπάρχουν όλοι εκείνοι που λένε ότι οι μετανάστες πρέπει, σε κάθε περίπτωση, να είναι πάντα ευπρόσδεκτοι, και το βασικό κίνητρο είναι η λύτρωση από τις δήθεν συλλογικές αμαρτίες ενός «κοινού» αποικιακού παρελθόντος. Δυστυχώς πολλοί από αυτούς τους ανθρώπους δεν ενδιαφέρονται να κατανοήσουν τις βαθύτερες αιτίες αυτών των μεταναστεύσεων. Από την άλλη πλευρά, υπάρχει εκείνο το κομμάτι της κοινωνίας που υπό την τρομοκρατία και τον φόβο που διασπείρουν κάποιες φανατικές φωνές, καταλήγει να μισεί όλους τους ξένους. Δεν θα αναλύσουμε εδώ τις υπαρκτές και συχνά βαθιές πολιτισμικές διαφορές μεταξύ πληθυσμών, θα επιμείνουμε ωστόσο στην άποψη ότι οι αιτίες παραμένουν κυρίως οικονομικές και συνδέονται με την υποβάθμιση πολλών δυτικών πόλεων (άνοδος εγκληματικότητας και παραβατικότητας) και με την -πρωτοφανή στην σύγχρονη ιστορία- ανεργία. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο νεοφιλελευθερισμός βασίζεται στην ελεύθερη μετακίνηση ανθρώπων, κεφαλαίων και αγαθών. Αυτό είναι το απολύτως στρεβλό σκεπτικό της παγκοσμιοποίησης, να εκμεταλλεύεται δηλαδή τις περιοχές που είναι λιγότερο καπιταλιστικές, όπως οι αφρικανικές, με αποτέλεσμα τη σταδιακή υποβάθμιση των ήδη αναπτυγμένων και την οριστική καταδίκη των υπανάπτυκτων.

Η χώρα μας παράγει αρκετά για να μας θρέψει όλους. Αλίμονο, από έλλειψη οργάνωσης είμαστε αναγκασμένοι να ικετεύουμε για βοήθεια σε τρόφιμα. Είναι αυτή η βοήθεια που ενσταλάζει μέσα στο πνεύμα μας τη νοοτροπία του ζητιάνου. (Τομά Σανκαρά)

Μετά το τέλος της αποικιοκρατικής εποχής το εθνικό μοντέλο ανάπτυξης που ακολούθησαν κάποιες αφρικανικές χώρες άρχισε να φέρνει ορισμένα θετικά αποτελέσματα. Το επίπεδο ευημερίας των τοπικών πληθυσμών άρχισε να αυξάνεται όπως και οι προοπτικές τους για το μέλλον. Όμως κατά τις τελευταίες δεκαετίες, με βασικό εργαλείο επιβολής πολιτικών το χρέος, το παραγωγικό/αναπτυξιακό μοντέλο άλλαξε και αυτό φαίνεται ότι αντέστρεψε (και άλλου εκμηδένισε) τα όποια θετικά αποτελέσματα. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της Μπουρκίνα Φάσο (χώρα των έντιμων ανθρώπων) και του Σανκαρά. Σε διάφορες αφρικανικές χώρες, όπως η Νιγηρία, ενισχύθηκε το μοντέλο του λεγόμενου «κούφιου» κράτους δηλαδή εθνών, φατριών και φυλών (βλ. Ταμίλ), χωρίς στην ουσία να υπάρχει κράτος. Αυτό οδήγησε στην παρεμπόδιση και στην παρακμή των βασικών αναπτυξιακών δομών, όπου αυτές είχαν αρχίσει σταδιακά να εδραιώνονται στα πλαίσια ενός έθνους-κράτους (όπως, πάνω-κάτω, το γνωρίζουμε στη Δύση).

Σίγουρα είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον, αλλά και δύσκολο, να υπολογιστεί το «σωστό» ποσοστό μεταναστών, επί του συνολικού πληθυσμού, που ένας ευρωπαϊκός λαός θα μπορούσε να «αντέξει», από ανθρωπολογική άποψη, ώστε αυτός ο λαός να διατηρήσει τον χαρακτήρα του και την ταυτότητά του, πριν μετατραπεί δηλαδή σε κάτι «άλλο», άγνωστο. Άλλωστε το παγκοσμιοποιητικό μοντέλο προάγει την πολυπολιτισμικότητα και βασίζεται σε μόδες και στερεότυπα τα οποία ανατροφοδοτούνται συνεχώς από την μαζική αλλοίωση της συνείδησης των ανθρώπων. Όμως στην περίπτωση χωρών όπως η Ελλάδα και η Ιταλία το συγκεκριμένο ερώτημα, επί του παρόντος, δεν έχει καμία σημασία. Σε χώρες που συνεχίζουν να έχουν ποσοστά ανεργίας στους νέους σε ιστορικά ύψη, ίσως τα υψηλότερα στη σύγχρονη ιστορία της Ελλάδας, δεν υπάρχουν αντικειμενικές δυνατότητες ενσωμάτωσης και ένταξης στην αγορά εργασίας, όλων αυτών των οικονομικών μεταναστών που φτάνουν με την ελπίδα να βελτιώσουν τις συνθήκες ζωής τους. Το παγκοσμιοποιημένο οικονομικό σύστημα των αγορών δημιούργησε προβλήματα ροών που πλέον δεν μπορούν να απορροφήσουν ούτε οι δυτικές κοινωνίες. Μια ρεαλιστική προσέγγιση μας δίνει να καταλάβουμε ότι η μαζική μετανάστευση είναι μια βόμβα για τα θεμέλια της σταθερότητας όλου του πλανήτη. Δυστυχώς αυτό το σύστημα θυμίζει την παραβολή της Βαβυλώνας, όπου το οικοδόμημα κινδυνεύει να πέσει στα κεφάλια όλων μας. Όπως ακριβώς η Βαβυλώνα καταστράφηκε λόγω της ακολασίας, έτσι και ο νεοφιλελευθερισμός αυτοκαταστρέφεται, καταστρέφοντας και τον κοινό μας κόσμο, λόγω της αυθάδειάς του και της ανικανότητας να θέσει όρια στην εκμετάλλευση και στην εξάπλωση.

