Μετάφραση και προλογισμός: Μύρων Ζαχαράκης
Το παρακάτω άρθρο, που γράφτηκε από τον καθηγητή Φιλοσοφίας Michael V. Antony πάνω από δέκα χρόνια πριν, αποτελεί κριτική στο γνωστό κίνημα των λεγόμενων Νέων Αθεϊστών, μια μορφή αθεϊστικού ακτιβισμού που ήρθε στο προσκήνιο περίπου γύρω στις αρχές του 21ου αιώνα και κυρίως με αφορμή τα περιστατικά εκδήλωσης του ισλαμικού φονταμενταλισμού (π.χ. γεγονότα της 11ης Σεπτεμβρίου), ορισμένα κινήματα αντιεμβολιασμού με θρησκευτική απόχρωση (κυρίως στην Αφρική), καθώς και το κίνημα της ψευδοεπιστήμης του «δημιουργισμού», ο οποίος (ιδιαίτερα στις Ηνωμένες Πολιτείες) επιδιώκει να συναγωνιστεί ή και να εκτοπίσει την εξελικτική θεωρία μέσα στον χώρο της εκπαίδευσης. Παράλληλα, το κείμενο αυτό διατηρεί και σήμερα την επικαιρότητά του. Ο λόγος είναι ότι μερικοί από τους γνωστότερους αλλά και πλέον προικισμένους εκλαϊκευτές των θετικών επιστημών έχουν συνεισφέρει όχι μονάχα στην άνοδο της επιστημονικής παιδείας στο ευρύτερο κοινό, αλλά και στη διάδοση κάποιων προκαταλήψεων νατουραλιστικής και αντιθρησκευτικής απόχρωσης και συχνά διαδίδονται έμμεσα και παράλληλα με την εκλαΐκευση των επιστημονικών ιδεών, σαν αυτονόητη προέκτασή τους. Το αποτέλεσμα είναι να υπάρχει ένα μεγάλο μέρος νέων και εκκολαπτόμενων επιστημόνων που οι πρώτη του επαφή με τον οικείο κλάδο του έλαβε χώρα κατά τα παιδικά ή τα πρώιμα εφηβικά του χρόνια, με μια εκπομπή ή κάποιο βιβλίο ενός αξιόλογου εκλαϊκευτή, ο οποίος συνδύαζε μια γοητευτική εισαγωγή στην επιστήμη με υπόρρητες αθεϊστικές προϋποθέσεις και προκαταλήψεις. Το αποτέλεσμα είναι κυρίως να δυσχεραίνεται ο διάλογος μεταξύ επιστήμης και θρησκείας, όχι μονάχα διότι διαδίδονται αρνητικές προκαταλήψεις ενάντια στους θρησκευόμενους μέσα στην επιστημονική κοινότητα[1]. Ακριβώς λόγω της κατάχρησης της εξελικτικής θεωρίας σαν «οχήματος» διαμόρφωσης αθεϊστικών κοσμοθεωριών, η οποιαδήποτε αναφορά σε Δημιουργό ταυτίζεται από πολλούς βιολόγους εσφαλμένα με τον «δημιουργισμό». Και το αντίστροφο: αρκετοί θρησκευόμενοι ανά τον κόσμο, συνήθως με ελλιπή γνώση βιολογίας, ενστικτωδώς τείνουν να θεωρούν την εξελικτική θεωρία ως αθεϊστικό και ψευδοεπιστημονικό ιδεολόγημα, απορρίπτοντάς τη. Αυτό μπορεί να παρατηρηθεί και στον ελληνικό χώρο, ιδιαίτερα σε μερικά δημοφιλή κανάλια εκλαϊκευμένης επιστήμης στο You Tube, τα οποία, ίσως και ακούσια, επανειλημμένα προβάλλουν απόψεις των Νέων Αθεϊστών σε επιμέρους βίντεό τους, χωρίς να τους κατονομάσουν ρητά και πάντα παρουσιάζοντας αυτές ως μέρος της επιστήμης και απλή αντικειμενική αλήθεια. Ας σημειωθεί ότι η παρούσα κριτική δεν απευθύνεται στον αθεϊσμό συλλήβδην, παρά σε μια επιμέρους μορφή του, τον νεοαθεϊσμό, τον οποίο ο συγγραφέας θεωρεί ως λογικά προβληματικό[2]. Τούτων λεχθέντων, ας προχωρήσουμε στο κείμενο.
