Απόσπασμα από το άρθρο «Κάλβος, ὁ ἐθνικὸς ποιητής», της Μαρίας Κορνάρου, για το 4ο τεύχος του περιοδικού Res Publica που κυκλοφορεί τις επόμενες ημέρες.

[…] Ὅπως οἱ μεγάλες στιγμὲς ἀποκόπτονται ἀπὸ τὴ ροὴ τοῦ χρόνου καὶ τοποθετοῦνται στὶς προθῆκες τῆς ἱστορίας, ἔτσι συμπαρασύρουν καὶ τὰ ἔργα ποὺ τοὺς ἀφιερώθηκαν. Ὁ δημιουργὸς περνᾶ στὴν ἱστορία μὲ ὄχημα τὸ κοινὸ ποὺ ἀκόμη συνωστίζεται μπροστὰ ἀπὸ τὶς προθῆκες της, ποὺ τὸν ἀντιλαμβάνεται πιὰ σὰν κομμάτι αὐτῆς τῆς προθήκης, καὶ μὲ αὐτὴ τὴν ἰδιότητα τὸν δοξάζει κι αὐτόν, ἀκριβῶς ὅπως δοξάζει τοὺς ἥρωες, τοὺς πρωταγωνιστὲς τοῦ ἱστορικοῦ γεγονότος. Ὁ δημιουργὸς εἶναι ἐκεῖ, παρὠν, ἀνάμεσα στοὺς ἥρωες –πῶς ἀλλιῶς θὰ τοὺς ἀπαθανάτιζε στὸ ἔργο του; Συνάμα ὅμως ὁ δημιουργὸς εἶναι καὶ ἀνάμεσα στὸ κοινό, ἀνάμεσα στοὺς ἀπογόνους καὶ στοὺς κληρονόμους τῶν ἡρώων, καὶ σ’ὅσους θέλουν νὰ πάρουν αὐτόκλητα τὸ νῆμα ἀπὸ τοὺς ἥρωες καὶ νὰ τοὺς μοιάσουν. Εἶναι ἀνάμεσα στὸ κοινό, γιατὶ ἡ θέση του εἶναι ἀπέναντι ἀπ’τοὺς ἥρωες, νὰ τοὺς παρατηρεῖ, νὰ τοὺς ἐξυμνεῖ, νὰ τοὺς σχολιάζει, ὅπως ἀκριβῶς κάνει τὸ πλῆθος. Ἔτσι, ὁ δημιουργὸς ἀνήκει συνάμα στοὺς ἥρωες ὅσο καὶ στοὺς θνητούς: εἶναι ὁ κρίκος ποὺ τοὺς ἑνώνει. Ὁ δημιουργὸς ἐπιτέλεσε, τότε ποὺ ἐξύμνησε τοὺς ἥρωες, τὸ ἔργο ποὺ τὸ κοινὸ θὰ ἐπαναλαμβάνει στοὺς αἰῶνες, ἀντιπροσώπευσε θα’λεγε κανεὶς τὸ κοινό, τὸ ἀπεστέρησε ἀπὸ τὸ βάρος νὰ βρεῖ ἐκεῖνο τὶς λέξεις καὶ τὶς εἰκόνες καὶ τὰ σχήματα γιὰ νὰ μιλήσει γιὰ τὰ ἀντικείμενα τοῦ θαυμασμοῦ του. Ὄντας λοιπὸν προσιτὸς συνάμα καὶ ἀπλησίαστος, ἥρωας καὶ θαυμαστής, αἰώνιος καὶ θνητός, ὁ ποιητὴς ποὺ ὑμνεῖ τὴν ἱστορία γίνεται σύμβολο. Σύμβολο τοῦ γεγονότος ἀπέναντι στὸ πολὺ συγκεκριμένο κοινό του, πύλη γιὰ νὰ διαβοῦν οἱ κληρονόμοι τῶν ἡρώων: ὁ ἐθνικὸς ποιητής.

