Απόσπασμα από: «Το ατέρμονο τέλος της μετανεωτερικής κοινωνίας» του Αλέξανδρου Μπριασούλη
Το μεγάλο παράδοξο με το οποίο βρίσκεται αντιμέτωπος ο σημερινός άνθρωπος είναι το γεγονός ότι όσο περισσότερο πολλαπλασιάζεται ο όγκος της γνώσης και εξειδικεύονται τα γνωστικά πεδία, τόσο η ικανότητά του να προσλαμβάνει το πραγματικό ατροφεί και η κριτική του ικανότητα παραλύει. Όσο περισσότερες πληροφορίες μαθαίνει για τα γεγονότα, τόσο αυτά γίνονται ασυνάρτητα. Η προφάνεια του απλού γεγονότος, ο πλήρης φωτισμός του από όλες τις μεριές, που εξαφανίζει κάθε σκιά και η ενδελεχής εξέτασή του από όλες τις οπτικές γωνίες, όπως επιτάσσει η αναλυτική μεθοδολογία, το καθιστά τελικά ακόμα πιο δυσανάγνωστο και σκοτεινό. Η μεγάλη εποποιία του ορθολογισμού φαίνεται ότι καταλήγει στις μέρες μας στο αντίθετο από αυτό που υπήρξε ο αρχικός του στόχος: όσο η ανθρώπινη νόηση επιμερίζει και εμβαθύνει το πεδίο του επιστητού τόσο γίνεται δυσκολότερο να εντάξει την γνώση που αποκομίζει σ’ ένα συνεκτικό όλον. Όσο περισσότερο διάφανο γίνεται το επιμέρους τόσο συσκοτίζεται η γενική εικόνα και τόσο πιο επισφαλής γίνεται η θέση του ατόμου στον κόσμο. Προσπαθώντας να συλλάβει την αλήθεια με τρόπο πρακτικό και ανθρωποκεντρικό, το νεωτερικό πνεύμα την αντικατέστησε σταδιακά με την βεβαιότητα της αυτοσυνείδησης, στο τέλος όμως αυτής της διαδικασίας βλέπουμε ότι όχι μόνο του διαφεύγει η αλήθεια, μαζί με την πίστη σε αυτήν, αλλά εξαερώνεται και η ίδια η αυτοσυνείδηση. Ο άνθρωπος δεν μπορεί να τοποθετήσει τον εαυτό του στον κόσμο ούτε και να ορίσει το ίδιο του το εγώ, έχοντας γίνει υποχείριο των άλογων ορμών των επιθυμιών του. Φαίνεται σαν η υπερβολική γνωστική διαύγεια που έχει επιβάλλει σε όλους τους τομείς της ζωής ο ορθολογισμός να υπονομεύει την ικανότητα δράσης: ο άνθρωπος γνωρίζει μεν πολλά, αλλά αυτό δεν τον βοηθά να παίρνει τις κατάλληλες αποφάσεις. Εάν στις απαρχές της ανθρώπινης ιστορίας ήταν η έλλειψη ακριβούς γνώσης που γινόταν τροχοπέδη για την εξέλιξη, σήμερα είναι η υπερβολικά ακριβής ποσότητα πληροφορίας που παραλύει την κρίση και υποσκάπτει την αποφασιστικότητα…
Οι επιπτώσεις του αδιεξόδου αυτού δεν αφορούν μόνο την θεωρία της γνώσης και τους επιστημονικούς τομείς, αλλά επεκτείνονται και στην κοινωνική οργάνωση της καθημερινής ζωής. Ο αποπροσανατολισμένος άνθρωπος έχει την αίσθηση ότι χάνει αργά αλλά σταθερά τον έλεγχο της ίδιας του της ζωής, όπως έχασε και τον έλεγχο των μεγάλων κοινωνικών μεταρρυθμίσεων και επαναστάσεων. Είναι ενδεικτική η ειλικρίνεια με την οποία εκφράζεται ένας από τους σπουδαιότερους πρωταγωνιστές και αυτόπτης μάρτυρας των μεγάλων γεγονότων του 20ού αιώνα, ο Γάλλος φιλόσοφος Ζακ Ελλύλ: «Αγωνιστήκαμε λοιπόν για την ειρήνη, την κοινωνική δικαιοσύνη… αναζητήσαμε την ευτυχία και την ισότητα για όλους, αλλά όλες μας οι προσπάθειες κατέληξαν αναπότρεπτα στο ακριβώς αντίθετο, μεταμορφωμένες και διαστρεβλωμένες. Το χειρότερο απ’ όλα είναι αυτό το «φαινόμενο διαστροφής» όλων αυτών για τα οποία πολεμήσαμε στο αντίθετό τους, φαινόμενο που εμφανιζόταν κάθε φορά που οι επιθυμίες μας θριάμβευσαν στην ιστορία. Κάθε φορά τα πράγματα κατέληγαν στο αντίθετο από αυτό που είχαμε υπολογίσει. Ο σοσιαλισμός οδήγησε στον Στάλιν. Την πτώση του Χίτλερ την ακολούθησε η γενικευμένη υιοθέτηση των μεθόδων του, η νίκη του ολοκληρωτικού κράτους, τα βασανιστήρια, τα μονοκομματικά καθεστώτα, τα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Και κάθε φορά που μια από τις ανακαλύψεις μας την έπαιρνε στα σοβαρά η εξουσία ή η κοινή γνώμη, αυτή ψεύτιζε και γινόταν κάλπικη. Είναι σαν, μ’ έναν τρόπο ακατανόητο, όλα εκείνα τα υπέροχα άνθη της προόδου να μην έδωσαν παρά καρπούς πικρούς και δηλητηριώδεις και πέραν αυτών, τίποτε».[1] Όποιος διαθέτει έστω και σε ελάχιστο βαθμό την ικανότητα της αντικειμενικής παρατήρησης και παραμένει ανεπηρέαστος από την καταναγκαστική αισιοδοξία που επιβάλλει καθημερινά ο καθεστωτικός ανθρωπισμός, θα αναγνωρίσει στα λόγια αυτά του Ελλύλ την ομολογία αποτυχίας, όχι μόνο μιας γενιάς, αλλά σύσσωμου του νεωτερικού ηθικού και πνευματικού οικοδομήματος. Βέβαια, αυτή η αποτυχία ήταν ταυτόχρονα κι ένα τέλος, αλλά όχι του δυτικού πολιτισμού εν γένει, παρά μόνο των ψευδαισθήσεων όλων όσων εξέλαβαν στην ονομαστική τους αξία τις μεσσιανικές εξαγγελίες των μεγάλων ιδεολογικών αφηγημάτων και κυρίως την υπόσχεση του τέλους της ιστορίας και της κυριαρχίας ενός απελευθερωμένου ανθρώπου.
[1] Jacques Ellyl, La foi au prix de dout, La Table Ronde, Paris 2006, σσ. 270-275.
(Κυκλοφορεί πριν τα τέλη Δεκέμβρη 2020)