Ο Τζιοβάνι Σαρτόρι, σε ένα άρθρο του στην Corriere della Sera (15/08/2006), πραγματεύεται ένα διαφορετικό θέμα από τα συνηθισμένα. Αντί να μιλήσει για το κομματικό σύστημα και τα συνταγματικά προβλήματα, καταπιάνεται με την κατάσταση της ανθρώπινης νοημοσύνης. Ο Ιταλός πολιτικός επιστήμονας θεωρεί τη δύναμη της ανοησίας, σταθερά καταστροφική. Μάλιστα σε ένα σημείο του κειμένου του θα γράψει: «Διάβασα ότι μια μελέτη, από ένα αμερικανικό πανεπιστήμιο, διαπιστώνει ότι εμείς – ως ανθρωπότητα – γινόμαστε όχι μόνο μακροβιότεροι, πιο ψηλοί και πιο όμορφοι, αλλά και εξυπνότεροι. Πραγματικά δεν το περίμενα αυτό. Δεν ξέρω σε ποιο πανεπιστήμιο σπούδασε και πρέπει να ομολογήσω ότι δεν με ενδιαφέρει να το μάθω. Η εμπειρία έχει δείξει, σε μεγάλο βαθμό, ότι κανένα από τα λεγόμενα μέτρα ευφυΐας δεν έχει επιστημονική αξία, ούτε αποδεκτή αξιοπιστία από την άποψη της κοινής λογικής. Και είναι ακόμη λιγότερο αξιόπιστη υπόθεση ότι θα μπορούσε να υπάρξει μια σύγκριση μεταξύ της σημερινής νοημοσύνης της ανθρωπότητας, συνολικά, σε σχέση με μια (άγνωστη) προηγούμενη περίοδο».

Για τον Ιταλό στοχαστή το ζήτημα εξαρτάται κατά πολύ από το πώς ορίζεται η νοημοσύνη. Διότι μπορούν να δοθούν πολλές δεκάδες ορισμών και να επινοηθούν εκατοντάδες συστήματα μέτρησης της ευφυΐας. Σήμερα, κάποιοι μιλούν για τουλάχιστον εννέα (9) διαφορετικούς τύπους νοημοσύνης, ενδεχομένως στο μέλλον θα προκύψουν και άλλοι. Ωστόσο ο Σαρτόρι δεν θα ασχοληθεί με τις διάφορες τυπολογίες και τα συστήματα μέτρησης, αλλά θα προτείνει τον εξής πολύ γενικό ορισμό: ένας άνθρωπος είναι δυνητικά ευφυής αν ξέρει να εκτιμά τη νοημοσύνη του άλλου, αν όχι είναι ανόητος. Πασίγνωστο και αποδεδειγμένο γεγονός ότι είναι ιδιαίτερα ηλίθιος ακριβώς εκείνος που πιστεύει ότι τα ξέρει όλα ή έχει την ψευδαίσθηση ότι η προσέγγισή του είναι ευφυής, πάντα και σε κάθε ζήτημα. Βέβαια, είναι αυτονόητο ότι αν αλλάξει ο ορισμός, αλλάζει και η προσέγγιση του θέματος. Με βάση τον ορισμό του Σαρτόρι η υπόθεση της «αυξανόμενης νοημοσύνης της ανθρωπότητας» είναι εξαιρετικά αβάσιμη, μάλιστα θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι το αντίθετο φαίνεται πιο πιθανό. Η ιστορία της ανθρωπότητας δείχνει ότι και στο παρελθόν το είδος μας είχε συχνά πέσει σε χαμηλά νοητικά επίπεδα, που δύσκολα θα άξιζαν το αλαζονικό επίθετο «sapiens», εντούτοις υπάρχουν πολύ ανησυχητικά συμπτώματα και στο σημερινό κόσμο. Για παράδειγμα, σύμφωνα με τον Σαρτόρι, η μετάβαση από τον «homo sapiens» (προϊόν της γραπτής κουλτούρας) στον «homo videns» (ο οποίος σε μεγάλο βαθμό είναι το αποτέλεσμα μιας παιδείας και κουλτούρας που στηρίζεται στην εικόνα) περιορίζει τον δεύτερο στον μικρόκοσμο των ορατών πραγμάτων, καθιστώντας τον ανίκανο για αφαιρετική σκέψη, κάτι που επηρεάζει σημαντικά την ικανότητα συγκέντρωσης, στοχασμού και έμπνευσης. Επίσης, η ψηφιακή διασυνδεσιμότητα, που συνεπάγεται φυσική απομόνωση, έχει επηρεάσει, και αυτή με τη σειρά της, την ανθρώπινη νοημοσύνη, τουλάχιστον ως προς τις πτυχές που κάποιοι επιστήμονες ονομάζουν «συναισθηματικές» ή «διαπροσωπικές».

