Κρίνει ο Δημήτρης Ι. Παπαδής
Καθηγητής Φιλοσοφίας
Εισαγωγικά, θα ήθελα να παρατηρήσω ότι το έργο του Ηλία Βαβούρα για τον Δημόκριτο δεν είναι απλώς εντυπωσιακό για το μέγεθός του, αλλά είναι κυρίως θαυμαστό για την ποιότητα του περιεχομένου του, γιατί χαρακτηρίζεται από τη βαθιά κατανόηση των δύσκολων προβλημάτων της ατομικής θεωρίας, του Δημοκρίτου, που παρουσιάζονται γλωσσικά με μεγάλη ακρίβεια και σαφήνεια.
1. Η ΑΤΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΤΟΥ ΔΗΜΟΚΡΙΤΟΥ
Εισηγητές της ατομικής θεωρίας ή της ατομοκρατίας θεωρούνται ο Λεύκιππος και ο Δημόκριτος. Κατά την ατομοκρατία είναι αδύνατη η επ’ άπειρον τμήση ή διχοτομία των όντων. Στη διαδικασία της διαίρεσης των όντων υπάρχει πάντοτε ένα όριο, διαιρώντας δηλαδή ένα ον σε μικρότερα κομμάτια φτάνουμε στα ελάχιστα τμήματά του, τα άτομα τα οποία είναι ανεπίδεκτα περαιτέρω διαίρεσης. Τα άτομα δεν έχουν κατά τους εισηγητές της ατομοκρατίας διαφορές μεταξύ τους. Τα χαρακτηριστικά που παρουσιάζουν τα όντα τα οποία αποτελούνται από άτομα οφείλονται στις διαφορές του μεγέθους, του σχήματος, της διάταξης και των συνδυασμών των ατόμων. Σύμφωνα με την ατομοκρατία, εκτός από τα άτομα από τα οποία συγκροτείται κάθε οντότητα, υπάρχει το κενό, εντός του οποίου κινούνται τα άτομα. Τα άτομα κινούνται μέσα στο κενό, επειδή έχουν εξαρχής μια κίνηση που συνεπάγεται μια άλλη κίνηση κ.ο.κ. σύμφωνα με ένα βασικό νόμο κατά τον οποίο μια κίνηση γεννά μια άλλη κίνηση και αυτή με τη σειρά της μια άλλη κίνηση επ’ άπειρον. Από την κίνηση των ατόμων στο κενό δημιουργείται μια «δίνη» χάρη στην οποία τα άτομα αναμειγνύονται μεταξύ τους σε συμπτωματικούς συνδυασμούς από τους οποίους γεννιούνται τα σώματα και οι διάφοροι κόσμοι. Η ατομική θεωρία έλαβε μεγάλες διαστάσεις κατά τον εικοστό αιώνα αποτελώντας ένα από τα μεγάλα κεφάλαια της σύγχρονης φυσικής επιστήμης. Ο όρος ατομοκρατία χρησιμοποιείται ακόμη κατ’ αντιδιαστολήν προς τη θεωρία του υλισμού[1].
Κατά την ατομική θεωρία τίποτε δεν γεννιέται από το μηδέν και τίποτε δεν εξαφανίζεται στο μηδέν, στην ανυπαρξία. Ο υπαρκτός κόσμος αποτελείται, όπως είπαμε, από τα άτομα και το κενό. Τα άτομα είναι αγέννητα, άφθαρτα και φυσικά αδιαίρετα. Tα άτομα ως έσχατα και άτμητα υλικά στοιχεία είναι απαθή, ανώλεθρα, άπειρα κατά το πλήθος μέσα στο σύμπαν και έχουν τρεις διαφορές μεταξύ τους: α) στο σχήμα-ρυσμός, β) στη θέση-τροπή και γ) στην τάξη-διαθιγή. Ως εκ τούτου οι άτομες ουσίες διαφέρουν μεταξύ τους στο μέγεθος, στο σχήμα και στη μορφή[2]. Tα άτομα διαφέρουν και ως προς το βάρος τους, το οποίο καθορίζεται από το μέγεθός τους. Τα βαρύτερα λόγω της αυξημένης βαρύτητάς τους κινούνται προς τα κάτω, ενώ τα ελαφρότερα κινούνται προς τα επάνω.
