Συνδιαμόρφωση κειμένου: Μιχάλης Θεοδοσιάδης, Γιώργος Κουτσαντώνης, Αλέξανδρος Μπριασούλης
Ο Πουριτανός Τζον Μίλτον, μετά το τέλος της Αγγλικής Επανάστασης και λόγω της έντονης απογοήτευσής του – όπως ισχυρίζεται ο Καναδός αναλυτής Northrop Frye (2005)[1] – αναφορικά με την αποτυχία του Αγγλικού λαού να εγκαθιδρύσει μια ρεπουμπλικανική Κοινοπολιτεία, απελευθερωμένη από το ζυγό του απολυταρχισμού, αναζητά την «πραγματική επανάσταση» μέσα στον ίδιο τον άνθρωπο. Έχοντας αποσυρθεί από τα εγκόσμια για τουλάχιστον επτά έτη, ο Μίλτον θα στρέψει το ενδιαφέρον του στο χριστιανικό σχολαστικισμό[2]. Αποτέλεσμα αυτού του αυτο-εγκλεισμού ήταν η συγγραφή του Paradise Lost, ενός από τα πιο σημαντικά λογοτεχνικά έργα 17ου αιώνα. Σε αυτό το έργο ο Μίλτον δεν αναζητά την ανατροπή της μοναρχίας ως πολιτικό θεσμό· αναπλάθοντας την αρχετυπική ιστορία της πτώσης του ανθρώπου, της εξόδου από τον Κήπο της Εδέμ, τονίζει την σημασία της ανατροπής των πιο ενδόμυχων και σκοτεινών εσωτερικών «μοναρχιών»· μιλά για τη σημασία της εκθρόνισης του εσωτερικού «βασιλείου», του φθόνου και του εγωκεντρισμού, για την νέα επανάσταση ενάντια σε ό,τι ωθεί τον άνθρωπο να καταδυναστεύει και να εκμεταλλεύεται άλλους καταφεύγοντας ακόμα και στην πιο ωμή βία δίχως ηθικό φραγμό. Έτσι, αν η νίκη του Oliver Cromwell έναντι του βασιλιά Charles I κατέληξε σε δικτατορία, αυτό για τον Μίλτον δεν είναι αποτελεί παρά μια ανακύκλωση των ανθρώπινων παθών· κάθε εναντίωση σε οποιαδήποτε μορφή δεσποτισμού δεν μπορεί παρά να συνοδεύεται αρχικά από την κάθαρση της ψυχής – από την ανατροπή των «εσωτερικών σκοτεινών βασιλείων». Σε κάθε άλλη περίπτωση, αντί να επικρατήσει η λογική, η σύνεση, η ευκοσμία και το δίκαιο, είναι πολύ πιθανό η επανάσταση να επιφέρει την εγκαθίδρυση ενός καθεστώτος εξίσου δεσποτικού με τη μοναρχία, εφόσον παραμένουν άθικτα τα εσωτερικά αίτια που καθιστούν τον άνθρωπο ικανό να καταδυναστεύει.
Για μια Νέα Μεγάλη Αφύπνιση
Σε προηγούμενα άρθρα μας έχουμε πολλές φορές τονίσει τη σημασία του δημόσιου πεδίου, την ανάγκη των ανθρώπων να συνευρίσκονται σ’έναν κοινό χώρο, όπου μέσω του λόγου και των αντιπαραθέσεων μπορούν να αποφασίζουν για το μέλλον της κοινότητάς τους. Το Paradise Lost του Μίλτον, υπογραμμίζοντας τη σημασία του (αυτο)περιορισμού των παθών, υποδεικνύει τη συγγένεια της vita activa με τη vita contemplativa[3]. Η ψυχική κάθαρση και ο αναστοχασμός, με άλλα λόγια, είναι τόσο σημαντικά όσο και η δημόσια κριτική.
