Hans Haacke – Blue Sail, 1965

Συνδιαμόρφωση κειμένου: Γιώργος Κουτσαντώνης και Μιχάλης Θεοδοσιάδης

«Μόνον εμείς που έχουμε χαράξει την αντικειμενικότητα του κόσμου μας από αυτό που μας προσφέρει η φύση, που έχουμε κατασκευάσει μέσα στο φυσικό περιβάλλον για να προστατευθούμε από το ίδιο, μπορούμε να δούμε τη φύση ως κάτι το αντικειμενικό. Χωρίς έναν κόσμο που να βρίσκεται μεταξύ ανθρώπου και φύσης, θα υπήρχε αιώνια κίνηση, αλλά όχι αντικειμενικότητα»[1] (Χάνα Άρεντ)

Με το παραπάνω απόσπασμα από το Η Ανθρώπινη Κατάσταση η Χάνα Άρεντ μιλά για τον τεχνικό κόσμο, που χτίστηκε από τον Homo Faber. Λόγω της ικανότητάς του να αναδιαμορφώνει τη φύση, να χτίζει μια δεύτερη φύση, ο άνθρωπος μπορεί να αποσυνδεθεί από τον φυσικό κόσμο για να τον μελετήσει, αλλά και να αμφισβητήσει την ίδια του την κατάσταση και την καταγωγή του. Η τεχνική λοιπόν εμφανίζεται ως μέσο στοχασμού, για να εξασφαλιστεί ότι ο άνθρωπος μπορεί να γνωρίζει καλύτερα και περισσότερα πράγματα. Διαμορφώνοντας το πραγματικό, ο άνθρωπος εμβαθύνει στην κατάστασή του, που βρίσκεται σε αναστολή μεταξύ ύλης και πνεύματος, γνωρίζει τη δύναμη του μετασχηματισμού και το εγγενές όριό του. Αν και είναι σε θέση να μαθαίνει τους νόμους της φύσης και να τους χρησιμοποιεί για τους δικούς του σκοπούς, ο άνθρωπος δεν μπορεί να απελευθερωθεί εντελώς από την ανθρώπινη κατάστασή του· αδυνατεί να ενεργήσει πάνω στην καταγωγή του, πάνω σε αυτό που τον έφερε στον κόσμο. Ενώ, μέσω της τεκνοποίησης,  καταφέρνει να δημιουργήσει ζωή, να συμβάλλει στη γέννηση, δεν γίνεται κύριος του όντος που δημιουργεί. Το γεγονός της γέννησης ξεπερνά επομένως την ικανότητα σχεδιασμού αυτού που δημιουργείται, το «παραγόμενο» απελευθερώνεται από τη δημιουργία και τον δημιουργό του, γίνεται αυτόνομη και ικανή οντότητα. Έτσι, ο δημιουργός μοιάζει, περισσότερο ως συνεργάτης στη δημιουργία: δεν δημιουργεί ριζικά το ον, αλλά συμμετέχει σε μια ζωοποιό διαδικασία που κορυφώνεται με τη γέννηση των δημιουργημένων.

Βλέπουμε λοιπόν ότι ο άνθρωπος είναι ένα ον που γεννά και παράγει. Ως Homo Faber κατασκευάζει εργαλεία κι αντικείμενα που βρίσκονται στη διάθεσή του, τον προστατεύουν και πολλαπλασιάζουν τη ισχύ του. Όταν όμως γεννά δραπετεύει από τη σφαίρα της παραγωγής όχι για να κατασκευάσει κάτι, αλλά για να δημιουργήσει κάποιον. Η τεχνική ανήκει στον κόσμο της παραγωγής, δεν δημιουργεί, αλλά κατασκευάζει. Σχεδιάζει εργαλεία και αντικείμενα των οποίων ο σκοπός εξαντλείται κατά τη χρήση τους. Η γέννηση και η παραγωγή φαίνεται να επισημαίνουν δύο αντίθετα σημασιολογικά σύμπαντα. Ωστόσο, η τεχνική στην εσωτερική της κίνηση φαίνεται πως τείνει συνεχώς να δημιουργεί «γενιές». Η τεχνική δράση εξακολουθεί να είναι μια ανθρώπινη δράση και όπως κάθε ανθρώπινη δράση χαρακτηρίζεται από παραγωγή. Η έλευση της τεχνητής νοημοσύνης μοιάζει ο ιδανικός ρυθμιστής μιας τεχνικής που, υπό μια έννοια, ανθρωποποιείται: όπου το εργαλείο παύει να είναι ή να εκλαμβάνεται ως τέτοιο και γίνεται ένα «εγώ» που τώρα αντιμετωπίζει το «εσύ». Το αν ο Homo Faber επιτύχει ποτέ κάτι τέτοιο, είναι ένα ιδιαίτερα αμφιλεγόμενο θέμα, αλλά αν ποτέ το έκανε δεν θα έπρεπε πλέον να αντιμετωπίζει το παραγόμενό του ως αντικείμενο, αλλά ως άτομο. Συνεπώς, μια από τις βαθύτερες επιδιώξεις του Homo Faber δεν είναι παρά ο κρυφός πόθος της φαουστικής φύσης του ανθρώπου να «σκοτώσει» το Θεό ώστε να καταστεί Θεός ο ίδιος, ικανός να πλάθει οντότητες αυτόνομες, να επεμβαίνει στη φύση και να ορίζει ο ίδιος, βουλησιαρχικά, τους κανόνες βάσει των οποίων θα λειτουργούν αυτές οι οντότητες.

