Όταν όμως η γλώσσα φτάνει να μιλά με «αποστάγματα» και παρασκήνια τελικά οδηγεί στην αποδοχή ακόμη και ύπουλων μορφών καταπίεσης, όπως και στον φασισμό. Αυτή η δυναμική οδηγεί στην ανάδυση ενός νέου κυνισμού που δεν έχει καμία σχέση με τον αρχαίο ο οποίος πράγματι αμφισβήτησε την εξουσία μέσω της εξύμνησης της αυτάρκειας του ανθρώπου, της γαλήνης και της ηρεμίας του, εφαρμόζοντας μια φιλοσοφία της πρόκλησης, πλην όμως μιας καλής και αγαθής ζωής. Αντίθετα ο σύγχρονος κυνισμός εμφανίζεται ως ένας μηδενισμός που εκφράζεται συχνά από μοδάτα και νευρωτικά άτομα. Είναι μια «ψευδώς φωτισμένη συνείδηση» που χρησιμοποιείται αντιδραστικά και εργαλειακά μόνο και μόνο για να αντιμετωπίσει, με τρόπο αναισθητοποιημένο, το καθημερινό στρες που έχει επιφέρει ο μαζικός (υπερ)ανταγωνιστικός κόσμος.