Τούτες τις ώρες εκατομμύρια ανθρώπινες ψυχές τελούν υπό κατ’ οίκον περιορισμό, λόγω των μέτρων που έχουν λάβει σχεδόν όλες οι κυβερνήσεις, δυτικές και μή, με στόχο τον περιορισμό της εξάπλωσης της πανδημίας του κινέζικου κορωνοϊού. Ως αντίδοτο στο μηδενισμό, ας παρακολουθήσουμε τη σκέψη του Νίτσε: όπως αναφέρει ο Γερμανός φιλόσοφος στη Γενεαλογία της Ηθικής, η ζωή δεν αποτελεί παρά μια τεράστια δοκιμασία, μια τεράστια κακουχία, ένα βάσανο δίχως τελειωμό. Η νιτσεϊκή συνταγή ενάντια σε όλη τη δυσφορία που αποπνέουν αυτές οι ανθρώπινες δοκιμασίες είναι ξεκάθαρη: οφείλουμε να αιτιολογούμε τους πραγματικούς λόγους για τους οποίους υποφέρουμε. Ποιό είναι το νόημα όλων των δυσκολιών με τις οποίες καθημερινά ερχόμαστε αντιμέτωποι; Θα μπορούσαμε να αποδώσουμε στις δυσκολίες που αντιμετωπίζουμε, κάτω από τις υπάρχουσες συνθήκες εγκλεισμού, ένα λόγο και μια αιτία; Γίνεται σ΄αυτές τις δύσκολες στιγμές να ακολουθήσουμε το παράδειγμα του Μίλτον; Ας δούμε πώς θα μπορούσε να γίνει κάτι τέτοιο. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Christopher Lasch σε κριτική του ενάντια στον σύγχρονο συντηρητισμό, η επιστροφή στα θεμελιώδη αποτελεί μια από τις πιο σημαντικές διεκδικήσεις ενάντια στις προκλήσεις του σύγχρονου κόσμου. Σε κείμενό μας, με τον τίτλο «Προορισμός σπίτι», αναφέραμε τα εξής:
«[..]Σε κάθε περίπτωση, όποια κι αν είναι η έκβαση αυτής της δοκιμασίας μας [της Πανδημίας], στο ερώτημα πού πηγαίνουμε; Από την εποχή του Ομήρου και του Κικέρωνα, η απάντηση είναι: πάντα σπίτι».
Τί άλλο θα μπορούσε να σηματοδοτεί η επιστροφή στο σπίτι αν όχι «την επιστροφή στα θεμελιώδη», τουτέστιν, σε ένα χώρο όπου ο νους μας θα μπορούσε να αποκοπεί προσωρινά από τον χαοτικό κόσμο ώστε να μπει στη διαδικασία επανεξέτασης όλων των πληροφοριών που έχουν αποθηκευτεί στη μνήμη μας;
Είναι απόλυτα δικαιολογημένες οι διαμαρτυρίες όλων όσων μιλούν για τις αρνητικές συνέπειες του εγκλεισμού, της απώλειας του δημόσιου χρόνου και χώρου μέσα στις πολεμικές συνθήκες που βιώνουμε. Μπορούμε, ωστόσο, τις δύσκολες αυτές στιγμές να τις νοηματοδοτήσουμε με τρόπο τέτοιο, ώστε να αναγνωρίσουμε τα καλά της επιστροφής στο σπίτι, στα θεμελιώδη, στο σημείο επανεκκίνησης της σκέψης μας, μέσα από την προσωρινή απαλλαγή από την υπερπληροφόρηση που μας κατακλύζει καθημερινά. Θα μπορούσε αυτό να έχει θετικές συνέπειες αν πραγματικά αναζητήσουμε έναν στόχο, αν συνδέσουμε τον εγκλεισμό μας με έναν σκοπό, με ένα νόημα, όπως ακριβώς είχε πράξει και ο Μίλτον; Κάτι τέτοιο μπορεί να γίνει τώρα που η αίσθηση ανθρώπινης παντοδυναμίας βρίσκεται σε προσωρινή αναστολή. Αν βυθιστούμε στις πιο ενδόμυχες σκέψεις μας, αναζητώντας μια χαμένη πνευματικότητα που ο υλιστικός νεωτερικός και μετανεωτερικός κόσμος -που, όπως όλα δείχνουν- είχε απομακρύνει από τις ζωές μας, όπως πολύ σωστά είχε διαγνώσει ο Carl Jung αρκετές δεκαετίες πριν, ένας κόσμος που γκρεμίζεται και αποσυντίθεται κάτω από την επίδραση των γεγονότων. Ας δούμε, λοιπόν, τις δεδομένες συνθήκες ως αφορμή για μια νέα Μεγάλη Αφύπνιση, ανάλογης κλίμακας με τις Αφυπνίσεις στις ΗΠΑ κατά τον δέκατο όγδοο και δέκατο ένατο αιώνα, οι οποίες — κατά τους Gordon Wood και Eugene Genovese[4] — ενίσχυσαν τη λαϊκή θρησκευτικότητα, υψώνοντας τείχη στον αναδυόμενο αγγλοσαξονικό υλισμό. Αφύπνιση που τόνωσε το ηθικό των δούλων Αφροαμερικανών ενάντια στο καθεστώς δουλοκτησίας του Αμερικανικού Νότου. Εν ολίγοις, μια πνευματική Αφύπνιση θα μπορούσε στην μετα-ιική εποχή να αναδείξει νέες μορφές κοινωνικότητας και λαϊκότητας ενάντια στη χυδαιότητα του μηδενιστικού πολιτισμού, αλλά και ενάντια στην αποξένωση[5].
