Εισαγωγή & μτφρ.: Μύρων Ζαχαράκης
Οι βασικοί νόμοι της ανθρώπινης ηλιθιότητας (Carlo M. Cipolla)
- Πάντα και νομοτελειακά όλοι υποτιμούν τον αριθμό των ηλιθίων ατόμων που κυκλοφορούν στην κοινωνία.
- Η πιθανότητα να είναι ηλίθιο ένα συγκεκριμένο άτομο είναι ανεξάρτητη από οποιοδήποτε άλλο χαρακτηριστικό αυτού του ατόμου.
- Ηλίθιος ονομάζεται το άτομο που οι πράξεις του προκαλούν ζημίες σε ένα άλλο άτομο ή σε μία ομάδα ατόμων, χωρίς το ίδιο να αποκομίζει κέρδη, ενώ πιθανά να υφίσταται ακόμη και ζημίες.
- Οι μη ηλίθιοι άνθρωποι πάντα υποτιμούν την καταστροφική ισχύ των ηλίθιων ατόμων. Συγκεκριμένα, οι μη ηλίθιοι άνθρωποι συνέχεια παραβλέπουν πως η συναναστροφή και/ή ο συγχρωτισμός με ηλίθια άτομα απαρέγκλιτα αποδεικνύεται μοιραίο λάθος, ανεξάρτητα από τη χρονική στιγμή, την τοποθεσία και τις συνθήκες.
Με τέτοιον τίτλο, το καλύτερο που έχω να κάνω είναι να παραλείψω τα προκαταρκτικά και να περάσω απευθείας στο θέμα[1]. Για όσους δεν το ξέρετε ήδη, αξίζει ίσως να πω ότι η φράση «εντοπισμός αρλούμπας» προέρχεται από τον Ernest Hemingway ο οποίος, όταν κάποτε ερωτήθηκε αν υπάρχει μια ικανότητα που πρέπει κανείς να έχει, περισσότερο από κάθε άλλη, για να είναι καλός συγγραφέας, εκείνος απάντησε: «Ναι, πρέπει να διαθέτει έναν ενσωματωμένο και ανθεκτικό ανιχνευτή κοτσάνας». Έτσι όπως το βλέπω εγώ, το καλύτερο που μπορεί να κάνουν τα σχολεία είναι να διδάξουν στα παιδιά μας πώς να ξεχωρίζουν τον ωφέλιμο λόγο από τις κοτσάνες. Φαντάζομαι θα συμφωνήσετε κι εσείς ότι, σχεδόν σε καθημερινή βάση, οι άνθρωποι εκτίθενται και πρέπει να τα βγάζουν πέρα με περισσότερα κουραφέξαλα απ’ όσα θα ήταν υγιεινό, καθώς και ότι να μπορούμε να τους βοηθήσουμε να αναγνωρίσουν το γεγονός αυτό, ίσως θ’ αρχίσουν να τα αποστρέφονται και να στρέφονται στη γλώσσα που μπορεί να τους κάνει καλό στην υγεία. Υπάρχει τόση ποικιλία από κουραφέξαλα, που εδώ μπορώ ν’ απαριθμήσω μονάχα μερικά από αυτά και να αναλύσω ακόμη λιγότερα. Θα επιλέξω, λοιπόν, εκείνα τα οποία διαθέτουν κάποια «υπερβάλλουσα σημασία». Ορίστε, η τελευταία πρότασή μου είναι χαρακτηριστικό δείγμα από κουραφέξαλα διότι, όπως και εσείς, έτσι και εγώ δεν έχω την παραμικρή ιδέα του τι σημαίνει η φράση «υπερβάλλουσα σημασία». Ήθελα να ολοκληρώσω την πρότασή μου και, μιας και δεν διαθέτω ξεκάθαρα κριτήρια με τα οποία να επιλέξω κάποια παραδείγματα, θεώρησα πως ήταν ευκαιρία να χρησιμοποιήσω μερικές μεγαλόστομες κουβέντες.
Επιδειξιομανία
Η επιδειξιομανία δεν αποτελεί μια ιδιαίτερα τρανταχτή μορφή αρλούμπας, αν και βέβαια δεν είναι και αβλαβής. Πλήθος ανθρώπων πέφτει καθημερινά θύματα της επιδειξιομανίας, με αποτέλεσμα να νιώθει ότι διαθέτει μικρότερη αξία, μπροστά σε ανθρώπους που χρησιμοποιούν φανταχτερούς τίτλους, λέξεις, προτάσεις και φράσεις, με σκοπό να καλύψουν τις δικές τους, προσωπικές ανασφάλειες.