Βέβαια στον υπερφιλελεύθερο κόσμο που ζούμε, όλοι κατά κάποιο τρόπο είναι νοήμονες (ή τουλάχιστον πρέπει να θεωρούνται έτσι), ενώ η άποψη πάνω σε όλα τα πράγματα είναι αναφαίρετο δικαίωμα, είτε θεωρείται ότι λειτουργεί κανείς ως sapiens, ως videns ή τέλος πάντων με τον τρόπο του. Γενικόλογα και απλουστευτικά, μια από τις υπαρξιακά αναγκαίες αδυναμίες της δημοκρατίας είναι ότι η ψήφος ενός έξυπνου ανθρώπου, με γενική αντίληψη των πολιτικών πραγμάτων και συνεχές πολιτικό ενδιαφέρον, έχει ακριβώς την ίδια αξία με αυτή ενός ηλίθιου που λ.χ. δεν γνωρίζει τη διαφορά ανάμεσα στην ανάπτυξη και τη μεγέθυνση μιας οικονομίας, που αδιαφορεί πλήρως για την πολιτική, αλλά ταυτόχρονα έχει άποψη για την σωστή ψήφο, χωρίς καν να διαβάζει τα προεκλογικά προγράμματα των κομμάτων – ανεξάρτητα από την μετεκλογική τήρησή τους ή μη και την παραπληροφόρηση, εργαλείο που συχνά χειρίζονται οι πολιτικοί και οι επικοινωνιολόγοι.

Όπως είδαμε παραπάνω, ο οπτιμισμός του αμερικανικού πανεπιστημίου βλέπει μια «πρόοδο» στην εξέλιξη του ανθρώπου που ψηλώνει, ομορφαίνει, και γίνεται πιο έξυπνος. Για μια ακόμη φορά η συγκεκριμένη διανοητική φυλακή, από τα κάγκελα της οποίας όλα μοιάζουν «προοδευτικά», κάνει το «θαύμα» της: ένα εξόφθαλμα λογικό σφάλμα για κάποιους γίνεται πιστευτό. Αυτό είναι το μυστικό της επιτυχίας των μεγάλων λογικών σφαλμάτων, αλλά και του προοδευτισμού εν γένει. Με όχημα την ισχυρή επιθυμία (ή ακόμη και την ανάγκη) κάποιων να βλέπουν οπτιμιστικά και γραμμικά κάθε πράγμα, δηλαδή με απαρχή → βελτίωση (εξέλιξη) → κορύφωση (τελείωση), ακόμη και τρομακτικές πλάνες καταπίνονται με ευκολία, ακριβώς γιατί ικανοποιούν αυτή την ψυχική κατάσταση. Μην ξεχνάμε την κληρονομιά του 1968 που στηρίχθηκε στην αντίληψη ότι η πολιτιστική καταστροφή θα οδηγούσε σε έναν ολότελα νέο κόσμο, ο οποίος θα ξεκινήσει από την αρχή αφήνοντας πίσω όλα όσα έγιναν μέχρι τότε, τα οποία θεωρούνται άσχημα και κακά. Τον ρόλο της φυσικά παίζει η αλαζονεία (και ο ναρκισσισμός), απόρροια καί της τεχνολογικής εξέλιξης καί της εικόνας (δηλαδή του εικονιστικού κόσμου) που θέλει, σχεδόν αξιωματικά, τον άνθρωπο του χθες κάπως χαζούλη και πρωτόγονο.