Με την ατομική θεωρία αίρεται η φιλοσοφική αντίθεση ανάμεσα στο Eιναι και το φαίνεσθαι. Δεν καταργούνται βέβαια οι όροι Eίναι και Φαίνεσθαι, αλλά μέσω της ατομικής κατανόησης του κόσμου γίνεται σαφές ότι τα φαινόμενα υπάρχουν στον ίδιο βαθμό που υπάρχει και η ουσία τους.
Η γένεση και η φθορά είναι αποτέλεσμα της ένωσης και του διαχωρισμού των ατόμων, ενώ η μεταβολή είναι απόρροια της διάταξης και της θέσης τους, κάτι που οδηγεί στη διατύπωση της εμφατικής ρήσης: ταληθες εν τω φαίνεσθαι.
Η κίνηση είναι αιώνια. Δεν έχει ούτε αρχή ούτε τέλος. Αυτό έχει ως συνέπεια την αιωνιότητα της κοσμικής ενέργειας, διότι η αιώνια κίνηση συνεπάγεται αιώνια ενέργεια, χωρίς ωστόσο να επιχειρείται ένας καθορισμός της αιτίας της διηνεκούς κίνησης ή της ενέργειας [3]. Το είδος της κίνησης που εντοπίζεται στη φύση είναι η κατά τόπον κίνηση. Τα άτομα ή τα σύνθετα σώματα κινούνται λόγω της ενυπάρχουσας σε αυτά βαρύτητας και καταλαμβάνουν τον κενό τόπο που δεν έχει δυνατότητα αντίστασης [4].
O Δημόκριτος δεν απορρίπτει το μέτρο και την τάξη ως προϋποθέσεις κάθε κοσμικής δημιουργίας. Αντίθετα αναβιβάζει το μέτρο και την τάξη σε ανυπέρβλητους παράγοντες κάθε δημιουργίας. Το μέτρο και η τάξη δεν εκπορεύονται από μια πρωταρχική έλλογη δημιουργική πρόνοια, αλλά εκ της φυσικής ανάγκης στη διαδικασία σύνδεσης των ατόμων και σχηματισμού σύνθετων σωμάτων.
2. ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΚΑΙ ΚΟΣΜΟΣ
Ο Δημόκριτος δεν διαχωρίζει τον άνθρωπο από το υπόλοιπο σύμπαν. Η ανθρώπινη κατάσταση δεν αποτελεί χωριστή βαθμίδα του κόσμου, αλλά υπόκειται στους ίδιους φυσικούς νόμους που διέπουν το σύμπαν. Ό,τι συμβαίνει στον μακρόκοσμο είναι δυνατόν να συμβεί και στον ανθρώπινο μικρόκοσμο, ό,τι ισχύει στο αχανές σύμπαν ισχύει και στην ανθρώπινη κατάσταση. Ο άνθρωπος είναι ένας μικρός κόσμος, μια συγκεκριμένη φυσική σύνδεση ατομικών στοιχείων που βρίσκονται ενωμένα μόνο επειδή η φυσική αναγκαιότητα επέτρεψε να συμβεί κάτι τέτοιο[5]. H μόνη ουσιαστική διαφορά μεταξύ ανθρώπου και κόσμου είναι το μέγεθός τους. Πρόκειται δηλαδή για φυσικές ενώσεις στοιχείων που διέπονται από την ίδια φυσική νομοτέλεια και υπακούουν στην αιτιότητα της σύνθετης υλικής φύσης τους. «Ο άνθρωπος είναι αυτό το είδος μορφής που διαθέτει ψυχή»[6]. Δεν υφίσταται το σώμα χωρίς την ψυχική κινητική και νοητική επενέργεια, αλλά ούτε και η ψυχή μπορεί να υπάρξει χωρίς τη σύνδεσή της με το σώμα[7]. Για τον Δημόκριτο το ελάχιστο βάρος και το μικρό μέγεθος των ψυχικών ατόμων δικαιολογούν την ασώματη φύση της ψυχής. Γι’ αυτόν η ψυχή δεν είναι αμιγώς πνευματική οντότητα, ριζικά διαφορετική δηλαδή από την υλική σύσταση του σώματος. Ο Δημόκριτος πίστευε ότι η ψυχή απαρτίζεται από δύο μέρη. Το έλλογο μέρος της εδράζεται στον εγκέφαλο ή στον θώρακα, ενώ το άλογο μέρος της είναι διεσπαρμένο σε ολόκληρη τη σύσταση του σώματος. Εξάλλου η ύλη της ψυχής είναι ποιοτικά ανώτερη από αυτήν του σώματος, επειδή α) τα άτομα της ψυχής είναι λεπτά και σφαιροειδή, σχεδόν άυλα[8], και β) η υλική ανωτερότητα των ατόμων της ψυχής τούς επιτρέπει την αυτοκινησία, γεγονός που παρέχει στην ψυχή την πρωτοκαθεδρία επί του ανθρώπου ως συνόλου.