Φανατισμός
Μια πολύ πιο κακεντρεχής μορφή κοτσάνας από ότι η επιδειξιομανία, είναι ό,τι μερικοί αποκαλούν «φανατισμό». Υπάρχει ένα είδος φανατισμού για το οποίο θα πω λίγα πράγματα, επειδή είναι πολύ εμφανές και χοντροκομμένο- πρόκειται για τη μισαλλοδοξία. Υφίστανται όμως και άλλες μορφές φανατισμού, που δεν είναι τόσο εμφανείς, και άρα ίσως να είναι τελικά πολύ πιο επικίνδυνες από τη μισαλλοδοξία. Ο «αïχμανισμός» είναι μια σχετικά νέα μορφή φανατισμού και ίσως θα έπρεπε να του δοθεί μια ειδική θέση ανάμεσα στις μεγάλες και τις σχετικά μεγάλες μορφές αρλούμπας. Η ουσία του φανατισμού είναι ότι δεν έχει σχεδόν καμία ανοχή για οποιαδήποτε δεδομένα δεν υποστηρίζουν τη δική του γνώμη. Ο αϊχμανισμός είναι ιδιαίτερα επικίνδυνος διότι είναι απολύτως κοινότοπος. Κάποιοι από τους πιο καλοκάγαθους ανθρώπους αναδεικνύονται κάποια στιγμή σε μικρο-Eichmann. Όταν ο Eichmann βρισκόταν στο εδώλιο του κατηγορουμένου, στην Ιερουσαλήμ, είπε ότι μερικοί από τους καλύτερούς του φίλους ήταν Εβραίοι. Και το πιο ζοφερό σε αυτό είναι ότι πιθανώς να έλεγε την αλήθεια, διότι για τον αϊχμανισμό τίποτα δεν είναι προσωπικό. Είναι μια γλώσσα διακανονισμών, και περιλαμβάνει λογικές προτάσεις όπως «αν το κάνουμε για έναν, θα πρέπει να το κάνουμε για όλους». Μπορείτε να φαντασθείτε έναν καταρρακωμένο Εβραίο να ικετεύει τα παιδιά του να εξαιρεθούν από την είσοδο στους θαλάμους αερίων; Τι θα φάνταζε περισσότερο δίκαιο και «ουδέτερο» από ότι ο υπεύθυνος του στρατοπέδου που του απαντά «αν το κάνουμε για έναν, θα πρέπει να το κάνουμε για όλους»;
Κουταμάρα
Υπάρχει μια μορφή λόγου που διαδραματίζει μεγάλο ρόλο αλλά είναι, θα προσέθετα, σχετικά ακίνδυνη για την προσωπική ζωή του καθενός από εμάς. Αλλά με την ανάπτυξη των ΜΜΕ, η κουταμάρα έχει αίφνης μετατραπεί σε κύρια μορφή λόγου μέσα στη δημόσια σφαίρα. Η επινόηση νέων και ποικίλων μέσων επικοινωνίας έχει δώσει φωνή και κοινό σε πολλά άτομα που υπό άλλες συνθήκες οι γνώμες τους δεν θα εκθέτονταν δημόσια, και που, για να λέμε και την αλήθεια, δεν έχουν να προσφέρουν στη δημόσια σφαίρα κάτι άλλο εκτός από κοπριά. Πολλοί από αυτούς τους ανθρώπους είναι διασκεδαστές. Ο τύπος και τα ερτζιανά κύματα βρίθουν από προβεβλημένες και ζωντανές δηλώσεις ανθρώπων που δεν είναι καθόλου σε θέση να εκφέρουν καλά τεκμηριωμένη κρίση για οτιδήποτε και, παρά το γεγονός αυτό, τις ξεφουρνίζουν όλο ειλικρίνεια και ενθουσιασμό. Σε τέτοιες περιπτώσεις, η ειλικρίνεια είναι άγνοια, ντυμένη με τον «μανδύα» της ειλικρίνειας.
