Διαβάζοντας το πόνημα του Tsygankov[1] γίνεται κατανοητό ότι η εξωτερική πολιτική της Ρωσίας, από την άνοδο του Μιχαήλ Γκορμπατσόφ έως την εποχή του Βλαντιμίρ Πούτιν, υπήρξε μια διελκυστίνδα τριών δυνάμεων και τρόπων σκέψης που αγωνίζονται για την υπεροχή στη ρωσική εξωτερική πολιτική: α) οι δυτικότροποι, β) οι κρατιστές και γ) οι ευρασιατιστές. Οι δυτικότροποι προσπάθησαν, δυστυχώς ανεπιτυχώς, να εκσυγχρονίσουν τη χώρα δημιουργώντας στενές και φιλικές σχέσεις με τις ΗΠΑ και την Ευρώπη. Αντιθέτως οι κρατιστές, διαχρονικά βλέπουν τη Ρωσία ως ένα απειλούμενο κράτος που πρέπει να διατηρήσει το καθεστώς της μεγάλης δύναμης, με κάθε κόστος, ενώ οι ευρασιανιστές ισχυρίζονται ότι η Ρωσία έχει μια ιδιαίτερη και ξεχωριστή ευρασιατική και αυτοκρατορική κουλτούρα που την τοποθετεί αξιωματικά σε συνεχή τριβή με τη Δύση. Τα ρεύματα αυτά, για τον Tsygankov, υπάρχουν από την εποχή του Μεγάλου Πέτρου και συνεχίζουν να ασκούν επιρροή ακόμη και σήμερα.

Ο Ρότζερ Σκρούτον το 2014 θα γράψει στο Forbes[2]: «Σε μια περίοδο εβδομήντα ετών, η Σοβιετική Ένωση είχε δημιουργήσει ένα σύστημα κατασκοπείας και υπόγειας τραπεζικής που ουσιαστικά παρείχε στην ελίτ της KGB, λίγο πολύ, πλήρη ελευθερία κινήσεων σε όλη την ευρωπαϊκή ήπειρο και ένα κρυφό και ασφαλές σύστημα ιδιωτικής χρηματοδότησης. Ήδη το 1989 οι υψηλόβαθμοι σοβιετικοί αξιωματούχοι, οι ίδιοι που έλαβαν τις καθοριστικές αποφάσεις, είχαν περιουσίες στη Δύση έχοντας μεταφέρει το μερίδιό τους από τα περιουσιακά στοιχεία που είχαν κλαπεί, εδώ και δεκαετίες, από τον ρωσικό λαό και πλέον ήταν τοποθετημένα στους ελβετικούς τραπεζικούς λογαριασμούς τους. Τότε αντιλήφθηκαν ότι η διαδικασία θα μπορούσε να ολοκληρωθεί χωρίς επιπλέον κόστος. Ιδιωτικοποιώντας τη σοβιετική οικονομία, με ιδιοκτήτη τον εαυτό τους, και φορώντας μια μάσκα δημοκρατικής διακυβέρνησης, η ρωσική ελίτ εξέρχεται από τον κομμουνισμό και εισέρχεται στον κόσμο των γκλιτεράτι. Ήταν πλέον ελεύθεροι πολίτες του κόσμου, ικανοί να ταξιδεύουν, να έχουν περιουσία, να αντλούν κεφάλαια από τα κλεμμένα δισεκατομμύριά τους και να παίζουν με τις δικές τους ιδιωτικές ποδοσφαιρικές ομάδες. Πόσο ανόητοι ήταν όλα αυτά τα χρόνια, να συμβαδίζουν με την κληρονομιά της κομμουνιστικής παράνοιας και να πιστεύουν ότι ο ρόλος τους ως άλφα-αρσενικά εξαρτιόταν από την απειλή, την εισβολή, την ανατροπή και το μαρτύριο, όταν όλο αυτό το μαφιόζικο πράγμα μπορούσε να επιτευχθεί υποδυόμενοι τον καλό!»