3. ΨΥΧΗ ΚΑΙ ΕΥΔΑΙΜΟΝΙΑ
Η ευδαιμονία είναι η αληθινή χαρά της ψυχής[9]. H ανθρώπινη ευδαιμονία είναι μια κατάσταση που επηρεάζεται από τη σχέση του ψυχικού ενεργητικού μέρους με το σωματικό παθητικό μέρος εντός του συνολικού ανθρώπινου οργανισμού. Ουσιαστικά η ανθρώπινη ευδαιμονία είναι μια ορθή αναλογία ύλης, κίνησης και νόησης.
Το Β 119 απόσπασμα του Ηρακλείτου: ηθος ανθρώπω δαίμων θα μπορούσε, νομίζω, να θεωρηθεί ως το πυρηνικό στοιχείο της περί ευδαιμονίας θεωρίας του Δημοκρίτου, καθότι εκφράζει την εσωτερική σχέση της ευδαιμονίας με την ορθή και ιδιαίτερη-χαρακτηριστική ψυχική κατάσταση του ανθρώπου, όταν λέει ότι ο δαίμων του ανθρώπου, δηλαδή ο εσωτερικός θεός του, είναι ο χαρακτήρας του, το ηθος του, και όχι μια εξωτερική, μεταφυσική θεότητα που υπάρχει πέρα και ανεξάρτητα από τον συγκεκριμένο κάθε φορά άνθρωπο. Η λέξη δαίμων λοιπόν σημαίνει: θεός, θεότητα, μοίρα, τύχη, «ο προσωπικός μικρός θεός» που σύμφωνα με μια αρχαία λαϊκή αντίληψη συνδέεται με την ιδιαίτερη ζωή του κάθε ανθρώπου χωριστά και αντιπροσωπεύει την ιδιαίτερη μοίρα ή τύχη του[10]. O Ηράκλειτος και μαζί του και ο Δημόκριτος λένε στους ανθρώπους: μην αναζητάτε την αιτία της λεγόμενης μοίρας σας, δηλαδή της ευδαιμονίας ή της κακοδαιμονίας σας έξω από σας τους ίδιους, σε κάποιον αγαθό ή κακό δαίμονα. Είναι ανάγκη να καταλάβετε πως η αιτία κρύβεται μέσα σας. Ο καθένας από σας ανάλογα με την ιδιαίτερη φύση του, την αγωγή του και τον αγώνα του για αυτοκαταξίωση και αυτοπραγμάτωση, και ανάλογα με τις ιστορικές συγκυρίες διαμορφώνει το ήθος του από το οποίο εξαρτάται η ευδαιμονία ή κακοδαιμονία του. Ο δαίμων λοιπόν τελικά είναι το ήθος σας, είστε εσείς οι ίδιοι! Με άλλα λόγια η ψυχή είναι ο αποφασιστικός παράγων καθορισμού της ευδαιμονίας ή κακοδαιμονίας του, σύμφωνα αφενός με τον Ηράκλειτο και αφετέρου με τον Δημόκριτο. Η ψυχή λοιπόν καθορίζει ουσιαστικά την ευδαιμονία μας, ενώ το σώμα αποτελεί απλώς το υλικό μέσο πραγμάτωσης του ευδαιμονικού σκοπού[11].
