Κατά την εκπαίδευσή μου στο κατεξοχήν προπύργιο του προοδευτισμού στην Ευρώπη, στο Λονδίνο, είχα άμεση, πολύχρονη επαφή με την woke κουλτούρα (ή καλύτερα παράνοια), κάτι που πιστεύω πως λείπει από πολλούς εγχώριους παρατηρητές που προσπαθούν να κατανοήσουν τις διαστάσεις του φαινομένου. Πρέπει να γίνει κατανοητό ότι το woke δεν είναι ένα θεωρητικό ζήτημα μεταξύ διανοουμένων, που αφορά την θέση που έχουν τα ατομικά δικαιώματα και ο σεβασμός των ιδιαιτεροτήτων στον σύγχρονο δημόσιο διάλογο. Είναι μια ιδεολογική κατεύθυνση που προέκυψε απο την αποσύνθεση των ιδεών των νεολαιίστικων, μαρξιστοειδών κινημάτων των προηγούμενων δεκαετιών, και που συστηματικά αντιστρατεύεται, διαβρώνει και θέλει να εξαφανίσει οποιονδήποτε θεσμό θεωρεί ως “καταπιεστικό” και “αναχρονιστικό”, χωρίς να προτάσσει επιχειρήματα, και με κύριο χαρακτηριστικό το ναρκισσιστικό virtue signaling, την ανέξοδη επίδειξη ενός ανύπαρκτου ηθικού πλεονεκτήματος που δεν προκύπτει από κανένα ουσιαστικό προσωπικό επίτευγμα. Παρακάτω παραθέτω μια σειρά από ζητήματα που με απασχόλησαν, που παρατήρησα ή που μου έκαναν τη ζωή δύσκολη στην διάρκεια της εκπαίδευσής μου, συμπεριλαμβανομένων χαρακτηριστικών ευτράπελων περιστατικών που με την ποικιλία και την ευρηματικότητά τους δεν σταματούν να εκπλήσσουν και να αφήνουν εμβρόντητο ακόμα και τον υποψιασμένο παρατηρητή.

Γλωσσικός αυταρχισμός: Αντωνυμίες

Διδακτικό προσωπικό και μαθητευόμενοι, προωθούσαν ενεργά, και ουσιαστικά επέβαλαν, την χρήση αντωνυμιών (they/them αντί για he ή she), ανεξάρτητα από το αν ήθελες ή οχι να τις χρησιμοποιήσεις. Κάθε παρέκκλιση ισοδυναμούσε με περιθωριοποίηση ή και αποβολή από το πρόγραμμα σπουδών. Συγκεκριμένα, υπήρχαν ένα ή περισσότερα άτομα (μαθητευόμενοι), που δρούσαν εθελοντικά, ως social justice warriors, και κατά την χρήση της λάθος αντωνυμίας σε διέκοπταν και έκαναν αυστηρή παρατήρηση για να “διορθωθείς”, και να επανέλθεις στον “σωστό δρόμο”. Σωστοί αστυνομικοί σκέψης! Στον Καναδά ή στις ΗΠΑ, όπου τα πράγματα είναι πιο “προχώ”, το έχουν πάει παραπέρα: έχουν εφεύρει μια ποικιλία από αντωνυμίες (Xe, Ze, Ver και άλλα φαιδρά) τις οποίες εφαρμόζουν και επιβάλλουν, αναλόγως με το πώς αισθάνεται κανείς την μία ή την άλλη μέρα. Μέχρι την στιγμή που γνωρίζω εγώ, αυτά δεν είχαν εισαχθεί ακόμα στο ΗΒ, αλλά επειδή η αποβλάκωση δεν έχει όρια, όλα είναι ανοιχτά.

Να σημειωθεί πως η επιμονή στη χρήση προτιμώμενων αντωνυμιών δεν είναι ποτέ αθώα: προσβάλλει κάθε έννοια κοινής λογικής και επιστημονικής γνώσης, κακοποιεί την γλώσσα, και δεν σταματάει στην χρήση της αντωνυμίας και μόνο. Συνεχίζει με ακραίες επικίνδυνες πρακτικές όπως οι αλλαγές φύλου και η χορήγηση αναστολών εφηβείας σε ανηλίκους, με μη αναστρέψιμα, φρικώδη αποτελέσματα, αλλά και η ποσόστωση, που προκαλεί την αναποτελεσματικότητα διαφόρων υπηρεσιών, μέχρι και στις επιβατικές πτήσεις, με τα τραγικά αποτελέσματα που είδαμε σε πρόσφατα αεροπορικά δυστυχήματα.

Διάχυτη “ευαισθησία”

Η προβολή της προσωπικής ευαισθησίας, το περίφημο virtue signaling, ήταν στην ημερήσια διάταξη. Μαθητευόμενοι βάζανε τα κλάματα μπροστά σε όλους, συχνά χωρίς εμφανή λόγο ή για λόγους που ήταν καταφανώς γελοίοι.

