
Αρχική δημοσίευση: Le Figaro, 17/04/2019
Μτφρ: Αλέξανδρος Μπριασούλης
Συμβαίνει κάποιες φορές να διαμένω στην Île de la Cité του Παρισιού, σ’ένα διαμέρισμα που μου παραχωρεί ένας φίλος. Από το παράθυρο της κουζίνας και πέρα απ’τις σκεπές αγναντεύω τους δύο μεγαλοπρεπείς πύργους της Παναγίας των Παρισίων και για πολύ ώρα με καθηλώνει το θέαμα αυτών των δυο γιγάντων που σκοτεινιάζουν τον ουρανό. Ο καθεδρικός ορθώνεται πάνω από το νησί όπως ένας καπετάνιος πάνω στο πλοίο του, γερός σαν βράχος χωρίς όμως να είναι βαρύς. Οι δυο ιπτάμενες αντηρίδες σπρώχνουν όλη την αψίδα προς τα μπρος, δίνοντας έτσι την εντύπωση ότι ολόκληρος ο καθεδρικός πλέει στο ποτάμι. Κορύφωση της ομορφιάς, το κομψό καμπαναριό, εμπνευσμένο από το μικρότερο αυθεντικό που σχεδίασε ο Viollet-le-Duc κατά τη διάρκεια των εργασιών της αναστήλωσης. Η ελαφράδα κι η ταπεινότητα αυτού του καμπαναριού δεν παύουν να με γοητεύουν και το να το παρατηρώ καθισμένος στα καφέ του Σηκουάνα, όπως κάνω σε κάθε μου επίσκεψη, είναι κάτι που με κάνει να ανακαλύπτω την ουσία του Παρισιού.
Δεν τολμώ να γράψω αυτές τις φράσεις σε χρόνο παρελθοντικό. Η Παναγία των Παρισίων υπάρχει, και θα υπάρχει αιωνίως. Είναι αυτή που ενώνει την πόλη του Παρισιού με την ιδέα του Παρισιού. Τη μορφή της, που επαγρυπνεί πάνω απ’ την πόλη, την έχει τιμήσει η καλύτερη λογοτεχνία που γέννησε ποτέ η Ευρώπη. Η ομορφότερη απ’όλες τις γοτθικές εκκλησίες, αυτή που φέρει επάνω στην πρόσοψή της τον μύθο της ζωής μας, είναι επίσης και ο φύλακας άγγελος αυτού του ξεχωριστού μέρους στο οποίο έχουν παιχτεί τόσα δράματα της εποχής μας. Χάρη στον Βικτώρ Ουγκώ, η Παναγία των Παρισίων διαθέτει το δικό της μύθο, ένα περίεργο μείγμα ελέους και πάθους που χάρισε στο κτήριο μια μυστηριώδη, πνευματική σκοτεινιά. Η Παναγία των Παρισίων έχει κρυμμένα μυστικά. Το φως που ξεχύνεται από αυτούς τους υπέροχους ρόδακες δεν είναι εξωτερικό, αλλά προέρχεται από τα μύχια του ίδιου του παρατηρητή.
Το Παρίσι υπήρξε το καμίνι της επανάστασης και η πρωτεύουσα ενός μοντέρνου κράτους. Υπήρξε επίσης και ο βωμός του Θεού της Χριστιανοσύνης, γεμάτο με ναούς και παρεκκλήσια που στριμώχνονται σε κάθε γωνιά της πόλης και δρόμους που φέρουν θεία ονόματα αγίων (ο αγαπημένος μου είναι το “Αδιέξοδο του Θείου Βρέφους” – L’ Impasse de l’Enfant Jesus – όνομα που μου θυμίζει τα λάθη και τα αδιέξοδα των δικών μου αναζητήσεων). Ίσως το πιο αξιοπρόσεκτο σ’αυτή την πόλη είναι το πώς, μετά την κατάργηση της παλιάς θρησκείας, αυτή παρέμεινε ίδια κι απαράλλαχτη να περιμένει την επιστροφή του θείου φωτός. Κανείς δεν άπλωσε επάνω της βέβηλο χέρι, με εξαίρεση κάποια καθάρματα που αποκεφάλισαν μερικά αγάλματα γιατί τα πέρασαν για βασιλιάδες.
