Ακολουθεί σύντομο απόσπασμα από το άρθρο των Μιχάλη Θεοδοσιάδη και Γιώργου Κουτσαντώνη, «Σκέψεις για την τουρκική επιθετικότητα, το πολιτικό Ισλάμ και μια μελλοντική Ευρωπαϊκή Συμπολιτεία» που φιλοξενείται στο τεύχος 21 του Νέου Ερμή του Λόγιου, από τις Εναλλακτικές Εκδόσεις.

[…] Στο βιβλίο του Μισέλ Ουελμπέκ, με τίτλο «Υποταγή», ένας σαραντάρης πανεπιστημιακός καθηγητής περπατώντας στο δρόμο συνειδητοποιεί ξαφνικά ότι γύρω του καμία γυναίκα δεν φοράει πια φούστα, «η σκιαγράφηση των γυναικείων μηρών, δηλαδή η διανοητική προβολή που στοχεύει στην ανοικοδόμηση του αινίγματος που κορυφώνεται στη διασταύρωση τους, μια διαδικασία της οποίας η δύναμη της διέγερσης είναι ευθέως ανάλογη με το μήκος των γυμνών ποδιών, πλέον έχει καταστεί αδύνατη». Οι προσβλητικές, για το συντηρητικό Ισλάμ, φούστες έχουν εξαφανιστεί. Ο καθηγητής έρχεται αντιμέτωπος με μια βαθιά εσωτερική κρίση η οποία συνδέεται με την πεποίθηση ότι οτιδήποτε συνθέτει τη ζωή του – καριέρα, μελέτη, σεξ, αγάπη – δεν είναι σε θέση να του προσφέρουν ευτυχία ή κάποιο νόημα. Για τον Ουελμπέκ ο εξισλαμισμός της Γαλλίας είναι μια αργή υποταγή· το ένα έθιμο μετά το άλλο, η μια παράδοση μετά την άλλη και το ένα δικαίωμα μετά το άλλο υποτάσσονται σε κάτι νεότερο, ισχυρότερο και πιο συμπαγές, κι έτσι χάνουν την ουσία τους και ξεφτίζουν. Για τον πρωταγωνιστή του «Υποταγή», η μόνη διασκέδαση, σε αυτή τη γενική παρακμή της Δύσης είναι το σεξ επί πληρωμή. Όμως η σεξουαλική ευχαρίστηση είναι κάτι το εφήμερο που υποτάσσεται σε μια δύναμη πολύ μεγαλύτερη από αυτήν των κοινωνικών αλλαγών: στο φυσιολογικό γήρας.

[…]

Εν τέλει, η ανθρωποκεντρικότητα η οποία αναζητούμε είναι παράγωγο ενός πολιτισμού, ο οποίος ξεκινά με την κλασική αρχαιότητα των ελληνικών πόλεων, εξελίσσεται κατά την Ελληνιστική και Βυζαντινή εποχή, αναδύεται (εν μέρει) μέσα από ρεύματα της Αναγέννησης και του Διαφωτισμού, και περιστρέφεται γύρω την έννοια του ορίου.

[…]

Βέβαια πρέπει να τονιστεί ότι ο ελληνικός ανθρωποκεντρισμός διαφέρει από τον ευρωπαϊκό ανθρωποκεντρισμό. Η σημερινή Ευρώπη, στο οντολογικό πεδίο, είναι κατά βάση, α) μια ερμηνεία της Καινής Διαθήκης με βασικό εργαλείο το Ρωμαϊκό Δίκαιο (και όχι την Αρχαιοελληνική σκέψη) και β) μια «αυτοκρατορία» που ομοιάζει με αυτή του Καρλομάγνου, δηλαδή μια δεσποτική δομή με ρίζες στον 9ο αιώνα. Μπορεί ο ελληνικός ανθρωποκεντρισμός να είναι διαφορετικός από τον Ευρωπαϊκό (της Εσπερίας), μπορεί (με άλλα λόγια) να είναι ο «πραγματικός ανθρωποκεντρισμός», βελτιόδοξος και ευπρεπής, ωστόσο, στόχος μας δεν είναι να «πετάξουμε» τη δυτική σκέψη στον κάδο της ιστορίας (όπως προτείνει το κίνημα της Πολιτικής Ορθότητας). Ιερή μας επιδίωξη είναι να εμπλουτίσουμε το δυτικό τρόπο σκέψης με το ελληνικό στοιχείο, με αυτό δηλαδή που θεωρούμε ότι απουσιάζει. Η Αναγέννηση, και πολύ περισσότερο ο Διαφωτισμός, αναπαρήγαγαν μονάχα ένα τμήμα του ελληνικού ανθρωποκεντρισμού ή το έκαναν με τρόπο στρεβλό, όπως αναφέρει ο Καστοριάδης (βλ. Η Ελληνική Ιδιαιτερότητα. Β’ τόμος. 2008. Αθήνα: Κριτική). Έτσι, αντί να διαγράψουμε πλήρως τη φιλελεύθερη παράδοση, καλούμαστε να την αναπτύξουμε, να τη διορθώσουμε, να τη συμπληρώσουμε, κοινώς να την βελτιώσουμε ώστε να καταστεί ικανή να αναδείξει όλα εκείνα τα στοιχεία που μπορούμε να θεωρήσουμε πραγματικά «ελληνικά» δηλαδή «ανθρωποκεντρικά». Αυτό, απαιτεί πρώτα από όλα τη διαφύλαξη της παράδοσης, διότι δεν μπορούμε να βελτιώσουμε κάτι χωρίς να το προστατέψουμε αρχικά. Επομένως, οφείλουμε, τις αναγνώσεις μας στον Kant, στον Δάντη, στον John-Stuart Mill, στον Carl Jung, και σε όλους τους μεγάλους δυτικούς κλασικούς, να τις κάνουμε από ελληνική σκοπιά. Έτσι θα καταφέρουμε να τους εμπλουτίσουμε και να δώσουμε στη Δύση το στοιχείο που λείπει ώστε α) να αποβάλλει στοιχεία πεσσιμισμού και δεσποτισμού και β) να απογαλακτιστεί από την οπτιμιστική ιδεολογία της προόδου ή τους επικίνδυνους μεφιστοφελικούς μηδενισμούς. Σε κάθε περίπτωση, όλα τα παραπάνω απαιτούν και αξίζουν ξεχωριστές αναλύσεις.