Παράδειγμα: κατά την διάρκεια μιας άσκησης, όπου είχαμε παραταχτεί σε δύο σειρές ο ένας απέναντι στον άλλον, και μας είχε ζητηθεί να προτάξουμε το χέρι προς τον απέναντί μας, βρέθηκε άτομο που “πληγώθηκε” από αυτή την κίνηση, και έβαλε τα κλάματα, γιατί της έφερε στον νου τον ναζιστικό χαιρετισμό. Και όλοι το πήρανε στα σοβαρά!

Άλλο παράδειγμα: Δέχτηκα αρνητικά σχόλια όταν στη διάρκεια μιας “άσκησης”, που περιλάμβανε κίνηση ή χορό στο άκουσμα ενός μουσικού κομματιού new age, είπα πως δεν αισθάνθηκα τίποτα, και ότι απλώς μου άρεσε η κίνηση γιατί ξεμούδιασα. Δεν έπρεπε να το πω αυτό! Έπρεπε το δίχως άλλο να αισθανθώ κάτι σημαντικό, διαφορετικά θεωρούμαι “αναίσθητη”. 

Σε γενικές γραμμές, στο μάθημα ή στην συνεδρία, δεν πρέπει να ρωτάς “γιατί;” αλλά “πώς;”, π.χ. “Πώς αισθάνεσαι;” και σε καμία περίπτωση “Γιατί νομίζεις ότι συμβαίνει το τάδε ή το δείνα;”. Το “γιατί” θεωρείται μη αποδεκτό, επειδή ακριβώς είναι “εγκεφαλικό”. Είναι αλήθεια πως, για τον καθένα, η επαφή με το σύνολο των αισθήσεων, συναισθημάτων, και σκέψεών του, είναι απαραίτητη για να πλησιάσει την αυτοσυνειδησία και την αυτογνωσία. Οι φωστήρες της ψυχοθεραπείας όμως απαιτούσαν από τον μαθητευόμενο να εξοβελίσει την κριτική σκέψη από την εκπαιδευτική διαδικασία. Κοινώς, να μην σκέφτεται. Δεν χρειάζεται άλλωστε!

Αγάπη για όλους, αλλά μίσος για τους λευκούς

Η “λευκή ενοχή” και η “λευκή ευθραυστότητα” ήταν επίσης στην ημερήσια διάταξη. Οι λευκοί με κάθε ευκαιρία έπρεπε να δείχνουν την ταπείνωσή τους και το κρίμα τους μπροστά στο δράμα όλων των υπολοίπων. Αν δεν το έκανες, δεν υπήρχε ευθεία κατηγορία εναντίον σου, αλλά μπορεί να αντιμετώπιζες έμμεσα σχόλια πως είσαι σε “άρνηση” (in denial) του προνομίου σου. Το ιδανικό για τους λευκούς ήταν να πουν πως νιώθουν ένοχοι για το “προνόμιό τους” που τους επιτρέπει, επί παραδείγματι, να μην τους σταματά η αστυνομία στο δρόμο για σωματικό έλεγχο (stop and search) όπως κάνει με τους μαύρους. Να παραδεχτούν πως, ναι, είναι ρατσιστες, γιατί διάβασαν το βιβλιο “΅White Fragility” της ιέρειας του woke, Robin di Angelo, που αποδεικνύει όλους τους μικρούς, ύπουλους τρόπους με τους οποίους οι λευκοί εκμεταλλεύονται την ανωτερότητά τους καθημερινά, και πως όντας λευκός είσαι εκ γενετής ρατσιστης, και δεν μπορείς να κάνεις τίποτα για να αλλάξεις. Δεν μπορείς, επί παραδείγματι, να σκέφτεσαι πως “τους κρίνεις όλους σύμφωνα με την αξία τους, και όχι σύμφωνα με το χρώμα τους”, γιατί έτσι αγνοείς την πραγματικότητα των φυλετικών διαφορών.

Να σημειωθεί πως μιλάμε για την ίδια di Angelo που στο γνωστό ντοκιμαντέρ του Matt Walsh “Am I Racist?” συμφώνησε να δώσει, και έδωσε, χρηματική αποζημίωση (!!) στον έγχρωμο βοηθό του Walsh, στο πλαίσιο των reparations που πολλοί στις ΗΠΑ πιστεύουν πως οι λευκοί ακόμα οφείλουν ως ηθική ή υλική αποζημίωση προς στους μαύρους.

Έλλειψη πρακτικών συμβουλών για την άσκηση του επαγγέλματος

Ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά της εκπαίδευσης ήταν η αποφυγή του συγκεκριμένου. Για κάθε ερώτηση σχετικά με το πώς να κάνω το τάδε ή το δείνα, η απάντηση ήταν: Δεν μπορώ να σου πω! “Πώς να ξεκινήσω τις συνεδρίες με πραγματικούς πελάτες;” “Πώς να βοηθήσω τον πελάτη μου να αποβάλλει το άγχος;” Κανείς δεν ήξερε να πει! Το μόνο που έλεγαν ήταν “Ακούω ή βλέπω την ανησυχία που έχεις σχετικά με αυτό το θέμα. Πώς αισθάνεσαι για αυτό;” Θεωρούσαν ότι μόνος του ο καθένας, εμπειρικά, θα βρει τις δικές του απαντήσεις.

