Η πρωταρχική εντολή: «καὶ ἀγαπήσεις κύριον τὸν θεόν σου ἐξ ὅλης τῆς καρδίας σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς διανοίας σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς ἰσχύος σου.» (ΔΤ 6,5). Ο Θεός όμως δεν είναι ποινικός κώδικας, δεν αρκεί να τον υπακούς για να Τον έχεις δίπλα σου. Η εντολή δεν είναι κανόνας, άλλα ένα μάντρα, λόγος προς βρώση και πόση καθημερινή που μας καταβροχθίζει με τη σειρά του απ’ το λίκνο της γλώσσας. «Κι αυτά τα λόγια, που εγώ σήμερα σε προστάζω, θα είναι στην καρδιά σου· και θα τα διδάσκεις με επιμέλεια στα παιδιά σου, και θα μιλάς γι’ αυτά όταν κάθεσαι στο σπίτι σου, όταν περπατάς στον δρόμο, και όταν πλαγιάζεις, και όταν σηκώνεσαι. Θα τα δέσεις στο χέρι σου σαν σημάδι και υπενθύμιση, θα είναι τα κρεμαστά στολίδια ανάμεσα στα μάτια σου. Και θα τα γράψεις στις παραστάδες του σπιτιού σου, κι επάνω στις πόρτες σου.» (ΔΤ 6, 6-9). Η νόρμα είναι μαγεία, είναι λόγος που προστατεύει τον οίκο και καθοδηγεί το βήμα.