Όταν η σιωπή που περιβάλλει την ανεργία σπάει, τότε ο καθένας έρχεται αντιμέτωπος με μια πρωτοφανή αμηχανία, με μια έλλειψη ίσως ερμηνευτικών σχημάτων και αναλυτικών κατηγοριών ικανών να συσχετίσουν το ανθρωπολογικό με το οικονομικό, το συγκεκριμένο με το αφηρημένο, την ψυχική κατάσταση με την αριθμητική καταμέτρηση. Αποτέλεσμα αυτής της αμφισημίας των λογικών σχηματισμών είναι μια αδυναμία διαύγασης των αιτιών και των αιτιατών της μαζικής ανεργίας, που σαν φαινόμενο παίρνει ανεξέλεγκτες διαστάσεις. Το σίγουρο είναι πως υπάρχει μια συμπάθεια και μια αγωνία για τους ανέργους, όσο είναι απομακρυσμένοι στον αρκτικό πόλο των στατιστικών στοιχείων, μια προσπάθεια να θυματοποιηθούν και ίσως μέσω αυτής της διαδικασίας να γίνουν και όπλο καταγγελίας ενάντια στις κυβερνητικές πολιτικές. Όμως, όταν η έκφραση της αφηρημένης λύπησης αποκτά σάρκα και οστά και εντοπίζεται μέσα στην κόλαση του πραγματικού, τότε οι όροι αντιστρέφονται.