Βασικές οδηγίες για το πώς να αντιμετωπίσεις μια επείγουσα κατάσταση, όπως π.χ. οι κρίσεις πανικού, δεν περιλαμβάνονταν. Η εργασιακή εμπειρία μου μετά την αποφοίτηση, και η περαιτέρω έρευνα, μου έδωσαν απαντήσεις σε τέτοια ερωτήματα. Μπορούσαν και όφειλαν όμως και οι δάσκαλοί μου, να κάνουν κάτι γι’ αυτό! Δεν τους το επέτρεπε η ιδεολογική τους αποτύφλωση. Το άτομο, κατά τη γνώμη τους, είναι παντοδύναμο, και δεν πρέπει να δέχεται κανενός είδους παρέμβαση στην ανάπτυξη της προσωπικότητάς του. Θεωρούσαν χρέος τους όμως να παρεμβαίνουν, και να επιβάλλουν, όταν κανείς χρησιμοποιούσε την λάθος αντωνυμία!

Γίνεται φανερό…

…από τα παραπάνω, πως ο τομέας της ψυχοθεραπείας, τουλάχιστον στο ΗΒ, που θεωρείται χώρος αντιπροσωπευτικός για ό,τι συμβαίνει εν γένει στην Δύση, έχει αλωθεί σε σημαντικό βαθμό από άτομα με ισχυρές ενδείξεις πως είναι ψυχικά ασταθή, ή πως έχουν ιδεολογικοποιήσει το επάγγελμά τους σε βαθμό που δεν θα έπρεπε να θεωρούνται κατάλληλοι για να εργάζονται ως ψυχοθεραπευτές. Παρουσιάζουν επίσης αβαθή κρίση και σκέψη, και πολλοί επηρεάζονται ή φαίνονται να επηρεάζονται στον μέγιστο βαθμό από γεγονότα της ζωής στα οποία θα έπρεπε να δείχνουν μια στοιχειώδη ανθεκτικότητα. Μπορούν, για παράδειγμα, να αναλύουν για ώρες ατέλειωτες και ad nauseam, θέματα που για κάθε στοιχειωδώς νοήμονα άνθρωπο είναι μικρά ή ασήμαντα (π.χ. για το τι σημαίνει το όνομά μου, και γιατί έχει σημασία για μένα).

Επίσης, η εκλογή του Donald Trump είναι μια ειδική κατηγορία άγχους και απελπισίας στους κύκλους τους. Αναφέρουν συχνά το όνομά του στις συζητήσεις τους ως πηγή του απόλυτου κακού, ανησυχούν ή και κλαίνε όταν συζητούν θέματα που τον αφορούν, και υπάρχουν περιπτώσεις όπου ζητούν άδεια από την εργασία τους ή η ίδια η εργασία τους τους παραχωρεί άδεια ή συνεδρίες ψυχοθεραπείας, για να αντιμετωπίσουν τον τρόμο και την απελπισία που νιώθουν από την παρουσία και μόνο του μισητού προέδρου των ΗΠΑ. Μπορεί σε πολλούς αναγνώστες αυτές οι αλλοπρόσαλλες συμπεριφορές να προξενούν τον γέλωτα ή να μοιάζουν μακρινές ή υπερβολικές, κάτι που “δεν θα συμβεί σε εμάς”, όμως είναι μια πραγματικότητα που θα πρέπει να λειτουργήσει άμεσα ως προειδοποίηση.

Πολλοί που αντιτίθενται στην woke παράνοια πιστεύουν πως αξίζει και πρέπει να μπαίνει κανείς σε διάλογο με τους θιασώτες του, ακριβώς γιατί πρέπει να απαντάμε σε αυτό με το οποίο διαφωνούμε, να μπαίνουμε στην “παλαίστρα” του δημόσιου διαλόγου, και να καταρρίπτουμε τα επιχειρήματά τους με επιχειρήματα. Είμαι της γνώμης πως κάτι τέτοιο δεν έχει κανένα απολύτως θετικό αποτέλεσμα, και ότι αυτό που προκύπτει είναι δύο παράλληλοι μονόλογοι, αλλά και η νομιμοποίηση του woke παραληρήματος. Θα συμφωνήσω με την άποψη πως οι υποστηρικτές του woke θα πρέπει να απαξιώνονται και κυρίως να αποτρέπονται από το να καταλαμβάνουν θέσεις εξουσίας, για να μην έχουν την δυνατότητα να διαμορφώνουν μαζικά συνειδήσεις και κυρίως να νομοθετούν.