Η επιστροφή στη εστία
Η βουλή μου είναι μία. Προστατέψτε αυτό το αγαθό που σας έδωσα.
Προπάντων να ξέρετε πως εκείνο που λάμπει μέσα της είναι το ίδιο το μέλλον σας.
Και πως, αν συμβεί να την σβήσει, φυσώντας την με όλη του την άβυσσο,
ο Δίας, τότε σκότος θα πέσει σ’ όλο το μέλλον σας.
Ας ξεσκίζεται εκείνος λέγοντας πως η κλοπή της φωτιάς είναι τάχατε έγκλημα.
Αυτή είναι η πρώτη δίκαιη πράξη.
(Νικηφόρος Βρεττάκος[6])
Η φωτιά που κλάπηκε από τον Προμηθέα και δωρίστηκε στους ανθρώπους, με βαρύ τίμημα για τον ίδιο, αποτελεί θεμελιώδες εργαλείο, σύμβολο και αρχέτυπο, διότι έδωσε στον άνθρωπο τη δυνατότητα της αυτοβελτίωσης. Πράγματι η φωτιά τον βοήθησε να αλλάξει τη ζωή του προς το καλύτερο και τον γέμισε βελτιοδοξία – έγινε η βάση για την επιβίωση και τη δημιουργία πολιτισμού.
Οι αρχαίοι Έλληνες διακρίνουν ρητά την καταστρεπτική δύναμη της φωτιάς από τη δημιουργική, έτσι η πρώτη συνδέεται με τον Άδη, ενώ η δεύτερη με τον Ήφαιστο. Η φωτιά, από μια καθαρά αρχετυπική οπτική γωνία, αποτελεί μέσο εξαγνισμού της ψυχής· σε άλλες περιπτώσεις, η φωτιά δεν είναι παρά μια αχτίδα φωτός μέσα σε έναν ζοφερό κόσμο. Είναι η αχτίδα που φωτίζει τα εσωτερικά «σκοτεινά βασίλεια», τα βασίλεια των παθών και του εγωκεντρισμού. Συνεπώς η φωτιά δεν συνδέεται μόνο με τις κατασκευές, εργαλείων και αντικειμένων, αλλά και με την εστία: που καίει γινόμενη για τον άνθρωπο σημείο κεντρικό, του «αιωνίου πυρός». Έτσι η θέρμη και το φως της φωτιάς συμμετέχει στην μετατροπή του απλού χώρου σε τόπο και μάλιστα τόπο ιερό. Ο Βιργίλιος περιγράφει στην Αινειάδα, ότι Αινείας στον πόλεμο απομακρύνει από την Τροία την ιερή φωτιά, διότι από την αρχαιότητα, όπως κάθε σπίτι, έτσι και κάθε πόλη είχε μια κοινή εστία, το Πρυτανείο. Εκεί δηλαδή που έκαιγε η ιερή φωτιά της Εστίας, η οποία δεν έπρεπε να σβήσει ποτέ. Δεδομένου ότι οι πόλεις θεωρούνταν προέκταση του οικογενειακού πυρήνα, η θεά Εστία λατρευόταν ως προστάτης όλων των ελληνικών πόλεων. Η Εστία, με τη φωτιά της, προφυλάσσει τον τόπο συνάντησης, τόσο της οικογένειας όσο και της κοινότητας. Θεά και πυρά αποτελούσαν κάτι το ενιαίο, το αέναο και αναπόσπαστο, δείγμα συνοχής: οικογενειακής και πολιτικής. Η εστία είναι ο τόπος υποδοχής των επισκεπτών, το σημείο επιστροφής στην πατρίδα, το καταφύγιο των ικετών.
