Απόσπασμα από το άρθρο, «Βελτιοδοξία και ελπίδα.» που περιέχεται στο 2ο τεύχος του περιοδικού ResPublica / Σημειώσεις εκτός γραμμής για την ριζική κοινωνική αλλαγή, το οποίο κυκλοφορεί μαζί με το 3ο τεύχος.
Η βελτιοδοξία νοείται ως ελπίδα που γίνεται με πλήρη αναγνώριση της τραγικότητας που χαρακτηρίζει τον ανθρώπινο κόσμο. Είναι αυτή η συνειδητοποίηση σχετικά με τις καταστρεπτικές ορέξεις της fortuna, σύμφωνα με τον όρο του Machiavelli, που προκαλεί αντίσταση ενάντια στην αθλιότητα μέσω της πολιτικής δράσης. Η fortuna, γράφει ο Ιταλός στον Ηγεμόνα, «δείχνει τη δύναμή της εκεί όπου δεν υπάρχει οργανωμένη ισχύ να της αντισταθεί», όταν, με άλλα λόγια, δεν υπάρχει οργανωμένη πολιτεία, των οποίων τα μέλη αποκτούν θάρρος ώστε να την περιορίσουν μέσω αμοιβαίων (πολιτικών) δεσμεύσεων, με την ηθική μνήμη ως αρετή. Ο φοβισμένος πεσσιμιστής που αποσύρεται από τη δημόσια σφαίρα και παραχωρεί όλες τις πολιτικές του ελευθερίες σε έναν κλειστό κύκλο εμπειρογνωμόνων ή σε έναν αναμφισβήτητο ηγέτη, στερείται της αρετής, του θάρρους, της αντοχής και της υπομονής που θα μπορούσε να μειώσει τις συνέπειες της fortuna. Αντίθετα, ο οπτιμιστής έχοντας εκδιώξει από τη σκέψη του οποιαδήποτε αίσθηση τραγικότητας, καθίσταται έρμαιο λογικών αφαιρέσεων, χωρίς να είναι ποτέ προετοιμασμένος για την πιθανότητα ο κοινός κόσμος να βρεθεί αντιμέτωπος με τις διενέξεις και την ύβρη της μήνεως και των παθών. Αντιθέτως, ο ενάρετος και συνειδητός «ποντικός» κατανοεί ότι το θάρρος – όπως το έθεσε η Hannah Arendt – είναι «απαραίτητο για την πολιτική δράση». Κανένας «απερίσκεπτος οπτιμισμός» – η «δεισιδαιμονία» της προόδου, το ουτοπικό όραμα για μια νέα κοινωνία που βρίσκεται σε απόλυτη τελειότητα – αλλά η γνώση σχετικά με την ευθραυστότητα και την τραγικότητα του ανθρώπινου κόσμου είναι η πιο σημαντική αρετή.
Με άλλα λόγια, ελπίδα είναι η αγάπη μας για τον κόσμο (amor mundi), η «τρυφερή στοργή της συμπόνιας» που μετράει, όχι όμως όπως είχε αντιληφθεί τη συμπόνοια (compassion) η Arendt, σαν μια σεντιμενταλιστική (και άρα μή-πολιτική) προδιάθεση που διαβρώνει την ουσία της πολιτικής -τον λόγο και την πράξη- διεγείροντας θυμικές εκρήξεις. Κατά τον Martin Luther King Jr, την αγάπη (agape) δεν πρέπει να την προσεγγίζουμε σαν μια συναίσθηματική επίκληση· αντίθετα, είναι ένα καθήκον, μια υποχρέωση, όπως θα έλεγε και η Simone Weil, να νοιαζόμαστε τόσο για τον εαυτό μας όσο και για το σύνολο, ώστε να θωρακιστεί ο εύθραυστος κοινός μας κόσμος και να περιοριστούν όλες οι θυμικές εκρήξεις που θα μπορούσαν να τον συντρίψουν. Ελπίδα δεν είναι να λέμε «διεκδικήστε το αδύνατο»· ελπίδα είναι ο συμβιβασμός με τη μοίρα μας (amor fati), με το παρελθόν μας και τις ατέλειές μας, με τα όριά μας, με την αρκαδική μας απλότητα, όχι ωστόσο με την υποδούλωσή μας στον πεσιμισμό και στην α-σκεψία που οι κομφορμιστές εξισώνουν με την «ειρήνη». Ελπίδα δεν είναι η ηττοπάθεια και η υπεράσπιση της έχουσας κατάστασης ως «η καλύτερη δυνατή που μπορεί να υπάρξει». Οφείλουμε, ωστόσο, να γνωρίζουμε ότι τα όρια μεταξύ εφικτού και ανέφικτου, μεταξύ ελπίδας και ουτοπίας (ή κομφορμισμού), δεν μας δίνονται a-priori μήτε είναι πάντα ευδιάκριτα. Ο φόβος του αγνώστου, του ακαθόριστου και απρόβλεπτου, τούτη η αιώνια πρόκληση ενάντια στον άνθρωπο, ουδέποτε θα πάψει να μας καταδιώκει. Ας δούμε όμως την ελπίδα σαν μια ενεργή προσπάθεια να απαλλάξουμε τον εαυτό μας από κάθε αδιέξοδη θλίψη και οδύνη· ας εξοπλιστούμε με ψυχική δύναμη, σθένος και πίστη. Επιμονή, αποφασιστικότητα, αυτοπεποίθηση, αυτοδυναμία, κριτικό πνεύμα… Η ελπίδα και η βελτιοδοξία αρχίζουν και τελειώνουν εντός του κόσμου των ιδίων μας των πράξεων. Πρόκειται για την ακλόνητη πεποίθησή μας πως η αδικία θα δώσει τη θέση της στην ευπρέπεια και την αξιοπρέπεια, πως η εμπειρία θα μας εφοδιάσει με την απαραίτητη ανθεκτικότητα, ώστε να ανταπεξέλθουμε στις προκλήσεις που οι ίδιοι προξενούμε λόγω της ύβρεως, λόγω της υπερβολής, η οποία φωλιάζει μέσα μας, στα πιο ενδόμυχα τμήματα της ίδιας μας της ψυχής. Οφείλουμε να γνωρίζουμε, ωστόσο, πως εμπειρία και η μνήμη δεν συνιστούν από μόνες τους αποδείξεις αλήθειας, και -ως εκ τούτου- δικαιοσύνης. Μια εμπειρία (ιδίως αν πρόκειται για «τραυματική» εμπειρία, ικανή να διεγείρει συναισθήματα και θυμικές αντιδράσεις, ή πολύ χειρότερα, εκδικητικές τάσεις) θα μπορούσε κάλλιστα να μας εξαπατήσει αν την ταυτίσουμε με το «αντικειμενικό», δίχως κάποια αρχική προσπάθεια διαύγασης των όλων όσων διαδραματίζονται μπροστά μας.