Θα πει κανείς ότι ένα πολύ γενικό δείγμα συλλογικής ευφυΐας, τουλάχιστον στον δυτικό κόσμο, υπήρξε η παρατεταμένη περίοδος ειρήνης μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και η γενικότερη άνοδος της ευημερίας. Ωστόσο, σήμερα ένας ενδεχόμενος παγκόσμιος πόλεμος χτυπάει ξανά τις πόρτες της ανθρωπότητας, πρόσφατη είναι και η απειλή για χρήση πυρηνικών όπλων μαζικής καταστροφής, πιθανή είναι η επισιτιστική κρίση, ενώ η ενεργειακή είναι δεδομένη, όπως δεδομένα είναι η ρύπανση του περιβάλλοντος και το φαινόμενο του υπερπληθυσμού σε σχέση με τους φυσικούς πόρους (βλ. καθαρό πόσιμο νερό). Για τις περισσότερες απειλές την κύρια ευθύνη έχουν άνθρωποι – σε συνδυασμό βέβαια με φυσικές/κοσμικές δυνάμεις – και όχι όντα από κάπου αλλού. Για παράδειγμα, ο ρωσικός λαός (συλλογικά) δεν φαίνεται να έγινε πιο έξυπνος, κι ας έζησε τη λαίλαπα του κομμουνιστικού ολοκληρωτισμού και τη σφοδρή σύγκρουση με τον πρώην εξάδελφο και σύμμαχό του: τον εθνικοσοσιαλισμό. Κατ’ αναλογία δεν έγινε πιο έξυπνος ο μέσος προοδευτικός, αριστερός και υπερφιλελεύθερος που ενώ βλέπει την άνοδο του αναθεωρητισμού, καταγγέλλει τους στρατιωτικούς εξοπλισμούς χωρών υπό άμεση απειλή της κυριαρχίας, των εδαφών και των κυριαρχικών τους δικαιωμάτων. Δεν μπορεί να θεωρηθεί έξυπνος κάποιος που, ενώ βλέπει, επί μακρόν, τις ποικίλες αρνητικές συνέπειες και τους κινδύνους για τις κοινωνίες των δυτικών χωρών, συνεχίζει να στηρίζει τα ανοιχτά σύνορα και το «όλοι χωράμε στο κουτί με τα ζαχαρωτά», τα οποία φαίνεται ότι σύντομα μπορεί να τελειώσουν. Δεν έγινε πιο έξυπνος ο φανατικός αντιεμβολιαστής που θεωρεί ότι η πανδημία – η οποία σκοτώνει εκατομμύρια ανθρώπων – είναι ένα καλοστημένο παγκόσμιο κόλπο για να πωληθούν εμβόλια και έτσι να λειτουργήσει ο καπιταλισμός. Δεν μπορεί να θεωρηθεί ευφυής εκείνος που πιστεύει ότι το «όπλο» της ομοδοξίας θα νικήσει κάθε αλλόπιστο εχθρό, ούτε αυτός που ζώνεται με εκρηκτικά στο όνομα του Αλάχ και αφαιρεί τυφλά ανθρώπινες ζωές προκειμένου να αποσυρθεί στον άλλο κόσμο για πιλάφια και παρθένες.

Στον ορισμό του Σαρτόρι θα πρέπει να προστεθεί ένας ακόμη: ο δυνητικά ευφυής άνθρωπος είναι σε θέση να κατανοεί τι είναι αυτό που λειτουργεί στην πραγματικότητα σε αντίθεση με τη θεωρία και τη λανθασμένη συνταγή. Όσο περισσότερες φορές εφαρμόζεται μια συγκεκριμένη συνταγή, οδηγώντας σε αποτυχία, τόσο μεγαλύτερο το μέγεθος της ηλιθιότητας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα μάς προσφέρει τόσο η κομμουνιστική τελεολογία, όσο και η επιμονή με τη διαιώνιση της γραφειοκρατίας. Υπό το πρίσμα αυτού του ορισμού, η συντήρηση/διατήρηση των πραγμάτων που όντως λειτουργούν και ωφελούν τα σύνολα, είναι άμεσος δείκτης ευφυΐας, ειδικά όταν δεν κλείνει τα μάτια εμπρός σε μια ενδεχομένως, πολλά υποσχόμενη, καινοτόμο και ωφέλιμη πρόταση ή στην κατάργηση ενός επιζήμιου θεσμού.

Το πρόβλημα είναι τόσο σύνθετο που αναγκαστικά θα πρέπει κανείς να συμφωνήσει με τον Σαρτόρι: η αύξηση ή η μείωση της ευφυΐας, σε επίπεδο ανθρωπότητας, δεν έχει καμία επιστημονική αξία, δεν μπορεί να μετρηθεί, ούτε διαθέτει κάποια βάσιμη αξιοπιστία.  Επομένως, αν και δεν μπορούμε να γνωρίζουμε ποια είναι η πορεία της ανθρώπινης νοημοσύνης, μέσα στο χρόνο, είναι βέβαιο ότι οι ανόητοι, σε συνδυασμό με τους αδιάφορους, θα είναι πάντα εδώ για να παρεμποδίζουν και/ή να καταστρέφουν ακόμη και τα πιο λογικά και συλλογικά ωφέλιμα πλάνα. Ίσως τελικά μια πτυχή της fortuna που περιγράφει στο έργο του ο Μακιαβέλλι να μην είναι κάτι διαφορετικό από τον αέναο συνδυασμό της ηλιθιότητας με την αδιαφορία που ενίοτε ταυτίζονται με τον ατομικισμό. Βεβαίως, παράλληλα λειτουργεί ο μηδενισμός και η οκνηρία, αλλά αυτή είναι μια άλλη συζήτηση που δεν αφορά κυρίως τη νοημοσύνη.