Επομένως, το προμηθεϊκό πυρ δεν είναι μόνο η καταγωγή της τεχνικής, αλλά και η φωτιά της εστίας, το κέντρο του οίκου, η επιστροφή στο σπίτι, η επανεκκίνηση αυτού που ο Πλάτωνας αποκαλούσε «νόηση», ο σιωπηλός διάλογος εντός του εαυτού μας, που σταδιακά μας οδηγεί στην επανεξέταση των παγιωμένων αντιλήψεων και κανόνων συμπεριφοράς. Η φωτιά της εστίας γίνεται έτσι ο τόπος εστίασης του πνεύματος. Μας δίνει τη δυνατότητα να κρίνουμε ποιές από τις συμπεριφορές και τις νόρμες είναι παράγωγα των ανθρώπινων παθών, του «υπόγειου νου», τις οποίες οφείλουμε να απορρίψουμε και συνάμα ποιές οφείλουμε να διορθώσουμε ή να συντηρήσουμε.
Η επιστροφή στην εστία και ο εξαγνισμός της σκέψης, η αποβολή όλων των «σκοτεινών» εσωτερικών, φαουστικών επιθυμιών, που επιδιώκει να ικανοποιήσει ο σύγχρονος υπερκαταναλωτικός πολιτισμός, έχει άμεσο αντίκτυπο και στις καθημερινές μας προτιμήσεις. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι πάνω στην εστία οι αρχαίοι εναπόθεταν τις πρώτες χύτρες που δεν ήταν μόνο αντικείμενα μαγειρικής, αλλά και ιερά σκεύη που χρησιμοποιούνταν στο θυσιαστικό τελετουργικό. Στην κουζίνα, εκεί όπου καίει η φωτιά, συνεργάζεται και οργανώνεται η οικογένεια. Στις μέρες μας, ειδικά αυτές του εγκλεισμού, βγαίνουν στην επιφάνεια, με τρόπο πιο έντονο και σαφή, κάποια από τα σημάδια της οικογενειακής διάλυσης. Η σύγχρονη οικογένεια δεν μαγειρεύει πια, το προμηθεϊκό δώρο της φωτιάς έχει πλέον απομακρυνθεί από τον οίκο. Η αρχαία αυτή λειτουργία έχει πλέον ανατεθεί σε τρίτους, στον έξω χώρο, εκτός οικίας: η εστία έχει σβήσει. Νέοι, εναλλακτικοί βωμοί έχουν ανεγερθεί, όπως τα ταχυφαγεία και τα delivery food, προσφέροντας λύσεις χαμηλής διατροφικής ποιότητας που όμως είναι γρήγορες, βολικές και αβασάνιστες.
Αντί επιλόγου…
Αυτή η νέα κουλτούρα, όπου η φωτιά έχει μετατοπιστεί από το κέντρο της οικίας στο εξωτερικό περιβάλλον, φαίνεται ότι έχει οδηγήσει και στην δραματική αύξηση της κατανάλωσης. Δεν είναι επομένως μόνον τα πολυάριθμα διαζευγμένα ζευγάρια που σχεδόν διπλασιάζουν το κόστος διαβίωσης (έξοδα κατοικίας, ενοίκιο, πάγια για παροχές νερού και ενέργειας), αλλά και το αυξημένο κόστος διατροφής για τις οικογένειες που συνεχίζουν να ζουν υπό την ίδια σκέπη, αλλά έπαψαν να μαγειρεύουν στο οικογενειακό τσουκάλι. Στις μέρες μας ευδοκιμεί η τηλεοπτική γαστρονομία και η μόδα των σεφ. Το φαγητό, δηλαδή η τροφή, μετατρέπεται σε θέαμα και το καθημερινό μαγείρεμα μετατρέπεται σε περιστασιακό και «μοδάτο» χόμπυ. Στην πραγματικότητα, πρόκειται για μια ηδονιστική προσέγγιση της θεμελιώδους βιολογικής και πολιτιστικής ανάγκης που λέγεται διατροφή. Μια τέτοια όμως μετατροπή καταλήγει να υποβαθμίζει την ποιότητα των οικογενειακών δεσμών, αντί να τους εξυψώνει και να τους ισχυροποιεί. Διότι η ιδιαίτερη στιγμή ενός εκλεπτυσμένου πιάτου – συχνά από εξωτικά υλικά – και η επίσης συχνά πολύπλοκη εκτέλεσή του, δεν μπορεί να υποκαταστήσει όλα εκείνα τα καθημερινά, μικρά και μεγαλύτερα, «τελετουργικά» που τελούνται γύρω από την οικογενειακή εστία και που μέσα από την χρηστικότητά τους σφυρηλατούν το ανθρώπινο δέσιμο και την οικογενειακή συνοχή. Συνοχή που κάνει την παραμονή των μελών της οικογένειας εντός οικίας κάτι το κανονικό κι όχι μια δυσβάσταχτη καταδίκη.
