Η πανδημία του κορωνοϊού και η αποτυχία ενός αυτοματοποιημένου κόσμου
Η υγειονομική αυτή κρίση αποκαλύπτει όμως με τρόπο αδιαμφισβήτητο τα αδιέξοδα και τις αντιφάσεις του παρόντος. Το πραγματικό ερώτημα δεν αφορά τα μέτρα έκτακτης ανάγκης που παίρνονται για να αντιμετωπιστεί μια κατάσταση εξαίρεσης, αλλά τις καθημερινές παραμέτρους της πολιτικής διαχείρισης. Το πρόβλημα δεν είναι τόσο το στοκ σε μάσκες, αλλά η συνεχώς ελαττωμένη ικανότητα αντίστασης του συστήματος υγείας, και της κοινωνίας γενικότερα, σε επίπεδο καθημερινών λειτουργιών απέναντι στο αναπάντεχο. Βλέπουμε πλέον ότι είναι ακριβώς η έλλειψη του καθαρά πολιτισμικού, αισθητικού, ποιοτικού και ποιητικού στοιχείου που κάνει την κοινωνία να είναι κοινωνία, που εξηγεί με τον καλύτερο τρόπο αυτή την έλλειψη προετοιμασίας και αυτή την ανικανότητα αντίδρασης.
Η πανδημία και ο αρχαίος τρόμος – Μάριο Βάργας Λιόσα
Αυτός ο αρχαίος τρόμος δεν έχει εξαφανιστεί εντελώς, παρά την τεράστια πρόοδο του πολιτισμού. Όλοι γνωρίζουν ότι, όπως στην περίπτωση του AIDS ή του Έμπολα, ο κορωνοϊός θα είναι μια προσωρινή πανδημία, οι επιστήμονες, από τις πιο προηγμένες χώρες, θα βρουν σύντομα ένα εμβόλιο και ότι όλα αυτά θα τελειώσουν και στο μέλλον θα γίνουν μια ξεθωριασμένη ιστορία που μόλις μετά βίας θα θυμόμαστε. Αντιθέτως δεν θα παρέλθει ο φόβος του θανάτου, του επέκεινα, όπου κρύβεται η καρδιά του πανικού, του φόβου των πανδημιών. Η θρησκεία ανακουφίζει αυτό τον φόβο, αλλά δεν τον απαλείφει· παραμένει, πάντα στα σωθικά των πιστών, αυτή η δυσφορία που μερικές φορές μεγεθύνεται και μετατρέπεται σε τρόμο για το άγνωστο κατώφλι που χωρίζει τη ζωή από το εκεί που αυτή υπάρχει στο μετά από αυτή: καθολική και αιώνια εξαφάνιση;
Η Ευρωπαϊκή Ένωση στο μεταίχμιο: αλλαγή ή διάλυση
Χρησιμοποιήσαμε, ως πυξίδα, τη βεμπεριανή σκέψη γιατί πιστεύουμε ότι είναι πραγματιστική, γνήσια συνέχεια της πολιτικής σκέψης του Μακιαβέλλι. Ο Γερμανός, ως κλασικός κοινωνιολόγος, προσπάθησε να δει τον κόσμο όπως είναι και όχι όπως θα ήθελε να είναι. Ελάχιστα μας αφορούν οι κατηγορίες περί ενός Weber οπαδού του γερμανισμού που φλέρταρε έντονα με τον επιθετικό Γερμανικό εθνικισμό, διότι έχουμε επίγνωση ότι είναι άλλο το γεγονός και άλλο οι αξίες, άλλο η πραγματικότητα και άλλο η επιθυμία. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η πραγματικότητα μπορεί να παραμορφωθεί τόσο μέσα από το πρίσμα του πεσιμισμού, όσο και από το ιδιαίτερα διαθλαστικό φακό του οπτιμισμού, οδηγώντας σε επικίνδυνα μονοπάτια την πολιτική σκέψη.