♣
«Ο σοφός άνθρωπος», έγραφε ο Hume, «φροντίζει να εναρμονίζει τις πεποιθήσεις του με τα υπάρχοντα εμπειρικά στοιχεία». Αυτή είναι η προτροπή της θεμελιοκρατίας– της άποψης ότι μια πεποίθηση είναι έλλογη ή βάσιμη αν και μόνο αν υποστηρίζεται από τα διαθέσιμα στοιχεία. Μια πιο γενικευμένη εκδοχή της θεμελιοκρατίας καλύπτει πεποιθήσεις με διάφορους βαθμούς βεβαιότητας, όπως και άλλες «δοξαστικές συμπεριφορές» όπως η δυσπιστία, η αμφιβολία και η αναβολή διατύπωσης κρίσεως («δόξα» είναι η ελληνική λέξη για τη γνώμη ή πεποίθηση). Αυτή λοιπόν υποστηρίζει ότι η ορθολογική/λογικά δικαιολογημένη στάση όσον αφορά έναν ισχυρισμό ή μια πρόταση, είναι εκείνη που εναρμονίζεται με τα διαθέσιμα στοιχεία που έχουμε στη διάθεσή μας. Παρόλο που η θεμελιοκρατία είναι περισσότερο δύσκολη στη διασάφηση από ότι φαίνεται αρχικά, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι τουλάχιστον εκ πρώτης όψεως φαντάζει εύλογη. Η θεμελιοκρατία παίζει επίσης καίριο ρόλο στις επιθέσεις των Νέων Αθεϊστών ενάντια στις θρησκευτικές πεποιθήσεις κάθε είδους, όπως έπαιζε και στην περίπτωση του Hume. Η πίστη στην ύπαρξη του Θεού ή άλλων υπερβατικών όντων, δέχεται κριτική με το σκεπτικό ότι δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία που να τη δικαιολογούν. Απηχώντας τον Carl Sagan και, πριν από αυτόν, τον Laplace, λένε ότι «οι υπερβολικοί ισχυρισμοί απατούν υπερβολικά στοιχεία υπέρ τους» και μας διαβεβαιώνουν πως τίποτα τέτοιο δεν υφίσταται όσον αφορά το θείο. Το συμπέρασμα είναι ότι κάθε θρησκευτική πεποίθηση πρέπει να κρίνεται ως παράλογη, επιστημολογικά αδικαιολόγητη ή διανοητικά αθέμιτη, επομένως και να απορρίπτεται. Όπως αγαπάει να επαναλαμβάνει ο Christopher Hitchens: «οτιδήποτε μπορεί να υποστηριχθεί χωρίς στοιχεία, μπορεί επίσης να απορριφθεί δίχως στοιχεία». Αλλά τι συμβαίνει με τον αθεϊσμό των Νέων Αθεϊστών– την πεποίθησή τους δηλ. ότι δεν υπάρχει Θεός ή άλλα υπερβατικά όντα; Σύμφωνα με τη θεμελιοκρατία, αυτή η πεποίθηση (ανεξαρτήτως του με πόση βεβαιότητα να πρεσβεύει κανείς) επίσης απαιτεί στοιχεία για να θεωρηθεί έλλογη. Ωστόσο, οι Νέοι Αθεϊστές δε φαίνεται να προβληματίζονται