Η αναγκαστική επιστροφή στο σπίτι, λόγω της πανδημίας, μπορεί να αποτελέσει αφορμή για μια πιο ουσιώδη επιστροφή, ευκαιρία μοναδική και αναπάντεχη να επαναφέρουμε το «θείο πυρ» και πάλι εντός της οικίας μας και εντός του εαυτού μας. Με τον εγκλεισμό ο άνθρωπος επιστρέφει στο σπίτι κι όλα, τροφή, ανάγκες, σχέσεις, επιθυμίες, σκέψεις, επιστρέφουν στο σημείο εκκίνησης: στην κρηπίδα του οίκου, στα θεμελιώδη της ύπαρξης. Όπως αναφέρει ο Μίλτον, ο νους είναι η βάση, το θεμέλιο, η αρχή και το τέλος στον άνθρωπο· μπορεί να κάνει τον παράδεισο κόλαση και την κόλαση παράδεισο. Σαν «θείο πυρ», ο νους μπορεί να αναζητήσει το σημείο αφετηρίας ώστε να επανεξετάσει όλα όσα έχει εσωτερικεύσει. Ίσως έτσι μας δοθούν οι απαντήσεις στα σημερινά πολιτισμικά αδιέξοδα, μετατρέποντας την κόλαση του μηδενισμού και του καταναλωτισμού σε έναν εν δυνάμει «παράδεισο».
[1] Frye, N., 2005. Northrop Frye on Milton and Blake: 16 (Collected works of Northrop Frye). Toronto: University of Toronto Press. σ.110.
[2] Βλ. Quentin Skinner. Milton, Satan, and Subversion. Για το New York Review of Books.
[3] Βλ. Hannah Arendt. 1978. The Life of The Mind. Harcourt, Inc. New York.
[4] Βλ. Gordon S. Wood. 2003. The American Revolution. A Modern Library Chronicles Book. New York. σ.134, και Eugene Dominic Genovese. Roll, Jordan, Roll: The World the Slaves Made. First Vintage Books Edition. New York.
[5] Στην πραγματικότητα φαίνεται ότι ο σύγχρονος άνθρωπος έχει αποξενωθεί (εξαιτίας της εμπορευματοποίησης και του μηδενισμού) πολύ πριν την πανδημία. Συνεπώς, η καραντίνα βγάζει στην επιφάνεια και μας ωθεί να συνειδητοποιήσουμε το μέγεθος ενός προβλήματος που προϋπήρχε. Μας καλεί, την ίδια στιγμή, να αναστοχαστούμε, να επαναπροσδιορίσουμε τους στόχους και τις επιθυμίες μας για τη μετα-ιική εποχή. Τελικά, οι συνθήκες εγκλεισμού μας καλούν να επανεξετάσουμε το συνολικό μας προσανατολισμό, τόσο ως άτομα όσο και ως κοινωνία. Διότι πολλές φορές η μόνη οδός προς την ευγνωμοσύνη και την ειρήνη της ψυχής είναι η στέρηση· κατανοούμε πόση αξία θα μπορούσαν να έχει ένας περίπατος σε ένα πάρκο ή στην εξοχή, η επιπλέον μια συνεύρεση με τα αγαπημένα μας άτομα, μόνο όταν τα στερηθούμε για λίγο χρονικό διάστημα. Τότε ίσως καταλάβουμε ότι η πραγματική ευτυχία δεν είναι τα νούμερα, τα μεγέθη, η φαουστική οικονομική εξάπλωση και η γιγάντωση των τραπεζικών μας αποθεμάτων, αλλά τα απλά και καθημερινά πράγματα, κοινώς τα θεμελιώδη!
[6] Απόσπασμα από το ομώνυμο έργο του Νικηφόρου Βρεττάκου, εμπνευσμένο από την τραγωδία του Αισχύλου Προμηθέας Δεσμώτης.