Γυρεύοντας λέξεις για το ανείπωτο: εμπόδια και δυνατότητες εκφοράς του ερωτικού λόγου
Βρισκόμαστε βουτηγμένοι μέσα σ’ ένα σύμπαν από λέξεις, περιτριγυριζόμαστε από έναν κόσμο ονομάτων. Βαπτίζουμε, αναβαπτίζουμε, αποδίδουμε όρους και ονόματα σε πράγματα. Η κατοχή των λέξεων δίνει την εξουσία των πραγμάτων. Τι θα μπορούσε να σημαίνει άραγε ένα πράγμα δίχως όνομα; Τίποτα. Το πράγμα πρέπει να εμφανιστεί, πρέπει να αποκαλύψω μέσα του εμένα. Να αφυπνίσω την ιστορία που υπνώττει εντός του. Η εμφάνιση του πράγματος προϋποθέτει την ονομασία του ως κάτι. Ονομάζω κάτι σημαίνει ότι το κάνω δικό μου, το ιδιοποιούμαι, εκμηδενίζω το ίδιο το πράγμα στην παρουσία του ως υπάρχον κάνοντάς το να εμφανίζεται για μένα χάρη σε μένα. Η καταστατική, η γενεσιουργός αυτή πράξη φαίνεται στο βάπτισμα των ζώων από τον πρωτόπλαστο: η πρώτη ενέργεια με την οποία ο Αδάμ κατέστη κύριος των ζώων ήταν να τους επιβάλει ένα όνομα.[2] Και εις το εξής τα κατέχει.
Πανδημία και αναστοχασμός: επιστροφή στα θεμελιώδη
Επομένως, το προμηθεϊκό πυρ δεν είναι μόνο η καταγωγή της τεχνικής, αλλά και η φωτιά της εστίας, το κέντρο του οίκου, η επιστροφή στο σπίτι, η επανεκκίνηση αυτού που ο Πλάτωνας αποκαλούσε «νόηση», ο σιωπηλός διάλογος εντός του εαυτού μας, που σταδιακά μας οδηγεί στην επανεξέταση των παγιωμένων αντιλήψεων, κανόνων συμπεριφοράς και ζωής. Η φωτιά της εστίας γίνεται έτσι ο τόπος εστίασης του πνεύματος. Μας δίνει τη δυνατότητα να κρίνουμε ποιές από αυτές τις συμπεριφορές και τις νόρμες είναι παράγωγα των ανθρώπινων παθών, του «υπόγειου νου», τις οποίες οφείλουμε να απορρίψουμε και συνάμα ποιές οφείλουμε να διορθώσουμε ή να συντηρήσουμε.
Προορισμός σπίτι
Γιατί συμβαίνει μερικές φορές τα αντικείμενα να μιλούν περισσότερο στην ψυχή από τον ομιλούντα άνθρωπο και τούτο το γνωρίζουν καλά κυρίως οι άστεγοι. Κάθε σπίτι της ψυχής είναι μια κρυψώνα με μυστικά ριζώματα, άγνωστα στον ξένο και στον άλλο, έχει μέσα του κρυφές και απαγορευμένες γωνιές. Μπορεί κάποιες φορές όλα τα παραπάνω να «καταγραφούν» μόνο από έναν εκ των κατοίκων, ενώ οι άλλοι να τα ζουν και να τα «εισπνέουν» ασυνείδητα. Πάντα όμως το κατώφλι μιας οικίας, υπό μια έννοια, διαχωρίζει τον «ιερό» τόπο, τη θερμή εστία του οίκου, όπου μπορεί να δένεται μια οικογένεια, από τον έξω κόσμο που κάποιες φορές είναι βρώμικος, διαμορφώνει και διακρίνει δύο διαφορετικούς τύπους παρουσίας και ύπαρξης, έχει τη δική του μη αναπαραγώγιμη ατμόσφαιρα
Οι καταδότες
Ο ψυχολογικός μηχανισμός είναι πρωτόγονος, αλλά άκρως αποτελεσματικός. Το κράτος που για διάφορους λόγους υποτίμησε αρχικά το πρόβλημα, τώρα ξεσπάει στους πολίτες: εσύ, που περπατάς στο δρόμο, εσύ φταίς που μολύνεις τους άλλους, εσύ φταίς που επιβαρύνεται το υγειονομικό σύστημα και τα νοσοκομεία. Η βαθιά ριζωμένη πεποίθηση του καθένα ότι έχει αυτός δίκιο κι οι άλλοι άδικο, κάνει τα υπόλοιπα. Το καταδίδειν γίνεται έτσι τρόπος ύπαρξης: καταδίδω τον άλλο για να αισθανθώ καλύτερος. Όλως παραδόξως, η κατάδοση μας κάνει να αισθανόμαστε πιο υπεύθυνοι: κάναμε το καθήκον μας για το κοινό καλό.