Για πολλούς Άγγλους η Παναγία των Παρισίων είναι το ίδιο ιερή όπως και για τους Γάλλους. Μπροστά στην πρόσοψή της αναζητούμε την πνευματική εκείνη τροφή που μας στέρησαν οι πουριτανοί συμπατριώτες μας. Μέσα σ΄αυτή την πέτρα, αρχαίος ασβεστόλιθος από τα σπλάχνα της ίδιας της πόλης, έχουν λαξευτεί εικόνες που εκπέμπουν ένα απόκοσμο φως. Στεκόμενοι σε αυτήν την υπέροχη πλατεία αντιλαμβανόμαστε ότι οι πιο χαλαροί αγνωστικιστές Γάλλοι τα κατάφεραν καλύτερα από τους δικούς μας φανατικούς πιστούς. Αυτοί τουλάχιστον δεν κατέστρεψαν τα ιερά, αλλά τα άφησαν να περιμένουν την μέρα εκείνη που η πίστη τους θα επέστρεφε. Αυτό μαρτυρεί ο Άγγελος της Αναστάσεως που στέκεται τρεμοπαίζοντας στην κορυφή της οροφής του ναού. Εδώ απεικονίζεται και λατρεύεται η μέλλουσα ζωή. Κι εμείς, ατενίζοντας το ναό και το μήνυμά του, καθώς και τα αυθάδικα gargouilles που τα κοροϊδεύουν όλα, θαυμάζουμε την αποτελεσματικότητα αυτής της κουλτούρας που άντεξε την επίθεση στον Θεό της.
Έχουμε κι εμείς τον εθνικό καθεδρικό μας, το Αββαείο του Westminster εκεί όπου είναι θαμμένοι οι ποιητές και οι μονάρχες μας. Αλλά το Αββαείο του Westminster δεν είναι εθνικό με τον ίδιο τρόπο που είναι εθνική η Παναγία των Παρισίων. Εμείς αποθηκεύουμε εκεί τους ήρωές μας για να τους τιμούμε για πράγματα μισοξεχασμένα και αδιάφορα. Αντιθέτως, στο σκοτεινό εσωτερικό της Παναγίας των Παρισίων τελείται το μυστήριο κάποιου πράγματος απείρως σημαντικότερου από τις πράξεις των ηρώων: εκεί εορτάζεται μια ιδέα. Ο Άγγλος που κοιτάζει αυτά τα gargouilles συνειδητοποιεί την θεόσταλτη ιδέα που ενσαρκώνεται είτε σ’ένα βασιλιά είτε σ’έναν ποιητή ή σε ένα θεατρικό έργο, είτε πάλι σε κάποια χωριατοπούλα που εμείς οι Άγγλοι, σ’ένα από τα μεγαλύτερα εγκλήματά μας, κάψαμε κάποτε ζωντανή.
Μένουμε έκθαμβοι από την παρουσία αυτής της ιδέας που αποτυπώθηκε στην πέτρα, κι αυτό γιατί η ιδέα αυτή δεν περιορίζεται στον ναό, αλλά κατακλύζει όλη την πόλη. Εμείς στη Βρετανία καταστρέψαμε τις πόλεις μας, αντικαθιστώντας την πέτρα με γυαλί και ατσάλι. Κάναμε στο Λονδίνο αυτό που ο Le Corbusier ήθελε να κάνει στο Παρίσι και αυτό που ένας δικός μας αρχιτέκτονας έκανε στο Μαραί μετά από πρόσκληση του Προέδρου Πομπιντού. Αντικαταστήσαμε την κτιστή φόρμα με παιδιάστικες σαπουνόφουσκες από γυαλί και ατσάλι. Οι εκκλησίες μας στέκονται στο μέσο τσιμεντένιων ερήμων και δεν προκαλεί καμία έκπληξη το ότι κανείς δεν αισθάνεται πλέον την ανάγκη να μπει μέσα για να προσευχηθεί.
Όπως το υποσχέθηκε ο Άγγελος της σκεπής, η Παναγία των Παρισίων θα αναστηθεί. Και θα αναστηθεί γιατί η πόλη της, μοναδική ανάμεσα σε όλες τις πρωτεύουσες, διατήρησε τον εαυτό της, από την εποχή που ήταν η πνευματική καρδιά της Ευρώπης, μέσω της εποχής της μεγάλης ανατροπής και μέχρι σήμερα που επιμένει να θυμίζει στην βασανισμένη μας ήπειρο όλη εκείνη την πνευματική κληρονομιά που δεν πρέπει να απαρνηθούμε.