Το παρόν κείμενο αποτελεί συνέχεια της σειράς κειμένων μας σχετικά με την ιδεολογία και την ιστορία της μελέτης της, από τη σκοπιά της ιστορίας των ιδεών. Εδώ θα εξετάσουμε τις απόψεις του Αμερικανού συγγραφέα Eric Hoffer για τα μαζικά κινήματα. Αρχικά, για τον Eric Hoffer, η μαζοποίηση είναι η μερική απώλεια του ελέγχου των συνειδητών πράξεων ενός ατόμου, υπό την καθοδήγηση μιας ομάδας με την οποία ταυτίζεται και στην οποία είναι βαθιά υποταγμένο. Ορίστε κάτι που θα μπορούσε να ονομασθεί πρώτη αρχή της θεωρίας του φανατισμού των μαζών, κατά Hoffer: τα μαζικά κινήματα, όσο και αν ποικίλουν, έχουν περισσότερες ομοιότητες μεταξύ τους παρά διαφορές. Γι’ αυτό βλέπουμε συχνά οι οπαδοί ενός τέτοιου κινήματος να πηγαίνουν από το ένα στο άλλο, αν και οι απόψεις των δύο κινημάτων διαφέρουν ριζικά. Αυτό δεν συνέβαινε με τους ναζιστές και τους κομουνιστές στη Δημοκρατία της Βαϊμάρης; Έτσι, όλα τα μαζικά κινήματα είναι εναλλάξιμα και συναγωνίζονται προς άγραν φανατικών οπαδών. Να σημειωθεί ότι, ιστορικά, πρώτα δυσφημίστηκε η παλαιά τάξη πραγμάτων και έπειτα ήρθε η εποχή των μαζών. Ετερότητα χαρακτηρίζει όχι μόνο τα διαφορετικά κινήματα, αλλά και το εσωτερικό εκάστου, το οποίο, υποστηρίζει ο Hoffer, κατά κανόνα περιλαμβάνει δύο ή τρία κινήματα εντός του. Για παράδειγμα, ναζιστές και μπολσεβίκοι είχαν πολιτικά και θρησκευτικά χαρακτηριστικά. Πρώτη ύλη για τέτοιου είδους κινήματα είναι οι κάθε λογής απελπισμένοι του περιθωρίου. Αντίθετα με ό,τι πιστεύουν πολλοί, δεν είναι τόσο η κοινωνική απογοήτευση αυτό που εμπνέει τις μάζες σ’ εξέγερση, αλλά μάλλον η εμφάνιση καλύτερων προοπτικών. Με την παρατηρούμενη απόσταση από τον ποθητό σκοπό να μειώνεται, η δυσαρέσκεια αυξάνεται και μια πιθανή εξέγερση έρχεται όλο και πιο κοντά. Η δυσαρέσκειά μας είναι τόσο μεγαλύτερη όσο λιγότερα είναι τα πράγματα τα οποία στερούμαστε. Οι καλύτερες λοιπόν προϋποθέσεις για την ανάπτυξη ενός μαζικού κινήματος, είναι να υπάρχουν πολλές πολιτικές ελευθερίες, αλλά σε συνδυασμό μ’ ένα διάχυτο αίσθημα κοινωνικής απογοήτευσης. Στην αρχική του φάση, το μαζικό κίνημα κηρύττει με ανυπομονησία την άμεση ικανοποίηση των ελπίδων μας. Αργότερα, αν και εφόσον εδραιωθεί και στερεωθεί κοινωνικά, τότε μετατοπίζει τις προσδοκίες μας στο μέλλον και μας προτείνει ν’ αναμένουμε υπομονετικά. Σημαντική ιδιότητα των μαζικών κινημάτων, είναι ότι υποτιμούν την οικογένεια και περιορίζουν τον ρόλο της. Ο λόγος είναι ότι αυτή δεσμεύει τον άνθρωπο και τον εμποδίζει να αφοσιωθεί στο κίνημα ολόψυχα. Και όχι μόνο η οικογένεια. Τα συμπαγή συλλογικά σώματα δεν ελκύονται από τα μαζικά κινήματα. Για τον λόγο αυτόν, όταν αυτά παρακμάζουν, υπάρχουν οι ιδανικές συνθήκες για ν’ αποτελέσουν το καλύτερο έδαφος για τη δημιουργία τους. Τρανό παράδειγμα είναι εδώ ο στρατός, με τον αποστρατευμένο στρατιώτη να είναι ο ιδεώδης πιθανός οπαδός για κάθε μαζικού κινήματος. Ο φασισμός μάς το απέδειξε περίτρανα. Ο Hoffer καταφέρεται και ενάντια στη χριστιανική θρησκεία, θεωρώντας την υποδειγματική περίπτωση αυτής της τάσης. Το καλύτερο σημάδι ότι μια κοινωνία έχει ωριμάσει για τον σχηματισμό μαζικών κινημάτων, είναι η διαδεδομένη ανία και πλήξη στον πληθυσμό της. Σε ισλαμιστικά κινήματα βλέπουμε γυναίκες να παίζουν καίριο βοηθητικό ρόλο στα πρώτα τους βήματα. Αιτία είναι ότι ο γάμος προσφέρει στις γυναίκες έναν σκοπό