H Πανδημία, ο κεϋνσιανισμός και η Λερναία Ύδρα
Οι πρωτόγνωρες και ακραίες συνθήκες που θα ζήσουν οι κοινωνίες την επόμενη περίοδο και κυρίως ο φόβος του θανάτου από τον ιό θα ξυπνήσει, αργά και σταθερά, το ένστικτο της αυτοσυντήρησης και του μέτρου. Και όπως ακριβώς ξυπνά το ένστικτο της βιολογικής αυτοσυντήρησης, έτσι ξυπνά και αυτό της πολιτισμικής ή ακόμα και της εθνικής στα κοινωνικά άτομα. Άλλωστε, μια οικονομία βασισμένη σε κεϋνσιανά πρότυπα είναι αδύνατο να λειτουργήσει εντός μιας αχαλιναγώγητης παγκοσμιοκρατίας, δίχως τη συντήρηση τοπικών, ή έστω εθνοκρατικών, θεσμών ικανών να ελέγχουν τη ρευστότητα με τέτοιο τρόπο ώστε η τοξικότητα των αγορών να μην πλήττει τις πιο ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού.
Πριν και μετά την πανδημία: ανάπτυξη, πρόοδος και θνητότητα στην ιική πραγματικότητα
Η επιστήμη, η πιστή αυτή θεραπαινίδα των καιρών, ανίκανη να απαντήσει στα επίμονα ερωτήματα που τις θέτει ο απεγνωσμένος ακόλουθός της, κατολισθαίνει σε ανυποληψία, χλευάζεται, λοιδορείται. Από αυτή την πνευματική κατάσταση ξεπηδούν οι φανταστικές ιστορίες της όψιμης εργογραφίας του Maupassant και, κυρίως, το σπουδαιότερο αφηγήμά του, ο «Horla», κείμενο που διαβάζοντάς το ο αναγνώστης καταλαβαίνει ότι εδώ έχουμε να κάνουμε με μια μακράς έντασης υπαρξιακή δοκιμασία του αφηγητή-Maupassant, ικανή να φανερώσει τις οδυνηρές αντιφάσεις μιας ολόκληρης εποχής.
Μεσαίωνας
Η μνησικακία αυτή των αριστερών συστημικών διανοούμενων, ισάξια αυτής των θρησκόληπτων, η οποία και εκδηλώνεται τώρα εξ αιτίας του γενικευμένου φόβου και του πανικού που προκαλεί η επιδημία, φανερώνει κι αυτή με τη σειρά της κάτι πολύ βαθύτερο για τα κίνητρα της πολεμικής τους. Η εχθρότητα για την Ορθόδοξη Εκκλησία δεν πηγάζει από κάποια γενικότερη ειλικρινή και συνεπή αντιμεταφυσική στάση (όπως π.χ. συμβαίνει στον Νίτσε, ο οποίος θα χλεύαζε τις δακρύβρεχτες εκκλήσεις για αλληλεγγύη και υπευθυνότητα): το πρόβλημά τους δεν είναι γενικά η θρησκεία – δύσκολα εξ άλλου θα μπορούσαμε να φανταστούμε τους ίδιους ανθρώπους να εκτοξεύουν τις πολεμικές αυτές κραυγές και τις κατηγορίες ενάντια στο Ισλάμ ή τον Βουδισμό – αλλά ο πλησίον, αυτός ο πλησίον που είναι για μας καθρέφτης και αδελφός και ο οποίος μας σκανδαλίζει με τη «διαφορετικότητά» του.