Περί αγάπης
Η πρωταρχική εντολή: «καὶ ἀγαπήσεις κύριον τὸν θεόν σου ἐξ ὅλης τῆς καρδίας σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς διανοίας σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς ἰσχύος σου.» (ΔΤ 6,5). Ο Θεός όμως δεν είναι ποινικός κώδικας, δεν αρκεί να τον υπακούς για να Τον έχεις δίπλα σου. Η εντολή δεν είναι κανόνας, άλλα ένα μάντρα, λόγος προς βρώση και πόση καθημερινή που μας καταβροχθίζει με τη σειρά του απ’ το λίκνο της γλώσσας. «Κι αυτά τα λόγια, που εγώ σήμερα σε προστάζω, θα είναι στην καρδιά σου· και θα τα διδάσκεις με επιμέλεια στα παιδιά σου, και θα μιλάς γι’ αυτά όταν κάθεσαι στο σπίτι σου, όταν περπατάς στον δρόμο, και όταν πλαγιάζεις, και όταν σηκώνεσαι. Θα τα δέσεις στο χέρι σου σαν σημάδι και υπενθύμιση, θα είναι τα κρεμαστά στολίδια ανάμεσα στα μάτια σου. Και θα τα γράψεις στις παραστάδες του σπιτιού σου, κι επάνω στις πόρτες σου.» (ΔΤ 6, 6-9). Η νόρμα είναι μαγεία, είναι λόγος που προστατεύει τον οίκο και καθοδηγεί το βήμα.
Χάννα Άρεντ – Συλλογική ευθύνη
Υπάρχει ένα είδος ευθύνης για πράγματα που κάποιος δεν έχει κάνει· μπορεί να θεωρηθεί υπεύθυνος γι’ αυτά. Όμως δεν μπορεί να είναι ή να νιώθει ένοχος για πράγματα που συνέβησαν χωρίς να συμμετέχει ενεργά σε αυτά. Πρόκειται για ένα πολύ σημαντικό σημείο, που αξίζει να τονιστεί με απόλυτη σαφήνεια, σε μια χρονική στιγμή κατά την οποία τόσοι πολλοί, καλοπροαίρετοι, λευκοί φιλελεύθεροι ομολογούν τα αισθήματα ενοχής τους όσον αφορά το ζήτημα των Νέγρων. Δε γνωρίζω πόσες περιπτώσεις τέτοιων εσφαλμένων συναισθημάτων έχουν υπάρξει στην ιστορία, γνωρίζω όμως ότι στην μεταπολεμική Γερμανία, όπου προέκυψαν παρόμοια προβλήματα σχετικά με όσα διαπράχθηκαν από το χιτλερικό καθεστώς εις βάρος των Εβραίων, η κραυγή «είμαστε όλοι ένοχοι», που αρχικά ακουγόταν τόσο μα τόσο ευγενής και δελεαστική, στην πράξη έχει εξυπηρετήσει μονάχα στο να απαλλάξει σε σημαντικότατο βαθμό όσους είναι πραγματικά ένοχοι.