Προκατάληψη
Η προκατάληψη είναι απλώς μια μορφή άγνοιας, που προβάλλεται με τον «μανδύα» της αυθεντίας. Προκατάληψη είναι μια πεποίθηση, συνήθως εκπεφρασμένη με ύφος αυθεντίας, για την οποία δεν υπάρχει ουδεμία επιστημονική/πραγματολογική βάση. Όπως, για παράδειγμα, η πεποίθηση ότι η χώρα που κατοικεί κανείς είναι από όλες τις απόψεις καλύτερη σε σχέση με όλες τις άλλες χώρες. Ή ότι η θρησκεία με την οποία ανατράφηκες σου δίνει μια ειδική θέση μέσα στον κόσμο, που οι υπόλοιποι δεν διαθέτουν. Θα αποφύγω να σχολιάσω εδώ κάτι παραπάνω, αρκούμενος απλώς στο να πω ότι κάθε φορά που ακούω τέτοια λόγια, ο ειδικός ανιχνευτής κοτσάνας που διαθέτω δείχνει εξαιρετικά έντονους παλμούς. Αν οι δάσκαλοι πρόκειται πρόθυμα να ενδιαφερθούν για το σε τι ακριβώς έγκειται μια γλώσσα, ο κάθε δάσκαλος θα έχει να επιλύσει μερικά αρκετά σοβαρά προβλήματα. Ενδεικτικά, δεν μπορείς να επισημάνεις την ύπαρξη μιας κοτσάνας με τον ίδιο τρόπο που επισημαίνεις την ύπαρξη ενός φωνήματος. Αυτός είναι ο λόγος που ονομάζω «τέχνη» το να μπορεί κανείς ν’ ανιχνεύει τις κοτσάνες. Παρότι αντικείμενα όπως η σημασιολογία, η ρητορική, ή η λογική φαίνεται να μας παρέχουν τεχνικές στην ανίχνευση της κοτσάνας, το παρόν πρόβλημα, κατά κύριο λόγο δεν είναι κάτι που θα μπορούσαμε να πούμε «τεχνικό». Ο ανιχνευτής κοτσάνας εκάστου εξ ημών είναι ενσωματωμένος μέσα στον αξιακό του κώδικα! Αν θέλεις να διδάξεις σε άλλους την τέχνη εντοπισμού της κοτσάνας, οφείλεις να βοηθήσεις τους μαθητές σου να συνειδητοποιήσουν τις ίδιες τους τις αξίες. Στην τελική, ο πρόεδρος Spiro Agnew και οι λογογράφοι του γνωρίζουν όση σημασιολογία γνωρίζει και ο καθένας εδώ μέσα. Αυτό που του λείπει πραγματικά, μικρή σχέση έχει με την «τεχνική», αφού είναι σχεδόν αποκλειστικά θέμα ηθικών αξιών. Συνειδητοποιώ, βέβαια, ότι αυτό που μόλις είπα ακούγεται επίσης από μόνο του κάπως βερμπαλιστικό, αν όχι και επηρμένο, αλλά δεν μπορείτε ν’ αποφύγετε να μιλήσετε για αξίες, αν επιθυμείτε ν’ αναφερθείτε σε μεθόδους εντοπισμού κοτσάνας. Με άλλα λόγια, η αρλούμπα είναι ό,τι ονομάζεται «γλώσσα που μεταχειρίζεται τους ανθρώπους με τρόπους που προσωπικά δεν εγκρίνω». Έτσι, όποιος δάσκαλος ενδιαφέρεται για την τέχνη αυτή, πρέπει να γνωρίζει πως ό,τι για κάποιον είναι κοτσάνα, για κάποιον άλλο είναι κατηχητικός λόγος. Οι μαθητές πρέπει να μάθουν ν’ αναγνωρίζουν τις αρλούμπες, ακόμη και όταν προέρχονται από αυτούς τους ίδιους. Μου φαίνεται ότι πρέπει να έχει κανείς, αρχικά και κυρίως, ένα αισθητήριο του γελοίου. Ίσως θα έπρεπε να πω: μια αίσθηση του επικείμενου θανάτου όλων μας. Το μοναδικό σχεδόν όφελος από την επίγνωση του αμετάκλητου θανάτου, είναι η αναγνώριση πως οτιδήποτε συμβαίνει πρόκειται να παρέλθει. Οι περισσότεροι προτιμάμε να εξορίζουμε αυτή τη σκέψη έξω από τον νου μας, αλλά εγώ σας λέω ότι πρέπει να διατηρηθεί καλά εκεί μέσα, έτσι ώστε να μπορούμε να εκτιμήσουμε πόσο γελοίοι είναι οι περισσότεροι ενθουσιασμοί, ακόμη και οι περισσότερες θλίψεις μας. Η περίσκεψη της θνητότητάς του, κάνει τον άνθρωπο να νιώθει πιο ζωηρά το πόση κουταμάρα και φανατισμός μας περιβάλλουν, όταν μεγάλο μέρος των οποίων, μάλιστα, πηγάζει από εμάς τους ίδιους. Και αυτό με οδηγεί στην επόμενη θέση μου, που θα μπορούσε να περιγραφεί καλύτερα ως ο Τρίτος Νόμος του Postman:
«Σε οποιαδήποτε πιθανή στιγμή, η κύρια πηγή αρλούμπας ενάντια στην οποία οφείλει κανείς να αγωνίζεται, είναι ο ίδιος του ο εαυτός».
Ο λόγος που συμβαίνει αυτό εξηγείται από τον Τέταρτο Νόμο του Postman, που είναι ο ακόλουθος:
«Σχεδόν τίποτα στον κόσμο δεν έχει να κάνει με αυτό που νομίζεις-σε αυτό συμπεριλαμβάνεσαι κι εσύ ο ίδιος».