4. ΗΔΟΝΗ ΚΑΙ ΕΥΔΑΙΜΟΝΙΑ
Συχνά αναφέρεται ο Δημόκριτος στη σχέση της ευδαιμονίας με την ηδονή. Στο σημείο αυτό πρέπει εξαρχής να τονίσουμε ότι και γι’ αυτόν η ευδαιμονία δεν συνδέεται πάντοτε και αναγκαστικά με την ηδονή. Οπωσδήποτε βέβαια το αγαθό, ή έστω αυτό που θεωρείται αγαθό, αποτελεί τον σκοπό κάθε ανθρώπου και αυτός τελικά δεν είναι άλλος από την ευδαιμονία, το υπέρτατο αγαθό. Συνεπώς ο σκοπός, η ολοκλήρωση του ανθρώπου ισοδυναμεί με μια ευδαιμονική κατάσταση που δεν μπορεί βασικά να είναι δυσάρεστη. (Γιατί, όπως λέει και ο Αριστοτέλης, «ο άνθρωπος που δεν βρίσκει ευχαρίστηση στις καλές και ενάρετες πράξεις δεν είναι ενάρετος»[12]). Βέβαια τα μέσα για την πραγμάτωση αυτού του ενάρετου σκοπού και για τον Δημόκριτο δεν μπορεί να είναι οποιεσδήποτε ηδονές. Όταν μιλάμε για τον άνθρωπο, πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι έχουμε να κάνουμε με ένα ον το οποίο διαφέρει από όλα τα άλλα όντα λόγω της λογικής του δύναμης-ικανότητας η οποία συνιστά ακριβώς την ειδοποιό διαφορά του ανθρώπου ως ανθρώπου και έτσι τον διαφοροποιεί από όλα τα άλλα όντα. Δηλαδή το ειδοποιό αυτό στοιχείο δεν είναι η ηδονή, αλλά ο ανθρώπινος λόγος. Γι’ αυτό και σκοπός του ανθρώπου δεν είναι κάθε ηδονή, αλλά η έλλογη κρίση του περί των ηδονών που προάγουν το πραγματικό του συμφέρον και τον οδηγούν στην ενάρετη ολοκλήρωσή του, δηλαδή στην ευδαιμονία του[13]. Και για τον Δημόκριτο η ακόρεστη τάση για απόλαυση των σωματικών ηδονών δεν συμβάλλει στην επίτευξη της αληθινής ευδαιμονίας. Η οδός προς την ανθρώπινη ευδαιμονία περνάει μέσα από τη διάκριση των ηδονών σε καλές και κακές, σε ωφέλιμες και επιβλαβείς, καθώς και σε πνευματικές και σωματικές. Ωστόσο πρέπει να αποκλειστεί η απόλυτη ταύτιση του αγαθού με το ηδύ από τη δημοκρίτεια σκέψη. Υπάρχουν ηδονές που προάγουν την ευδαιμονία, αλλά και ηδονές που οδηγούν στην κακοδαιμονία. Το προοράν της ευδαιμονίας, ο σχεδιασμός της πορείας προς την ευδαιμονία μπορεί να επιτευχθεί μόνο δια του λόγου. Η έλλογη ψυχή του ανθρώπου επιλέγει τις κατάλληλες πνευματικές κυρίως ηδονές που προάγουν την ευδαιμονία[14].
Επειδή και το κεφάλαιο αυτό περί ηδονής και ευδαιμονίας, συνδέεται στενά με τα αντίστοιχα κεφάλαια των Ηθικών Νικομαχείων του Αριστοτέλη όπου τα ζητήματα αυτά αναπτύσσονται κατά τρόπο πλήρη και σαφή, θεωρώ σκόπιμο να αναφερθώ σε αυτά με συντομία. Εξάλλου είναι γνωστό ότι για τη φιλοσοφία των Προσωκρατικών δεν μπορούμε να έχουμε πλήρη εικόνα, επειδή αυτή μας σώζεται μόνο αποσπασματικά. Κατά συνέπεια η καταφυγή μας στους μετασωκρατικούς φιλοσόφους καθίσταται τρόπον τινά αναγκαία.
Καταρχήν να τονίσουμε ότι στον Αριστοτέλη η ευδαιμονία αποτελεί αποκλειστικά το έσχατο πρακτό αγαθό του ανθρώπου, δηλαδή αποτέλεσμα της ελεύθερης ηθικής και νοησιαρχικής δράσης και συμπεριφοράς του ανθρώπου και όχι το αποτέλεσμα της ανεξάρτητης από τη βούληση κίνησης και σύνθεσης των διαφόρων ατόμων του σώματος και της ψυχής του ανθρώπου, όπως συμβαίνει στον Δημόκριτο. Η σχέση λοιπόν της ηδονής με το αγαθό και την ευδαιμονία αφενός και της ηδονής με την ενέργεια αφετέρου είναι πολύ στενές.