Η τεχνική συχνά μας φοβίζει γιατί τα αποτελέσματά της ενώ μπορούν σε κάποιες περιπτώσεις να χρησιμοποιηθούν για υπέροχους σκοπούς, κάτω από την κυριαρχία της βουλησιαρχίας εύκολα μετατρέπονται σε «εργαλεία του κακού». Με το χειρισμό του ατόμου μπορούμε να παράγουμε ενέργεια προς όφελος πολλών ή ατομικές βόμβες για τον αφανισμό πολλών άλλων. Κάθε τεχνική πρόοδος μας φαίνεται αμφίσημη, δυνητικά διεφθαρμένη από μια εσωτερική πιθανότητα να υπηρετήσει το κακό, σε σημείο ώστε να αμφιβάλλουμε για το ποια είναι πραγματικά η ουσία της προόδου, πέρα από την υλική η οποία βασίζεται στη ισχύ των αντικειμένων που παράγουμε, συχνά χωρίς να είμαστε σαφείς για ποιο σκοπό τα παράγουμε πραγματικά. Κάθε φορά που η τεχνολογία απελευθερώνεται από γενιά σε γενιά, εμπίπτει σε μια ειδωλολατρική δυναμική που μειώνει τον άνθρωπο στα εργαλεία που διαθέτει. Με άλλα λόγια, η φαουστική επίκληση στην ανθρώπινη παντοδυναμία, την οποία η τεχνολογία (βάσει του νεωτερικού ανθρώπου) έρχεται να πραγματώσει, αντί να καταστήσει τον άνθρωπο ελεύθερο, όντας ένας Θεός ικανός να πραγματώσει μέσα από την κατασκευή και την παραγωγή οτιδήποτε ποθεί, τον μετατρέπει σε δούλο των ίδιων του των δημιουργιών. Η τεχνική ως τεχνική πράξη είναι μια δράση του ανθρώπου που αποκαλύπτει την πληγωμένη ανθρώπινη κατάστασή του. Επείγει, λοιπόν, η επιστροφή στον φιλοσοφικό στοχασμό, που δεν είναι άρνηση της δράσης, αλλά η κορύφωσή της. Ο στοχασμός (contemplation) είναι μια αέναη δημιουργική δράση, η οποία δεν εξαντλεί ποτέ το αντικείμενο του στόχου της. Η στοχαστική δράση είναι ανεξάντλητη και ανοιχτή, δεν τελειώνει ποτέ με τη δημιουργία οποιουδήποτε αντικειμένου, διότι είναι η ουσία του ανθρώπου.

Όμως δεν θα πρέπει να αντιλαμβανόμαστε τη στοχαστική δράση και την τεχνική ως δύο εκ διαμέτρου αντίθετα. Μήτε στόχος μας είναι να ανατρέψουμε, πέρα για πέρα, την τεχνολογία ως τέτοια. Άλλωστε αυτό το έχουμε ήδη τονίσει παραπάνω, όταν μιλήσαμε για τις πιθανότητες θετικής συνεισφοράς του Homo Faber, τόσο ως προς τον ίδιο του τον εαυτό όσο και ως προς την ανθρωπότητα ως σύνολο. Η Simone Weil είχε υποστηρίξει ότι, «οι ουμανιστές δεν είχαν άδικο που έδιναν τόση σημασία στην αξία της αλήθειας, της ομορφιάς, της ελευθερίας και της ισότητας· το σφάλμα τους εντοπίζεται κυρίως στην αντίληψή τους ότι όλα αυτά οι άνθρωποι θα μπορούσαν να τα κατακτήσουν δίχως τη βοήθεια της «θείας χάρης»[2]. Παρομοίως θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι ο Ηomo Faber δεν υποπίπτει στην αμαρτία απλά και μόνο επειδή χρησιμοποιεί τη γνώση του προκειμένου να κατασκευάσει, να δημιουργήσει, να πλάσει, να δώσει μορφή και νόημα σε άψυχα αντικείμενα, αλλά όταν αποφεύγει τη στοχαστική δράση, μέσω της οποίας μπορεί να ελέγξει τις βουλησιαρχικές του επιδιώξεις. Επί της ουσίας, οι θεωρίες που στρέφονται συλλήβδην ενάντια στην τεχνολογία φαντάζουν εξωπραγματικές για τον σύγχρονο κόσμο. Καλούμαστε, επομένως, να αποφύγουμε μηδενιστικές προσεγγίσεις πάνω σε αυτό το θέμα, οι οποίες δεν αποτελούν παρά το ανεστραμμένο είδωλο της νεωτερικής και φαουστικής τεχνολατρείας. Τι άλλο μας μένει, λοιπόν, αν όχι ο επανακαθορισμός της ιεράρχησης των αναγκών μας, δίνοντας προτεραιότητα στη στοχαστική δράση, ως αναπόσπαστο κομμάτι της πνευματικής αναγέννησης που προτάσσουμε ενάντια στην πολιτισμική παρακμή της εποχής μας;


[1] Hannah Arendt, The Human Condition, University of Chicago Press, 1958. (σ. 157, απόδοση στα Ελληνικά: Γιώργος Κουτσαντώνης).

[2] Simone Weil. Selected Essays, 1934-1943. 1962. Oxford: Oxford University Press. (σ.53, απόδοση στα Ελληνικά: Μιχάλης Θεοδοσιάδης).