Βελτιοδοξία και ελπίδα. Ο υπόγειος νους – Μιχάλης Θεοδοσιάδης
Όπως επίσης υποστήριξε και η Arendt, η οργή δεν είναι πάντα «αυτόματη»· δεν πρόκειται, δηλαδή, για μια ασυνείδητη και παρορμητική εκδήλωση επιθυμιών. Θυμικές αντιδράσεις πολλές φορές καθοδηγούνται από ορθή κρίση. Στην περίπτωση αυτή, το συναίσθημα θυμού κατά της αδικίας δεν φράζει το λογισμικό. Αξίζει στο σημείο αυτό να κάνουμε αναφορά στο συνεταιριστικό κίνημα που αναπτύχθηκε στα τέλη του δέκατου ένατου αιώνα σε νότιες και δυτικές πολιτείες των ΗΠΑ. Εν ολίγοις, πρόκειται για ένα από τα σημαντικότερα δημοκρατικά κινήματα της νεώτερης Αμερικανικής ιστορίας μαζί με το Κίνημα για τα Πολιτικά Δικαιώματα.
Ο ρόλος των κοινωνικών κινημάτων στην κοινωνική αναπαραγωγή. Διαμαρτυρία και κινητοποίηση – Θεόδωρος Ντρίνιας
Μόνο όταν υπάρξει η σχετική κρατική απόφαση, ένα αίτημα θεωρείται στοιχειωδώς «δικαιωμένο». Οι οικολόγοι περιμένουν μια κρατική ρύθμιση που θα μειώνει το μέγεθος των ψαριών προς αλίευση, οι ομοφυλόφιλες γυναίκες την κρατική αναγνώριση του γάμου τους, οι φιλομεταναστευτικές κινήσεις μια μείωση του χρόνου αναμονής για απόκτηση ιθαγένειας και τα διεθνικά κινήματα την επιβολή κρατικών δασμών στις εμπορικές συναλλαγές ή την επιβολή εμπάργκο σε ένα καταπιεστικό καθεστώς της Ανατολικής Ευρώπης. Ακόμα και οι πιο ριζικές εκδοχές των κοινωνικών κινημάτων αναγκάζονται να αποδεχτούν (ή να δοξολογήσουν) την πρωτοκαθεδρία του πολιτικού με την «κρατική» μορφή του.
Η ευρωπαϊκή κοινωνία στο καθαρτήριο της βίας: Ο Ρενέ Ζιράρ ερμηνεύει τον Κλάουζεβιτς
Η ανθρωπότητα γεννιέται από την αρχαϊκή θρησκεία μέσω των ιδρυτικών φόνων και των τελετουργιών που απορρέουν από αυτούς».[2] Καταγωγική και εναρκτήρια πράξη της κοινωνικής θέσμισης δεν είναι μια νοητική αφαίρεση – μια νηφάλια και αυθαίρετη απόφαση του καθαρού πνεύματος – αλλά η αχαλίνωτη βία του “όλοι εναντίον όλων”, που απειλεί την κοινότητα με πλήρη εξαφάνιση και που την τελευταία στιγμή ξεσπά στον αποδιοπομπαίο τράγο, στο μέλος αυτό της κοινότητας που κυριολεκτικά αίρει τις αμαρτίες όλων, συγκεντρώνει το κοινό μίσος επάνω του και επιτρέπει έτσι την αποβολή του δηλητηρίου των διαπροσωπικών αντιπαλοτήτων.
Οικο-χιλιασμός και αντιναταλισμός – Ο Μεφιστοφελικός πεσσιμισμός
Οι αντιναταλιστικές ιδέες δεν αποτελούν παρά μια από τις πιο έκδηλες μορφές Μεφιστοφελικού πεσσιμισμού: έμμεσα διατείνονται οι υποστηρικτές του BSM πως όχι μόνο τα νέα παιδιά δεν θα έχουν τις δυνατότητες να αναζητήσουν λύσεις στο οικολογικό πρόβλημα (πρόκειται για τον κατάφωρο ελιτισμό τους που σχολιάσαμε πιο πάνω) αλλά επιπλέον, ενόψει ενός αδιεξόδου, κάποιων ανυπέρβλητων δυσκολιών, μιας σημαντικής πρόκλησης που αντιμετωπίζει ο άνθρωπος, η μοναδική απάντηση είναι η μή ύπαρξη του ίδιου του ανθρώπου. Μάλιστα, πόσες φορές δεν έχουμε έρθει σε επαφή με ακτιβιστές και ακτιβίστριες (ιδίως του οικολογικού κινήματος) να ψελλίζουν σε πόσο καλύτερη κατάσταση θα ήταν ο πλανήτης αν δεν υπήρχαν άνθρωποι πάνω σε αυτόν.
Σκέψεις για τα κινήματα και το Μάη του 1968 – Γιώργος Κουτσαντώνης
Με την πάροδο του χρόνου η πολιτική των ταυτοτήτων μετεξελίχθηκε περαιτέρω σε μια κουλτούρα επιδίωξης συμβολικών χειρονομιών, χάπενινγκ κενών περιεχομένου και «εορτασμού». Χωρίς να ασκείται κριτική ουσίας στο πολιτικό σύστημα της αντιπροσώπευσης ή έστω να επιχειρείται μια αιτιολόγηση των διαφόρων κοινωνικών αποκλεισμών, οι οποίοι εξαρτώνται καί από τη συσσώρευση πλούτου στα χέρια λίγων, οι νέοι ακτιβιστές σύντομα βρίσκονται σε αδιέξοδο.