H Ρωσία του Πούτιν κατάφερε να «ξεγελάσει» την Ευρώπη, χρησιμοποιώντας την προτεσταντική μυωπία, τη πολιτική φυγοπονία και την κουτοπονηριά της μερκελικής Γερμανίας (κυρίως, αλλά όχι μόνο), πλασάροντας τον εαυτό της ως μια σοβαρή και αξιόπιστη χώρα που εκσυγχρονίζεται και φιλελευθεροποιείται, κατά τα δυτικά πρότυπα, ενώ την ίδια στιγμή στην πραγματικότητα ενίσχυε τον αυταρχικό και μαφιόζικο χαρακτήρα της σχηματίζοντας το αφήγημα του θύματος και διαφθείροντας με χρηματισμό – και με άλλους τρόπους- δυτικές δυνάμεις. Έτσι, μετά την κατάρρευση της σοβιετίας κέρδισε χρόνο και χρήμα, κυρίως από την πώληση ενέργειας (δεδομένου ότι η σύγχρονη Ρωσία δεν παράγει σχεδόν τίποτα), για να φέρει σε πέρας τα πραγματικά σχέδιά της, δηλαδή τα σχέδια των δυνάμεων που υπερίσχυσαν από την παραπάνω διελκυστίνδα. Ο στόχος ήταν να ικανοποιήσει την αντιδραστική/αυτοκρατορική νοσταλγία της, επιτιθέμενη στην Ευρώπη, ώστε να επεκταθεί, να λεηλατήσει και να αρπάξει ό,τι μπορεί. Σήμερα η Ρωσία είναι ένας εντελώς αναξιόπιστος εκβιαστής και πειρατής, μια τραγική χώρα, που αν δεν πληρώσει πανάκριβο τίμημα δεν θα σταματήσει την αρπαγή παρά μόνο όταν έχει καταστρέψει όσα μπορεί και καταστραφεί η ίδια.

Το αφήγημα που θέλει αυτό τον πόλεμο ανάμεσα στη Ρωσία και τις ΗΠΑ, είναι αβάσιμο και εξυπηρετεί το ρωσικό καθεστώς. Οι ΗΠΑ έχουν ευθύνες στο βαθμό που απέτυχαν να προσεγγίσουν τη Ρωσία όταν τελείωσε ο Ψυχρός Πόλεμος και ασφαλώς δεν αποτελούν υπόδειγμα (όπως λ.χ. στο Ιράκ), αλλά ούτε και παράδειγμα που νομιμοποιεί τις ενέργειες του Πούτιν. Το γεγονός ότι φαίνεται να κερδίζουν οι ΗΠΑ από την πώληση του αμερικανικού αερίου είναι ένα από τα παρεπόμενα και όχι η αιτία της εισβολής. Ο πόλεμος της Ρωσίας είναι καθαρά επεκτατικός απέναντι στο Ουκρανικό έθνος, στην Ευρώπη και τα κεκτημένα της. Επεκτατικός και αστόχαστος διότι ο Πούτιν τον ξεκίνησε για να αρπάξει αστραπιαία, ποντάροντας στην αδράνεια, ενώ τώρα έχει εγκλωβιστεί σε μια αβέβαιη υπόθεση που θα κρατήσει πολύ, κάτι που αργά ή γρήγορα νομίζω ότι θα εκμεταλλευτεί η Κίνα για να γονατίσει οριστικά την αρκούδα.

Όσοι συνεχίζουμε να σκεφτόμαστε λογικά, κάτι που σήμερα είναι αντίθετο με το νεορεαλισμό, και όχι με αντιδυτικό θυμικό ή με γνώμονα την έλξη για τους ισχυρούς ηγέτες (τα άλφα-αρσενικά που γρυλίζουν, κατά τον Σκρούτον) ή με την εγγενή (δομική) ροπή στο μηδενισμό της ορθόδοξης πίστης, πρέπει να κάνουμε ό,τι μπορούμε, ο καθένας με τον τρόπο του, για να ηττηθεί ο Πούτιν, σε όλα τα επίπεδα της επίθεσής του. Ασφαλώς με την ρωσική εισβολή προκύπτουν υψηλά κόστη για την Ευρώπη (ενεργειακή κρίση, οικονομική αστάθεια, ανασφάλεια, κλπ.) που συμμετέχει στον μερικά παγκοσμιοποιημένο κόσμο. Ωστόσο η ρωσική ήττα είναι ζήτημα υπαρξιακό για την Ευρώπη και τον τρόπο ζωής μας – τον δικό μας και κυρίως των παιδιών μας. Για εκείνο το τμήμα του ρωσικού λαού που όντως θα ήθελε ένα καλύτερο αύριο, βαθιά θλίψη. Όμως η πραγματικότητα φαίνεται αμείλικτη και το ερώτημα παραμένει ζωντανό: τελικά φέρουν οι λαοί ευθύνη για την ιστορία τους;


[1] Tsygankov, A. P. Russian’s Foreign Policy: Change and Continuity in National Identity, Rowman & Littlefield Pub Inc, 2013.

[2] Roger Scruton, The Wrong Way to Treat President Putin. Στα ελληνικά: https://www.respublica.gr/2022/03/post/roger-scruton-russian-oligarccy.