Καθένας από εμάς αντλεί ικανοποίηση από την επιβεβαίωση όσων πιστεύει ή όσων έχει μελετήσει, πόσο μάλλον όταν πρόκειται για ανθρώπους που έχουν στηρίξει το σύνολο της καριέρας τους σε ορισμένες γνώσεις και απόψεις, συχνά υπό την αιγίδα μια μεγάλης αυθεντίας. Σε κανένα δεν αρέσει η απόρριψη ή η ακύρωση όσων πιστεύει και έχει κοπιάσει για να μάθει. Οι γενικεύσεις και οι αφορισμοί είναι στάσεις συχνά αναπόφευκτες διότι το ανθρώπινο μυαλό, αν και υπέροχο όργανο, έχει τα όριά του, τις ανάγκες του και τις αδυναμίες του, όπως καθετί στον ενθάδε κόσμο. Η αδυναμία λ.χ. να συλλάβουμε ένα φαινόμενο στην ολότητά του είναι φυσιολογική και ανθρώπινη, άρα δεν πρέπει να είναι αξιωματικά κατακριτέα ή, πολύ χειρότερα, να συνδέεται αυτομάτως με την υπόθεση ότι ένας αναλυτής αποκρύβει κάτι ή χαρακτηρίζεται από ιδεοληψία, δόλο ή κακή προαίρεση[27]. Αντιθέτως η επίγνωση αυτής της αδυναμίας θα μπορούσε να γίνει κίνητρο τόσο για κατανόηση, όσο και για αναζήτηση επιχειρημάτων με στόχο περισσότερη αντικειμενικότητα. Επομένως, η αδυναμία αυτή μπορεί να συμβάλλει στην καλλιέργεια μιας κουλτούρας βελτίωσης μέσα από την αναγνώριση των αστοχιών, τη συμπλήρωση των κενών και την επισήμανση των ελλείψεων και παραλείψεων.