ιδιαίτερα, ώστε να μας προσφέρουν οι ίδιοι στοιχεία υπέρ της δικής τους άποψης. Παρόλο που ενίοτε μας προσφέρουν και κάποια επιχειρήματα – το «πρόβλημα του κακού», η γνωστή «μανούβρα του απόλυτου Μπόινγκ 747» μέσα στο βιβλίο του Dawkins Η περί Θεού αυταπάτη, και μερικά ακόμη – σε γενικές γραμμές, αυτά παίζουν μάλλον δευτερεύοντα ρόλο στις επιθέσεις τους. Πολύ πιο σημαντικό ρόλο έχει η επίμονα επαναλαμβανόμενη θέση ότι επειδή ακριβώς κάθε θρησκευτική πεποίθηση δε δικαιολογείται με αποδεικτικά στοιχεία, είναι παράλογη και επομένως θα έπρεπε να εγκαταλειφθεί. Επιθυμώ εδώ να διατυπώσω το εξής ερώτημα: πώς γίνεται οι Νέοι Αθεϊστές να εφαρμόζουν τη βασική αρχή της θεμελιοκρατίας για να υποστηρίξουν πως κάθε θρησκευτική πεποίθηση είναι παράλογη, τη στιγμή που δεν είναι διατεθειμένοι να εφαρμόσουν την ίδια βασική αρχή στον αθεϊσμό; Αν ο αθεϊσμός των Νέων Αθεϊστών δε στηρίζεται σε στοιχεία, τότε δεν προκύπτει από τη θεμελιοκρατία ότι ο αθεϊσμός είναι και ο ίδιος παράλογος ή επιστημολογικά αστήρικτος, όπως δείχνει και η προηγηθείσα ρήση του Hitchens; Η απάντηση είναι «ναι», αν βέβαια η θεμελιοκρατία ορίζεται με τον κοινώς αποδεκτό τρόπο. Έτσι λοιπόν φαίνεται πως οι Νέοι Αθεϊστές πρέπει να κάνουν κάποιες διορθώσεις της θεμελιοκρατίας– ίσως κάποιο θεωρητικό “plug-in”– το οποίο να νομιμοποιεί τον αθεϊσμό παρά την απουσία ενδείξεων υπέρ του. Εκείνοι δείχνουν να το έχουν αντιληφθεί καλά αυτό, δεδομένου ότι έχουν επιχειρήσει επανειλημμένα να αιτιολογήσουν το γιατί ο αθεϊσμός τους δε χρήζει καν αποδείξεων. Θα εξετάσω στη συνέχεια τις πέντε πιο κοινές αιτιολογήσεις τους, υποστηρίζοντας πως καμία τους δεν πέτυχε τον σκοπό της. Στο τέλος, θα υποδείξω ποιος κατά τη γνώμη μου είναι ο σωστός τρόπος για να προσεγγίσει κανείς το συγκεκριμένο ζήτημα.
Ισχυρισμός 1. «Ο Αθεϊσμός δεν είναι πεποίθηση»