Μας λέει ακόμη ο Αριστοτέλης ότι η ηδονή ανήκει τρόπον τινά στα καθαυτά αιρετά αγαθά και ότι υπάρχουν αφενός καλές και αφετέρου φαύλες ηδονές. Υπάρχουν, λέει ακόμη, ηδονές ανάμεικτες με λύπη που είναι οι σωματικές ηδονές και ηδονές αμιγείς, δηλαδή ηδονές καθαρές που είναι οι θεωρητικές ή πνευματικές ηδονές[15]. Ο Αριστοτέλης καταλήγει στη θέση ότι η ηδονή δεν ταυτίζεται ασφαλώς με το ύψιστο αγαθό, δηλαδή την ευδαιμονία, ούτε είναι άξια επιλογής κάθε ηδονή, και ότι υπάρχουν κάποιες ηδονές που είναι άξιες επιλογής καθαυτές[16].
Όσον αφορά τη σχέση της ηδονής με το αγαθό, λέει ο Αριστοτέλης ότι
«Σε όλες τις περιπτώσεις το πράγμα θεωρείται πως είναι έτσι, όπως φαίνεται στον σπουδαίο άνθρωπο… και αν το μέτρο για κάθε πράγμα είναι η αρετή και ο αγαθός άνθρωπος ως αγαθός, τότε ηδονές θα είναι αυτές που φαίνονται στον αγαθό άνθρωπο ότι είναι ηδονές, και ευχάριστα πράγματα θα είναι αυτά στα οποία ο άνθρωπος αυτός βρίσκει ευχαρίστηση»[17].
Μέτρο και κριτήριο της ποιότητας και του είδους των ηδονών είναι ο σπουδαίος άνθρωπος και οι ηδονές δεν είναι παρά τα οικεία παρακολουθήματα των ενεργειών[18]. Η ποιότητα λοιπόν των ηδονών εξαρτάται από την ποιότητα των ηδονών. Με άλλα λόγια «κριτήριο του αγαθού είναι ο αγαθός (= ο σπουδαίος) και κριτήριο της αγαθότητας του αγαθού (= του σπουδαίου) είναι το αληθινό αγαθό»[19]. Τη μεγαλύτερη λοιπόν ηδονή την παρέχει η πιο τέλεια ενέργεια και στη συνέχεια έρχεται η οικεία ηδονή και τελειοποιεί την οικεία ενέργεια[20].
5. Η ΗΘΙΚΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΑΤΟΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Σύμφωνα με τον Δημόκριτο «το ανθρώπινο ευδαιμονειν αποτελεί μια συμμετρία μεταξύ της υλικής κατάστασης της ψυχής και της ηθικής δράσης του ατόμου… Όταν ανατρέπεται η ψυχική τάξη, επικρατεί ταραγμός σε ολόκληρο το σωματικό όλο και η κατάσταση της ευδαιμονίας χάνεται, επικρατεί η νοσηρή αναταραχή, δηλαδή ο άνθρωπος βαίνει προς την κακοδαιμονία και την ανηθικότητα. Δεν μπορεί να υπάρξει νοσηρή ψυχή με καταστρατηγημένη φυσική τάξη που να εκδηλώνει ηθικά άρτια συμπεριφορά. Αντιστρόφως ανάλογα, η ηθική συμπεριφορά επηρεάζει την ψυχική τάξη. Η ορθή ηθική συμπεριφορά έχει ως αποτέλεσμα την ψυχική ευταξία που άγει στην ευδαιμονία. Αντίθετα, η ανήθικη δράση οδηγεί στη διατάραξη της ψυχικής γαλήνης και οδηγεί απαρέγκλιτα στην κακοδαιμονία. Τα ίδια κατηγορήματα της ευδαιμονίας (όπως οι λέξεις ευθυμία ή ευεστώ ή αταραξία) δείχνουν αυτή την αμφίδρομη σχέση ψυχικής σταθερότητας-υγείας και ηθικής αρτιότητας»[21].
Εδώ είναι φανερό ότι Ηλίας Βαβούρας καταβάλλει μεγάλη και πετυχημένη προσπάθεια, προκειμένου να δείξει ότι η ευδαιμονία είναι το ευχάριστο αποτέλεσμα της στενής σχέσης και συμμετρίας της υλικής κατάστασης της ψυχής και της ηθικής δράσης και συμπεριφοράς του φορέα τους, και έτσι να καταδείξει τη σημασία και την αξία της συμβολής του ανθρώπου ως ανθρώπου στην ευδαιμονία του. Είναι μια θέση που συμμερίζεται πλήρως ο Αριστοτέλης στα Ηθικά του Νικομάχεια[22].
6. Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΑΤΟΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Είπαμε ότι η ευδαιμονία του ανθρώπου ορίζεται από τον Δημόκριτο ως άριστη διάταξη των ατόμων της ψυχής σε αναλογία με την ορθή ηθική και πολιτική του δράση και συμπεριφορά, καθότι η τέλεια ευδαιμονία είναι εκείνη που εκφράζεται μέσα από την ηθικοπολιτική στάση του ανθρώπου. Ο λόγος είναι η σκιά του έργου: λόγος γαρ εργου σκιη, σύμφωνα με τον Δημόκριτο[23].
Οι άνθρωποι, προκειμένου να συνεχίσουν την πολιτικοκοινωνική τους πορεία, έπρεπε να παραιτηθούν από την απόλυτη προκοινωνική τους ελευθερία πάνω σε όλα τα πράγματα και να την εκχωρήσουν σε έναν κυρίαρχο εκπρόσωπό τους ή σε μια ομάδα ανθρώπων με βάση τη δημοκρατική αρχή της πλειοψηφίας και αντάλλαγμα την υποχρέωσή τους να υπακούουν στις διατάξεις της πολιτικής νομοθεσίας και με σκοπό τη λήξη του πολέμου όλων εναντίον όλων[24].
Τέλος, θα ήθελα να κλείσω την παρούσα μελέτη μου με μια πολύ σύντομη αναφορά σε μια διόρθωσή μου, που έκανα στο απόσπασμα Β 276 του Δημοκρίτου, προτείνοντας την αντικατάσταση της λέξης ευθηλέοντα από τη λέξη ευθυμέοντα: ου δοκει μοι χρηναι παιδας κτασθαι. ενορω γαρ εν παιδων κτησει πολλους μεν και μεγαλους κινδυνους, πολλας δε λυπας. ολιγα δε τα ευθηλεοντα και ταυτα λεπτα τε και ασθενεα. Δηλαδή για τον Δημόκριτο δεν θεωρείται αναγκαία η απόκτηση απογόνων. Διότι βλέπει πολλούς και μεγάλους κινδύνους και πολλές στενοχώριες στην απόκτηση παιδιών. Αντίθετα, τα ευτυχήματα είναι λίγα και μάλιστα μικρά και ασήμαντα[25].
Υποσημειώσεις
[1] Βλ. Πελεγρίνης Θ., Λεξικό της φιλοσοφίας, Αθήνα 2004.
[2] Δημόκριτος Α, DK 37.
[3] Λεύκιππος Α, DK 18.
[4] Δημόκριτος Α, DK 58α.
[5] Ένθα ανωτέρω, Β DK 34.
[6] Ένθα ανωτέρω, Β DK 165.
[7] Πβ. Αριστοτέλης, Περί ψυχής, 413α 1-5.
[8] Δημόκριτος Α, DK 101.
[9] Λεύκιππος Α, DK 37.
[10]. Πβ. Πλάτων, Τίμαιος 90α: δαίμονα θεος εκάστω δέδωκε.
[11] Βλ. Δημόκριτος Α, DK 167.
[12] Αριστοτέλης, Ηθ. Νικομ. 1099α 17-18.
[13] Βλ. Αριστοτέλης, Πολιτικά 1252α 29-34. Πβ. Βαβούρας, Η. , Δημόκριτος, ένθα ανωτέρω, σελ. 175.
[14] Βλ. Βαβούρας, Η., ένθα ανωτέρω, σελ. 159-160 και 176.
[15] Βλ. Αριστοτέλης, Ηθ. Νικομ. Κ 1-2.
[16] Βλ. Αριστοτέλης, ένθα ανωτέρω, 1174α 8-10.
[17] Αριστοτέλης, Ηθ. Νικομ. 1176α 15-19.
[18] Αριστοτέλης, ένθα ανωτέρω, και 1176α 25-26.
[19] Αριστοτέλης, Ηθ. Νικομ. 1176α 16-19.
[20] Αριστοτέλης, Ηθ. Νικομ. 1175α 29-31.
[21] Βαβούρας, Ηλίας, ένθα ανωτέρω, σελ. 154-155.
[22] Βλ. μεταξύ πολλών άλλων χωρίων και Αριστοτέλη, Ηθ Νικομ. 1094α 16- 1103α 17.
[23] Δημόκριτος Β, DK 145.
[24] Bλ. Βαβούρας, Η., ένθα ανωτέρω, σελ. 209-210.
[25] Για τη σχετική επιχειρηματολογία μου βλ. το άρθρο μου: Philologus 136 (1992), σελ. 310-313.