Με την πιθανή εξαίρεση εκείνων των επαφών που ο Fritz Peris ονομάζει «οικειότητα», όλες οι μορφές ανθρώπινης επικοινωνίας διαθέτουν ενσωματωμένες και σημαντικές κρυφές ατζέντες στο βάθος τους. Το μεγαλύτερο μέρος των επιφανειακών συζητήσεων μπορεί να υποθέσει κανείς ότι εντάσσεται στη μία ή την άλλη υποκατηγορία αρλούμπας. Ένας ιδεαλιστής συνήθως αδυνατεί να συνειδητοποιήσει τη δική του αρλούμπα, διότι είναι στη φύση του κάθε «-ισμού» το να παριστάνει ότι αυτή δεν υπάρχει. Για την ακρίβεια, θα έπρεπε να πω για οποιονδήποτε είναι στρατευμένος σε κάποιον –ισμό- Φασισμό, Κομουνισμό, Καπιταλισμό- ότι πιθανώς ο ανιχνευτής κοτσάνας του δεν λειτουργεί σωστά. Αυτό ισχύει ιδίως σε όσους έχουν στρατευτεί στον «πατριωτισμό». H Santha Rama Rau τον έχει ονομάσει «ποταπό αίσθημα». Προσωπικά, συμφωνώ μαζί της. Κυρίως επειδή μου φαίνεται δύσκολο να αποφύγω το συμπέρασμα ότι όσοι έχουν εμπλακεί με αυτόν τον χώρο, αδυνατούν ν’ ανιχνεύσουν τις αρλούμπες στη ρητορική που μεταχειρίζεται, και ως εκ τούτου καθίστανται εξαιρετικά επικίνδυνοι για τους γύρω τους. Αν αμφιβάλλετε, θα ήθελα να σας θυμίσω ότι, όσον αφορά τη διάπραξη φόνων, ο στρατηγός Westmorland έχει κάνει τον διαβόητο γκάνγκστερ, Vito Genovese, να φαντάζει σαν ένα «παιδί των λουλουδιών», σε σύγκριση μαζί του. Ένας άλλος τρόπος να το διατυπώσει κανείς αυτό, είναι να πει ότι όλες οι ιδεολογίες είναι διαποτισμένες με αρλούμπες, και ο σοφός άνθρωπος θα λάβει σοβαρά υπόψη του την προτροπή του Herbert Mead: «Μην εμπιστεύεσαι ποτέ μια ομάδα ανθρώπων που είναι αριθμητικά μεγαλύτερη από μια διμοιρία». Όπως βλέπετε, λοιπόν, η ανίχνευση της κοτσάνας είναι κάτι που κάνει κάποιος όταν αρχίζει να μετατρέπεται σ’ ένα συγκεκριμένο είδος ανθρώπου. Η ευαισθησία σε κίβδηλες χρήσεις της γλώσσας απαιτεί, ως έναν βαθμό, τη γνώση του πώς να θέτεις ερωτήματα, πώς ν’ αξιολογείς τις αποκρίσεις και, οπωσδήποτε, πώς ν’ αποτιμάς τις σημασίες. Στην αρχή είπα ότι δεν υπάρχει πράγμα σημαντικότερο για ένα παιδί από το να του μάθουν πώς ν’ αναγνωρίζει την ψευδή επικοινωνία. Εσείς, επομένως, ίσως εικάζετε ότι γνωρίζω κάτι για το πώς να το επιτύχουμε αυτό. Ε λοιπόν, δεν έχω ιδέα. Ή τουλάχιστον δεν γνωρίζω πολλά σχετικά. Γνωρίζω απλώς ότι τα σημερινά μας αναλυτικά προγράμματα δεν το έχουν θίξει καθόλου. Ούτε, φυσικά, οι τωρινές μας μέθοδοι εκπαίδευσης για δασκάλους. Δεν είμαι καν βέβαιος για το αν οι σχολικές μας αίθουσες μπορούν να μεταρρυθμιστούν για να διαμορφώνουν ζωντανούς και σκεπτόμενους ανθρώπους. Μολαταύτα, εξακολουθώ να πιστεύω ότι δεν είναι υπεράνω του επαγγέλματός μας το να επινοούμε νέους τρόπους εκπαίδευσης της νεολαίας, τέτοιου είδους. Διότι δεν υπάρχει πιο πολύτιμο περιβάλλον από το γλωσσικό μας περιβάλλον. Και ακόμη και αν γνωρίζει κανείς ότι πρόκειται να πεθάνει άμεσα, αυτό το πράγμα αξίζει να το προστατεύσει.
[1] Η παρούσα ομιλία εκφωνήθηκε στο Διεθνές Συνέδριο για τους Δασκάλους Αγγλικών (NCTE) στις 28 Νοεμβρίου 1969.