Λέγεται συχνά από αθεϊστές ότι ο αθεϊσμός δεν είναι σε καμία περίπτωση καταφατική δήλωση – πεποίθηση ή κοσμοθεωρία – παρά μονάχα μια δυσπιστία απέναντι στον θεϊσμό, μια άρνηση να αποδεχτεί κανείς όσα πιστεύει ο θεϊστής, και ότι επομένως δεν είναι θέση/πεποίθηση (έτσι ώστε να χρήζει απόδειξης ). Δεν απαιτούνται αποδείξεις για κάτι που δεν είναι θέση/πεποίθηση. Παρότι η λέξη «αθεϊσμός» έχει χρησιμοποιηθεί και περίπου με αυτή τη σημασία (βλ. π.χ. το άρθρο του Antony Flew, “The Presumption of Atheism”), δεν είναι αυτή η κοινή σημασία του όρου. Αν κατανοηθεί έτσι, η έννοια «αθεϊσμός» θα περιελάμβανε εντός της και τον αγνωστικισμό, καθότι ούτε οι αγνωστικιστές πιστεύουν σε θεότητες. Ωστόσο, αν υιοθετήσουμε την κοινή σημασία του όρου «αθεϊσμός» – δηλ. ότι δεν υπάρχει τίποτε το υπερφυσικό – ο αθεϊσμός και ο αγνωστικισμός είναι αμοιβαία αποκλειόμενες έννοιες. Ορισμένοι επιμένουν ότι αυτή η μη τρέχουσα χρήση της έννοιας του αθεϊσμού είναι η μόνη (λογικά) εφικτή, επειδή ο α-θεϊσμός σημαίνει «άρνηση του θεϊσμού». Αλλά αν αυτό (δηλ. η ετυμολογία του όρου) αποτελούσε σοβαρό επιχείρημα, τότε το Space Shuttle θα ήταν αυτοκίνητο, καθώς κινείται μόνο του, είναι δηλ. «αυτοκινούμενο», όπως επίσης και τα σκυλιά και τα γατιά («αυτοκινούμενα»). Ωστόσο, τίποτε από αυτά δεν έχει ιδιαίτερη σημασία, καθώς ακόμη και η μη τρέχουσα χρήση της έννοιας «αθεϊσμός» δεν κάνει τίποτε για να αναιρέσει τη θεμελιοκρατική απαίτηση για στοιχεία. Όπως είδαμε, η θεμελιοκρατία εφαρμόζεται σε όλες τις «δοξαστικές» συμπεριφορές όσον αφορά μια πρόταση P: πιστεύοντας ότι P, πιστεύοντας ότι όχι P, αναβάλλοντας τη διατύπωση κρίσης πάνω στο P κ.λπ. Επομένως η θεμελιοκρατία λέει, όσον αφορά την πρόταση «ο Θεός υπάρχει», ότι οποιαδήποτε στάση απέναντί του είναι ορθολογικά δικαιολογημένη εάν και μόνο εάν εναρμονίζεται με τα διαθέσιμα στοιχεία. Είναι αλήθεια ότι αν δεν υιοθετεί κάποιος μια στάση απέναντι στη φράση «ο Θεός υπάρχει», (πιθανώς επειδή δεν έχει σκεφτεί το ζήτημα), κανένα εμπειρικό δεδομένο δε θα απαιτούνταν για αυτή τη μη θέση. Ωστόσο, όλοι οι Νέοι Αθεϊστές πρεσβεύουν ότι (πιθανότατα) δεν υπάρχει κανένας Θεός ή άλλα υπερφυσικά όντα. Και αυτή τους η πεποίθηση πρέπει να στηρίζεται σε στοιχεία, προκειμένου να είναι ορθολογική, σύμφωνα με τη θεμελιοκρατία. Έτσι, το να επιμένει κανείς ότι ο αθεϊσμός δεν είναι πεποίθηση, δεν τον βοηθά. Στο εξής, θα μεταχειρίζομαι τον όρο «αθεϊσμός» με την τρέχουσα σημασία του.
