Λαός και λαογραφία – Άλκης Κυριακίδου Νέστορος
Μέσα απ’ αυτό το πρίσμα, σκοπός των επιστημών που ασχολούνται με το λαό και τον πολιτισμό του, δηλαδή της ιστορίας, της λαογραφίας και της φιλοσοφίας, δεν είναι βέβαια να μας δώσουν πληροφορίες για τα καθέκαστα, αλλά να κατορθώσουν να συλλάβουν την ιδέα του λαού —στην περίπτωσή μας την ιδέα του ελληνικού λαού και του ελληνικού πολιτισμού. Και αυτό πράγματι έκαναν: στην ιστορία ο Παπαρρηγόπουλος, στη λαογραφία ο Πολίτης, και στη φιλοσοφία ο Θεοδωρικόπουλος. Φυσικά, μέσα σ’ αυτό το ιδεολογικό κλίμα, η αντίφαση που σημειώσαμε παραπάνω στις αντιλήψεις του Κυριακίδη δε γίνεται ορατή: αν ο λαός είναι ιδέα, και ο πολιτισμός είναι κι αυτός ιδέα, τότε το κρίσιμο ερώτημα: σε ποια κοινωνικά στρώματα ανήκουν οι δυο διακεκριμένοι πολιτισμοί, ο λεγόμενος ανώτερος ή σύγχρονος και ο λεγόμενος κατώτερος ή λαϊκός, χάνει τη σημασία του.
Λαός και Λαογραφία – Άλκης Κυριακίδου Νέστορος
Αναμφισβήτητα, η στροφή προς τη νεοελληνική πραγματικότητα ήταν πρόοδος: σήμαινε εντατική μελέτη της πρόσφατης ιστορίας μας, της λαογραφίας, στροφή της λογοτεχνίας σε θέματα από τη λαϊκή αγροτική ζωή·[17] σήμαινε ακόμη, ότι οι διανοούμενοι της εποχής, ανάμεσα στους οποίους ξεχωρίζει η μορφή τον Ίωνα Δραγούμη, δεν προβάλλουν πια την αρετή των προγόνων, αλλά τις αξίες του λαϊκού μας πολιτισμού, άξιες σαν την «εσωτερική ελευθερία» και τη λαϊκή ευαισθησία,[18] που συγκεφαλαιώνονται, θα μπορούσε να πει κανείς, στο «ήθος του Νεοέλληνα», όπως εκφράζεται, κατά τον Γιάννη Αποστολάκη,[19] στο κλέφτικο τραγούδι.—Αλλά τί άπ’ όλα αυτά ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα; Στη λογοτεχνία, ο λαϊκισμός καλλιεργεί μιαν ειδυλλιακή εικόνα της υπαίθρου, που δεν έχει καμιά σχέση με τις πραγματικές συνθήκες της ζωής των αγροτών. Και όσο για τον Αποστολάκη — αυστηρό κριτή του Κρυστάλλη και όλων των λαϊκιστών[20]—η αλήθεια είναι ότι το κλέφτικο τραγούδι το ξέρει. Τί ξέρει όμως για τον φορέα του, τον ελληνικό λαό; Απολύτως τίποτε. Και εδώ, ακριβώς, βρίσκεται το πρόβλημα: λαός και λαϊκός πολιτισμός είναι για τη φιλελεύθερη ιδεολογία αυτής της εποχής ιδέες εξίσου μυθοποιημένες όσο και η ιδέα των προγόνων της ολιγαρχικής ιδεολογίας. Αν οι πρόγονοι βρίσκονται στα μουσεία και τις βιβλιοθήκες, μέσα σε μια εξίσου ρομαντική αντίληψη, ο λαός βρίσκεται στην ύπαιθρο, όπου πρέπει να προστρέξουν οι μορφωμένοι για ν’ανακαλύψουν τη μαγική δύναμη που κρύβει μέσα του, τη «λαϊκή ψυχή». «Ας λουστούν στα φεγγερά και διάφανα νερά της», προτρέπει ο Δραγούμης, «ας συνταραχτούν και ας θελήσουν κάτι, και ο λαός θα τους ακολουθήσει έπειτα.» Γιατί ο «ξαναγεννημός», όπως λέει, της Ελλάδας έτσι μονάχα μπορεί να πετύχει, αν αρχίσει «όχι από κάτω, παρά από πάνω». Οι εξαιρετικοί άνδρες, η αριστοκρατία του πνεύματος, θα σκύψουν πρώτα επάνω στο λαό, θα αντλήσουν από την ψυχή του την έμπνευσή τους, και έπειτα θα απευθυνθούν πάλι σ’ αυτόν, για να τον φωτίσουν.