Απόσπασμα από: Για τη σημασία της λέξης «επαναστατικός»
Προδημοσίευση από το 2ο τεύχος ResPublica / Σημειώσεις εκτός γραμμής για την ριζική κοινωνική αλλαγή. (Το νέο τεύχος Κυκλοφορεί το Γενάρη 2019)
“Πολύ συχνά έχουμε καταχραστεί την λέξη επαναστατικός. Λέμε, για παράδειγμα, γενικά: πρέπει να θεσπίσουμε έναν επαναστατικό νόμο, πρέπει να λάβουμε επαναστατικά μέτρα. Εννοούμε μήπως νόμους και μέτρα χρήσιμα για την επανάσταση; Έτσι δεν λέμε τίποτα. Μιλάμε για μέτρα που είναι κατάλληλα μόνο για τη δική μας εποχή; Σε αυτή την περίπτωση λέμε κάτι λανθασμένο: γιατί αν ένα μέτρο είναι καλό τόσο για την επαναστατική περίοδο, όσο και μια εποχή της ηρεμίας, τότε θα ήταν απλά ένας άριστος νόμος. Εννοούμε μήπως ένα βίαιο, έκτακτο μέτρο, που έρχεται σε αντίθεση με τους κανόνες της κοινής τάξης, με τις γενικές αρχές της δικαιοσύνης; Αυτό όμως δεν αποτελεί επαρκή λόγο για την υιοθέτησή του. Πρέπει να αποδεικνύεται επίσης ότι είναι χρήσιμο και ότι οι περιστάσεις το απαιτούν και το δικαιολογούν. Ίσως είναι καλό να εξετάσουμε την προέλευση αυτής της κατάχρησης της λέξης επαναστατικός. Όταν τέθηκε θέμα εγκαθίδρυσης της ελευθερίας πάνω στα ερείπια του δεσποτισμού, και της ισότητας πάνω σ’ εκείνα της αριστοκρατίας, πολύ ορθά δεν επιδιώξαμε να θεμελιώσουμε τα δικαιώματά μας στην καρολίγγεια νομοθεσία ή στη Lex Ripuaria, το σαξωνικό εθιμικό δίκαιο. Βασιστήκαμε, αντίθετα, στους αιώνιους νόμους της λογικής και της φύσης. Αλλά, πολύ σύντομα, η αντίδραση και οι καταχρήσεις των βασιλοφρόνων μας υποχρέωσαν να λάβουμε αυστηρότατα μέτρα, που οι συνθήκες τα καθιστούσαν αναγκαία. Τότε οι αντεπαναστάτες είχαν πιστέψει ότι θα χτυπούσαν τους αντιπάλους τους με τα ίδια τους τα όπλα, χρησιμοποιώντας τις ίδιες αρχές της φυσικής δικαιοσύνης από τις οποίες είχαν ηττηθεί. Tους ακούγαμε λοιπόν να επικαλούνται συνεχώς την διακύρηξη των δικαιωμάτων του ανθρώπου, που οι ίδιοι θεωρούσαν παράλογη και επικίνδυνη. Επειδή λοιπόν δεν μπορούσαμε να τους απαντήσουμε παρά μόνο μέσω μιας πολύ λεπτής λογικής επιχειρηματολογίας, για την επιτυχία της οποίας είχαμε σοβαρούς λόγους να αμφιβάλουμε, εφεύραμε τον κατά περίσταση νόμο, ο οποίος αφού γρήγορα έγινε γελοίος, έδωσε τη θέση του στον επαναστατικό νόμο. Οι παλαιότεροι νόμοι όλων σχεδόν των λαών δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια επίθεση της εξουσίας εναντίον της δικαιοσύνης και μια σειρά παραβιάσεων των δικαιωμάτων των πολλών υπέρ των συμφερόντων των ολίγων. H ύπουλη πολιτική όλων των κυβερνήσεων δεν ήταν παρά μια σειρά βίαιων προδοσιών. Κατά συνέπεια, οι φιλόσοφοι αρκούνταν να καταπολεμούν αυτό το σύστημα αδικίας και καταπίεσης, θεσπίζοντας τις αρχές της παγκόσμιας ηθικής, χρησιμοποιώντας τες μόνο στη μεταφυσική τους γενικότητα. Δεν ασχολήθηκαν με τις εξαιρέσεις, γιατί έβλεπαν ότι οι καταπιεστές δικαιολογούσαν συνεχώς όλες τις καταχρήσεις, όλα τα εγκλήματα, παρουσιάζοντάς τα ως εξαιρέσεις που δικαιολογούνται από μια επιτακτική ανάγκη.”
Oλόκληρο το κείμενο στο 2ο τεύχος ResPublica