Ισχυρισμός 2. «Δεν μπορεί κανείς να αποδείξει μια αποφατική πρόταση»
Ένας ακόμη κοινός ισχυρισμός των Νέων Αθεϊστών είναι ότι «δεν μπορείς να αποδείξεις μια αποφατική πρόταση» –αυτό που εννοούν είναι ένας αποφατικός ισχυρισμός τύπου «το χ δεν υπάρχει». Αυτός ο ισχυρισμός χρησιμοποιείται ρητορικά, για να δικαιολογήσει την ιδέα ότι δεν απαιτούνται εμπειρικά στοιχεία για να δειχθεί η ανυπαρξία του Θεού. Σε τελική ανάλυση, αν δεν μπορεί κανείς να φέρνει ενδείξεις για έναν ισχυρισμό, τότε θα ήταν παράλογο να περιμένουμε να το κάνει, οπότε θα ήταν και εύλογο να πιστεύουμε ότι δεν απαιτούνται ενδείξεις. Αλλά ο ισχυρισμός ότι «δεν μπορείς να αποδείξεις μια αποφατική πρόταση», διόλου δε βοηθά τον αθεϊστή. Αυτό συμβαίνει διότι, σε καθεμιά από τις δύο πιθανές σημασίες της πρότασης, είναι γενικά εσφαλμένος ο ισχυρισμός περί της μη αποδειξιμότητας (και συχνά μάλιστα είναι ορθός ο αντίθετος ισχυρισμός, δηλαδή ότι δεν μπορείς να αποδείξεις μια καταφατική δήλωση). Ας εξετάσουμε πρώτα, τις βέβαιες αποδείξεις, οι οποίες υπάρχουν στη λογική και τα μαθηματικά. Τέτοιου είδους αποδείξεις ενίοτε ισχύουν και για αποφατικούς ισχυρισμούς, όπως είναι λόγου χάρη ο ισχυρισμός ότι δεν υπάρχει μέγιστος πρώτος αριθμός. Μπορεί επίσης να αποδείξει κανείς με βεβαιότητα ότι δεν υπάρχουν Χ, όταν η έννοια Χ αποτελεί αντίφαση (όπως π.χ. οι έννοιες «κυκλικό τετράγωνο» ή «3 μ.μ. στον ήλιο»). Φυσικά, είναι αλήθεια ότι πολλοί αποφατικοί ισχυρισμοί δεν μπορούν να αποδειχθούν με τέτοια βεβαιότητα, αλλά ακριβώς το ίδιο ισχύει και για τους καταφατικούς ισχυρισμούς των φυσικών επιστημών ή της κοινής λογικής, όπως π.χ. το ότι υπάρχουν ηλεκτρόνια, καρέκλες και τραπέζια. Δεν υπάρχει λοιπόν τίποτε το ιδιαίτερο εδώ στις αποφατικές δηλώσεις. Ας προχωρήσουμε έπειτα, στις αποδείξεις που εκφράζουν μονάχα πιθανολογικές αλήθειες. Πρόκειται για τις αποδείξεις που μας προσφέρουν οι επιτυχημένες επιστημονικές έρευνες. Και με αυτή την έννοια της «απόδειξης» όμως, εύκολα μπορεί κανείς να αποδείξει την ανυπαρξία πολλών πραγμάτων: για παράδειγμα, το ότι δεν υπάρχει κανένα ρόδι μέσα στην παλάμη μου αυτή τη στιγμή ή το ότι δεν υπάρχουν χιονισμένα βουνά στην έρημο Σαχάρα. Και παρόλο που είναι όντως δύσκολο ή και αδύνατο να αποδειχθεί η ανυπαρξία πολλών πραγμάτων – π.χ. καλικάντζαροι, καπέλα σομπρέρο στον ομώνυμο γαλαξία – το ίδιο συμβαίνει και με πολλούς καταφατικούς ισχυρισμούς – λόγου χάρη, ότι ο Αριστοτέλης φτερνίστηκε κατά τα εικοστά του γενέθλια, ότι υπάρχει μια υπερβατική θεότητα, ότι υπάρχει ένα καπέλο σομπρέρο κάπου στον ομώνυμο γαλαξία. Οπότε, και πάλι, δεν ισχύει ειδικά και αποκλειστικά για τους αποφατικούς ισχυρισμούς. Ο ισχυρισμός ότι «δεν μπορείς να αποδείξεις μια αποφατική πρόταση» πρέπει απλά να απορριφθεί[3].