Ας αναλογιστούμε ότι πολλά από αυτά τα άτομα αφήνοντας τον τόπο τους από ανάγκη, στην ουσία αποχωρίζονται τις ρίζες τους, τα έθιμα και τις παραδόσεις τους, γεγονός που συχνά οδηγεί σε φαινόμενα γκετοποίησης και απομόνωσης. Είναι αναμενόμενο ένας άνθρωπος που ρισκάρει τα πάντα (την ίδια του τη ζωή και των παιδιών του), για να βελτιώσει τις συνθήκες διαβίωσης ερχόμενος σε μια χώρα της Ευρώπης, εάν δεν καταφέρει να επιβιώσει, να καταφύγει στην παρανομία και την παραβατικότητα -πράγμα που άλλωστε θα έκανε οποιοσδήποτε από εμάς στην θέση του. Κάποιοι δείχνουν καθημερινά και έμπρακτα την αλληλεγγύη τους μπροστά στον ανθρώπινο πόνο και τη δυστυχία και όχι με όρους ξένου και δικού.  Όμως οι πολιτικές ενσωμάτωσης, από πολλές χώρες της ΕΕ, είναι ιδιαίτερα προβληματικές (αν όχι ανύπαρκτες). Αυτό μάλιστα φάνηκε στις πρόσφατες εκλογές στην Ιταλία, όπου η αλλαγή πολιτικών συσχετισμών, εκτός των άλλων, συνδέεται και με το μεταναστευτικό ζήτημα. Ωστόσο ακόμα και με την πιο καλή αναδιανομή πλούτου, ακόμα και με τις πιο ευνοϊκές συνθήκες διαβίωσης, πάλι δεν είναι δυνατό η Ευρώπη να λύσει τα προβλήματα όλων των Αφρικανών μεταναστών, ιδίως όταν αυτοί ανταγωνίζονται και τους μετανάστες της Ασίας σχετικά με το ποιός θα πρωτοπεράσει στην Ευρώπη.

Ζούμε σε μια εποχή συστηματικής απόκρυψης στοιχείων, αποσιώπησης και παραπληροφόρησης (από ΜΜΕ, διεθνείς, εθνικούς και υπερεθνικούς οργανισμούς), όπου βασιλεύουν οι φούσκες, οι ψευδοδείκτες ευημερίας μαζί με τους αδίστακτους κερδοσκόπους. Σήμερα το παράδειγμα (και «νόμος» γενικής ισχύος) είναι η αρπαγή, το τζογάρισμα και το σορτάρισμα στις πλήρως απορρυθμισμένες και ανεξέλεγκτες αγορές. Είναι λογικό σε ένα τέτοιο περιβάλλον μηδενισμού και βαθιά κλονισμένης εμπιστοσύνης, να υπάρχει ισχυρός σκεπτικισμός, ειδικά απέναντι στις διάφορες εκθέσεις ευημερίας και βελτίωσης των συνθηκών διαβίωσης. Η κοινή λογική, η οποία βασίζεται κυρίως στις αισθήσεις και στην άμεση αντίληψη, μας λέει ότι σήμερα αυτός ο κόσμος χρειάζεται οικονομική απομεγέθυνση (ξεφούσκωμα) με οικονομική ανάπτυξη: όμως εκεί όπου αυτή χρειάζεται και από αυτούς που την χρειάζονται. Μάλιστα η σκέψη του John Maynard Keynes (βλ. Γενική Θεωρία της Απασχόλησης του Τόκου και του Χρήματος) φαίνεται ιδιαίτερα επίκαιρη. Ασφαλώς για τόσο σύνθετα και πολύπλευρα προβλήματα, δεν είμαστε σε θέση να προτείνουμε «τεχνικές» λύσεις. Δεν υποστηρίζουμε ότι γνωρίζουμε κάποια κρυφή αλήθεια, ούτε φυσικά κάνουμε «αποκαλυπτική» δημοσιογραφία.

Οι άνθρωποι θα συνεχίσουν να χωρίζονται σε οπαδούς των ανοικτών συνόρων και πολέμιους της μετανάστευσης. Ο δημόσιος λόγος θα παραμείνει προβληματικός κυρίως γιατί οι ιδεοληπτικές θέσεις διαπλέκονται με την ανάγνωση των στατιστικών στοιχείων και άλλων δεδομένων, ενώ η ηθικολογία, η αντεκδίκηση και η επίκληση συναισθημάτων συνεχίζει να βρίσκεται στο προσκήνιο. Αυτές όμως είναι οι εύκολες «λύσεις» που δεν εξετάζουν συνολικά και με σοβαρότητα το πρόβλημα. Αντιθέτως το κρύβουν, όσο αυτό είναι δυνατό, κάτω από το χαλί και μεταθέτουν τις λύσεις στο αόριστο μέλλον και στους «επόμενους». Ας έχουμε πάντως κατά νου ότι ανεύθυνη και ανήθικη είναι η στάση όσων αγνοούν ηθελημένα, κάποιες φορές επιδεικτικά, τις βαθύτερες αιτίες των πραγμάτων, προκειμένου να μην αντιμετωπίσουν κατάματα την αλήθεια.