Η αναστοχαστική λειτουργία του Όσβαλντ Σπένγκλερ
Μια πορεία που βασίζεται στη λογική του πολιτικά αδιάφορου ευδαιμονισμού, της κατανάλωσης υλικών αγαθών, του ακτιβιστικού φεστιβισμού, των πολιτικών ψευδο-διπόλων (όπως Αριστερά και Δεξιά), του γενικευμένου κομφορμισμού και κυρίως της υποταγής (θρησκευτικού/λατρευτικού τύπου) στην τεχνολογία και στην τεχνοεπιστήμη, δείχνει να ταυτίζεται με την παθητική αποδοχή ενός πεπρωμένου και να επιβεβαιώνει τη θεωρία περί «προγραμματισμένης» θνησιγένειας όλων των μορφών πολιτισμού -επομένως και του σύγχρονου δυτικού. Όμως η σπενγκλερική υπόθεση του αναπόδραστου και «σκοτεινού» ανθρώπινου πεπρωμένου μπορεί να γίνει πρόκληση δημοκρατικής αναγέννησης κατά της παρακμής. Είναι ίσως δευτερεύον να εξεταστεί η ακρίβεια τούτης της γερμανικής «ρομαντικής προφητείας».
Τεχνικός φονξιοναλισμός και εργασία – Georg Friedrich Jünger
Φονξιοναλισμός και αυτονόμηση της εργασίας οδηγεί στην πλήρη εξάρτηση του εργάτη από το οργανωτικό σύστημα, γιατί χάνει το δικαίωμα να ορίσει ο ίδιος τί είδους εργασία θα κάνει. Είναι περισσότερο ευέλικτος, αλλά ακριβώς για αυτό το λόγο και περισσότερο τιθασεύσιμος από το οργανωτικό σύστημα. Κι αφού η εργασία δεν είναι πλέον συνδεδεμένη με το πρόσωπό του, γίνεται περισσότερο αδύναμος σε σχέση με αυτό το σύστημα, ο καταναγκασμός του οποίου γίνεται αναπόδραστος. Κάθε προσπάθειά του να ξεφύγει από την μηχανική οργάνωση ή να απαλύνει την επίδρασή της είναι μάταιη.
Ο Ν.Γ. Πολίτης και η συγκριτική λαογραφική μέθοδος – Άλκης Κυριακίδου Νέστορος
Ο ορθολογισμός απαιτεί από τα φαινόμενα του πολιτισμού να είναι λογικά, αφού λογικό είναι το πνεύμα πίσω απ’αυτά· συγχρόνως όμως δεν μπορεί παρά να αναγνωρίσει ότι οι άνθρωποι —ακόμη και οι υπήκοοι της κραταιάς Βρετανικής Αυτοκρατορίας— ζουν μέσα σε ένα σύστημα όπου πολλά από τα φαινόμενα είναι σαφώς παράλογα. Τί θα γίνει λοιπόν; Πώς θα αποκατασταθεί το κύρος του ορθού λόγου; – Αν αποδείξουμε ότι τα φαινόμενα που μας φαίνονται σήμερα παράλογα, ήταν κάποτε, μέσα σε ένα διαφορετικό σύστημα, λογικά. Η σημερινή ακατανόητη μορφή τους οφείλεται στο γεγονός ότι, μολονότι τα φαινόμενα αυτά διατηρήθηκαν χάρη στη δύναμη της συνήθειας και τη συντηρητικότητα των λαών, έμειναν ωστόσο απροσάρμοστα μέσα στο νεώτερο πολιτισμό, λείψανα παλιότερων εποχών, βαθιά ριζωμένα και δυσαπόσπαστα από τη σημερινή ζωή, αλλά νεκρά.
Τρομοκρατία, ισλαμο-αριστερισμός και στρουθοκαμηλισμός α λα γαλλικά – Μισέλ Ονφρέ
Ένα από τα χαρακτηριστικά ενός απολυταρχικού καθεστώτος είναι ότι η ιδεολογία τείνει να καταργήσει την πραγματικότητα και να την αντικαταστήσει με ένα φανταστικό αφήγημα.
Οι γάμοι του Κάδμου και της Αρμονίας – Ρομπέρτο Καλάσσο
Όταν η ζωή άναβε από επιθυμία ή αγωνία ή απ’το συλλογισμό, οι ομηρικοί ήρωες ήξεραν ότι κάποιος θεός ήταν η αιτία. Τον υφίσταντο και τον παρατηρούσαν, αλλά αυτό που συνέβαινε ήταν πάντα μια έκπληξη, ειδικά γι’ αυτούς. Έτσι, εξαντλημένοι από τα πάθη, τις αισχύνες, αλλά και τις δόξες τους, στάθηκαν επιφυλακτικοί στον προσδιορισμό της προέλευσης των πράξεων. «Εσύ δε μου ‘φταιξες, οι αθάνατοι μου φταίξαν», λέει ο Πρίαμος κοιτάζοντας την Ελένη στις Σκαιές Πύλες. Δεν κατάφερνε να τη μισήσει, ούτε να δει σ’ αυτή την υπαίτιο εννιά αιματηρών χρόνων πολέμου, μολονότι το κορμί της ήταν το είδωλο του πολέμου που ετοιμαζόταν να τελειώσει με μια ολοκληρωτική σφαγή.