(…)

Ἴσως τὸ πιὸ ρηξικέλευθο χαρακτηριστικὸ τῶν Ὠδῶν, αὐτὸ ποὺ πλέον τιμᾶ τοὺς Ἕλληνες καὶ ὑπογραμμίζει τὸν χαρακτήρα τοῦ ποιητὴ ὡς κλασσικιστή, εἶναι ὅτι ὁ Ἀγώνας δὲν παρουσιάζεται ποτὲ ὡς τραγωδία, ποτὲ ὡς ἄξιος δακρύων. Εἶναι μονάχα ἔνδοξος. Οἱ Ἕλληνες ποτὲ δὲν εἶναι ραγιάδες, δὲν εἶναι δύστυχοι ἢ ἀξιολύπητοι. Δὲν εἶναι ζητιάνοι κανενός, γιατὶ δὲν ἔχουν καμία ἀνάγκη –ἀκριβέστερα, στὸν ἀγῶνα πληροῦται κάθε ἀνάγκη τους. Εἶναι οἱ ἀδιαμφισβήτητοι πρωταγωνιστὲς τῶν Ὠδῶν, αὐτοὶ κινοῦν τὰ γεγονότα καὶ μόνοι, ρυθμίζοντας τὴ μοῖρα τους. Ὄχι γιατὶ εἶναι ὑπέρ τους οἱ καταστάσεις, οὔτε γιατὶ τοὺς ἐγγυήθηκε τὴ νίκη ὁ Θεὸς ἢ οἱ προστάτιδες Δυνάμεις. Μὰ γιατὶ ἔχουν σταθερὴ τὴν ἀπόφαση, ἔχει κατασταλάξει μέσα τους ἡ πολυκύμαντη ἀνθρώπινη φύση. Οἱ Σουλιῶτες, οἱ σκόρπιοι αὐτοὶ μὰ σκληροτράχηλοι πολεμιστές, δὲν εἶναι φτωχοπαλίκαρα –εἶναι κρυπτὸν στεφανομένων σύνταγμα ἡρῴων. Οἱ Ἕλληνες εἶναι ἥρωες –ἔτσι ὅρισαν τὸ ριζικό τους. Ἔτσι παραμένουν κύριοι τῆς δικής τους μάχης. Αὐτὴν δὲν τὴν ὁρίζει ποτὲ τὸ ἀποτέλεσμα, μονάχα τὸ στεφάνι. Καὶ τὸ στεφάνι τὸ ὁρίζει ὁ ἀγωνιστής, ἂν θὰ τὸ πάρει. Ἡ ἔνδεια τῶν Ἑλλήνων, ἡ σκληραγωγία τους –ἔθνος αὐτοὶ λησμονημένο στὴ σκλαβιὰ, ὅσο ὁ ὑπόλοιπος κόσμος πίνει καὶ ἐρωτεύεται– εἶναι στὸν Κάλβο ὄχι ἀφορμὴ δακρύων, μὰ ὕμνων δοξαστικῶν. Εἶναι τ’ἀληθινὸ προνόμιο τῆς Ἑλλάδας. Στὰ Ψαρά, ὅσο ἡ σκιὰ τῶν ἡδονῶν ἀπλώνεται καὶ σβήνει τὴ φλόγα ἀπ’τὶς ψυχές τῶν ἐθνῶν, συγχύζει τὸν πολύτιμο νοῦ τους, τὰ ἀσκητικά, τὰ ἄμωμα Ψαρά ἡ φθορὰ δὲν τὰ ἀγγίζει. Ἐκεῖ στὰ βράχια τους κουρνιάζει ἡ δικαιοσύνη. Τὰ σκοτάδια ποὺ ζώνουν τοὺς Ἕλληνες γίνονται ἀφορμὴ νὰ ἀνάψει μέσα τους φλογερὴ ἡ λαχτάρα τῆς θυσίας. Αὐτὰ τοὺς προορίζουν γιὰ τὸ αἰώνιο μέλλον –τοὺς καθιερώνουν στὴν ἱστορία.

Ἐπὶ τὸ μέγα ἐρείπιον
ἡ Ἐλευθερία ὁλόρθη
προσφέρει δυὸ στεφάνους·
ἕν᾿ ἀπὸ γήινα φύλλα,
κ᾿ ἄλλον ἀπ᾿ ἄστρα.