ζωής, ένα νόημα και μια ταυτότητα, που αν δεν τα λάβει (όπως οι «γεροντοκόρες» που στήριξαν τα ισλαμιστικά κινήματα, παρόλο που τους στερούν τα δικαιώματά τους), δεν αποκλείεται να τ’ αναζητήσει αλλού. Ο Eric Hoffer θεωρεί το κοινό μίσος προς κάποιον εχθρό, συνδετικό παράγοντα σε κάθε μαζικό κίνημα. Μην ξεχνάμε τη φράση του Hitler ότι αν δεν υπήρχαν Εβραίοι, «θα έπρεπε να τους εφεύρομε». Οι απογοητευμένοι άνθρωποι περιφρονούν το παρόν, πράγμα που τους καθιστά επιρρεπείς στα μαζικά κινήματα. Την ίδια περιφρόνηση του παροντικού την έχει και ο αντιδραστικός. Τι τους διαφοροποιεί; Σύμφωνα με τον Hoffer, η ανθρωπολογική διαφορά μεταξύ ενός αντιδραστικού και ενός ριζοσπάστη, είναι ότι ο πρώτος διακρίνεται απ’ την απαισιόδοξη γνώμη του για τον άνθρωπο, σε αντίθεση με τον δεύτερο, που βλέπει τ’ ανθρώπινα όντα με τον πλέον αισιόδοξο τρόπο. Ο συγγραφέας μας φιλοτεχνεί επίσης ένα χαρακτηρολογικό πορτραίτο του διανοούμενου, όπως το αντιλαμβάνεται εκείνος:
«Ο γνήσιος διανοούμενος μπορεί να ζήσει και χωρίς την πίστη στο απόλυτο. Εκτιμά την αναζήτηση της αλήθειας τόσο όσο και την ίδια την αλήθεια. Μεθάει με τη διαμάχη των ιδεών. Και όταν διατυπώνει μια θεωρία ή ένα δόγμα, το κάνει περισσότερο για διαλεκτική άσκηση και επίδειξη της ικανότητάς του παρά για προγραμματισμό της προσωπικής του δράσης. Η ματαιοδοξία του τον προτρέπει συχνά να υποστηρίζει τους καιροσκοπισμούς του με ορμητικότητα και πάθος. Η έκκλησή του όμως απευθύνεται συνήθως ση λογική και όχι στην πίστη. Οι φανατικοί και οι μάζες που διψάνε για πίστη παίρνουν όμως αυτούς ους καιροσκοπισμούς σαν βεβαιότητες και τους κάνουν ορμητήρια μιας νέας πίστης».
Κοινώς, οι διανοούμενοι είναι άτομα υψηλών διανοητικών ικανοτήτων και επιθυμούν να διακρίνεται αυτή τους η ανωτερότητα σε σχέση με τους άλλους, δεν έχουν όμως σταθερή πίστη σε τίποτα, αλλά χρησιμοποιούν τις ιδέες τυχοδιωκτικά, σαν παιχνίδια προς τέρψη του μυαλού τους. Στον αντίποδα, οι μάζες είναι συναισθηματικές και παράλογες, χωρίς ιδιαίτερες ικανότητες λογικής σκέψης και μάθησης, ικανές όμως και έτοιμες να ριχτούν με μανία στην υπεράσπιση μιας ιδέας. Παραδείγματα τέτοιων στοχαστών, σύμφωνα με τον Hoffer, ήταν ο Ιησούς Χριστός και ο Marx. Κανείς τους δεν ταυτίστηκε με όσα έγιναν και επρόκειτο να γίνουν στη συνέχεια, στο όνομά τους. Μερικές επισημάνσεις εδώ, εκ μέρους μας. Ο Hoffer ταυτίζει κάθε μεγάλη ομάδα με «μάζα», ιστορικά όμως, πρέπει ν’ αναγνωρισθούν οι διαφορές τους. Ειδικότερα, τα φασιστικά κινήματα γεννήθηκαν σε μια περίοδο εισόδου των μαζών στην πολιτική, σε αντίθεση με τα σοσιαλιστική, που προηγήθηκαν τουλάχιστον έναν αιώνα, και φυσικά τις, κατά πολύ προγενέστερες, μεγάλες παραδοσιακές θρησκείες όπως ο Χριστιανισμός και το Ισλάμ. Είναι διαφορετικό το θρησκευτικό κίνημα απ’ τα πολιτικά, όπως διαφορετικές είναι και οι εποχές τους. Ο Hoffer γνωρίζει ότι η εποχή των μαζών είναι ίδιον του σύγχρονου κόσμου, επιχειρεί όμως να προβεί σε παρατηρήσεις με διαχρονική εγκυρότητα για τις μάζες. Αναγνωρίζει, έτσι, βασικό ιστορικό ρόλο σ’ αυτές, χωρίς να ξεκαθαρίζει επαρκώς το ποια είναι η διαφορά μιας εποχής κυριαρχίας των μαζών από μιαν εποχή του «παλαιού κόσμου» όπως τον ονομάζει. Το σημαντικότερο, όμως, στην ανάλυση του Hoffer, είναι ότι μιλάει από μια φιλελεύθερη σκοπιά και δεν συνειδητοποιεί τη δική του ιδεολογική στράτευση.