[1]Βλ. λόγου χάρη τη συνέντευξη της Χριστιανής Ορθόδοξης εξελικτικής βιολόγου Gayle E. Woloschak, όπου αναφέρεται ότι ενώ επρόκειτο να κληθεί να μιλήσει σε κάποιο συνέδριο στη Γερμανία, τελικά η πρόσκληση δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ, επειδή έγινε γνωστό ότι εκείνη δίδασκε ένα μάθημα με τίτλο “Epic of Creation: Scientific, Biblical and Theological Perspectives on our Origins”. Παρά το γεγονός ότι επρόκειτο στην πραγματικότητα για μάθημα εξελικτικής βιολογίας, η σύνδεση της θεολογίας με τη βιολογία θεωρήθηκε ως ύποπτη «δημιουργισμού», πράγμα που λειτούργησε δυσφημιστικά για τη Woloschak. https://www.youtube.com/watch?v=m2RZNFKIUTM
[2] Έχει μάλιστα επισημανθεί ότι οι κριτικές ενάντια στον νεοαθεϊσμό για διάπραξη λογικών σφαλμάτων και για την άκριτη υιοθέτηση ενός κλειστού νατουραλιστικού κοσμοειδώλου, όπως επίσης και για την έντονα επιθετική ρητορική του (π.χ. όταν μιλάει περί θρησκείας ως «αυταπάτης», «δηλητηρίου», «ιού», «παραλογισμού» και «τρομοκρατίας»), ενίοτε εκπηγάζουν και από ερευνητές που και οι ίδιοι ασπάζονται αθεϊστικές ή αγνωστικιστικές θέσεις, θεωρούν ωστόσο τα παραπάνω ως τακτικές που μάλλον υπονομεύουν παρά προάγουν τον ειλικρινή και ψύχραιμο διάλογο ανάμεσα σε άτομα διαφορετικών πεποιθήσεων. Σχετικά με αυτό το θέμα, βλ. το κατατοπιστικό άρθρο του καθηγητή Στέλιου Βιρβιδάκη, «Εκφάνσεις του σύγχρονου αθεϊσμού και ο αντίλογος της πνευματικότητας», Σύναξη, τεύχος 112 (Οκτώβριος – Δεκέμβριος 2009): 70-82, διαθέσιμο στον σύνδεσμο https://antifono.gr/%ce%b5%ce%ba%cf%86%ce%ac%ce%bd%cf%83%ce%b5%ce%b9%cf%82-%cf%84%ce%bf%cf%85-%cf%83%cf%8d%ce%b3%cf%87%cf%81%ce%bf%ce%bd%ce%bf%cf%85-%ce%b1%ce%b8%ce%b5%cf%8a%cf%83%ce%bc%ce%bf%cf%8d-%ce%ba%ce%b1%ce%b9/#comments Επιπλέον, κριτική έχει ασκήσει και ο αναρχικός γλωσσολόγος Noam Chomsky, κυρίως για τον «ευρωκεντρισμό» που θεωρεί ότι ο νεοαθεϊσμός υποθάλπει, με αποτέλεσμα να ενισχύει τις πιο ακραίες μορφές θρησκευτικότητας (π.χ. η στήριξη του Hitchens στον Bush, με την εισβολή του οποίου ενισχύθηκε τελικά το ριζοσπαστικό Ισλάμ στη Μέση Ανατολή)/ Σχετικά πιο πρόσφατη και από επιστημολογική σκοπιά είναι η κριτική του άθεου φιλοσόφου John Gray, στο βιβλίο του με τον τίτλο Επτά τύποι αθεϊσμού (εκδόσεις Οκτώ μετάφραση Γιώργος Λαμπράκος).
[3] Σ.τ.Μ.: Η ιδέα ότι δεν μπορεί να αποδειχθεί μια αποφατική πρόταση, είναι μάλλον δημοφιλής σε ορισμένους κύκλους μη ειδικών (όπως π.χ. οι Νέοι Αθεϊστές τους οποίους επικρίνει εδώ ο Antony), ωστόσο της έχει ασκηθεί κριτική από τους επιστημολόγους. Βλ. ενδεικτικά το σχετικό άρθρο του καθηγητή Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Bloomsburg, Steven D. Hales, με τίτλο “Hinking tools: you can prove a negative”, στον παρακάτω σύνδεσμο: http://departments.bloomu.edu/philosophy/pages/content/hales/articlepdf/proveanegative.pdf