Συνδιαμόρφωση κειμένου: Γιώργος Κουτσαντώνης και Μιχάλης Θεοδοσιάδης
Το έτος που φεύγει «αφήνει» πίσω του τρία βασικά γεγονότα: α) το ξέσπασμα της πανδημίας, β) την όξυνση των ελληνοτουρκικών σχέσεων και γ) τον μεγάλο κοινωνικό διχασμό στις ΗΠΑ. Αφού προβληματιστούμε, συνοπτικά, πάνω σε καθένα από αυτά τα ζητήματα, θα προσπαθήσουμε να ανακαλύψουμε τον κοινό παρονομαστή τους και να διατυπώσουμε το μήνυμα που, κατά τη γνώμη μας, στέλνει το 2020, αυτός ο βίαιος δάσκαλος.
Η Πανδημία*
Το σχεδόν καθολικά αποδεκτό και σίγουρα αναπόδραστο στοιχείο της πανδημίας είναι ότι αυτή συνέβη. Βέβαια γύρω από αυτή την αλήθεια σχηματίστηκαν αμέτρητες θεωρίες. Για κάποιους η νόσος ήταν και παραμένει μια «απλή γρίπη» που μάλλον διογκώθηκε επικοινωνιακά αφού «δεν ήταν και τόσο σοβαρή υπόθεση». Για άλλους ο ιός κατασκευάστηκε σε κινεζικό ή σε αμερικανικό εργαστήριο, είτε με στόχο να εξολοθρεύσει τον γηραιότερο πληθυσμό, είτε να αυξήσει τις πωλήσεις των εμβολίων. Των εμβολίων που ενδέχεται να περιέχουν ψηφιακά συστήματα παρακολούθησης και ελέγχου του ανθρώπου, τα γνωστά τσιπάκια, ή ακόμη και να οδηγήσουν σε μεταλλάξεις του ανθρώπινου γονιδιώματος. Υπάρχουν και περιπτώσεις στοχαστών, όπως ο Ιταλός Giorgio Agamben που – μιλώντας για τη γυμνή ζωή κι απορρίπτοντας την ιατρική ως γνωστικό πεδίο θεραπείας της λοίμωξης – υποστήριξαν ότι η παγκόσμια αυτή ταλαιπωρία ήρθε να εξυπηρετήσει κάποιους εξουσιαστικούς μηχανισμούς, λειτουργώντας ως σύστημα επιβολής βιοεξουσίας[1].
Σκοπός μας δεν είναι να δώσουμε απαντήσεις, με όρους αυθεντίας, αλλά να προβληματιστούμε κάνοντας χρήση της κοινής λογικής. Η σοβαρότητα της νόσου φάνηκε καθαρά, ειδικά με το δεύτερο κύμα της πανδημίας. Συνεπώς, δεν θεωρούμε ότι υπάρχει λόγος αντιπαράθεσης ως προς το θέμα αυτό, διότι αυτό που πραγματικά έχει σημασία είναι η κλινική εμπειρία επί του πεδίου και όχι η εγωπάθεια κι ο ναρκισσισμός μιας χούφτας επιστημόνων. Τα σύνθετα και δύσκολα ερωτήματα όπως: αν ο ιός κατασκευάστηκε στο εργαστήριο (και σε ποια χώρα), αν είναι αποτέλεσμα του υπερπληθυσμού ή της στενής αλληλεπίδρασης του ανθρώπου με το ζωικό βασίλειο, προς το παρόν δεν έχουν και τόσο νόημα. Το πιο πιθανό είναι ότι ακόμη κι αν αύριο μάθουμε την «γενετήσια ιική αλήθεια» κάποιοι, ενδεχομένως πολλοί, δεν θα την πιστέψουν και πολύ περισσότερο είναι εξαιρετικά αμφίβολο αν θα οδηγήσει σε μέτρα πρόληψης και στην τιμωρία των πραγματικών υπευθύνων (αν αυτοί υπάρχουν). Ως προς τις πιθανές μεταλλάξεις (που αφορούν το mRNA) τα επιστημονικά στοιχεία είναι ξεκάθαρα, ενώ τα «τσιπάκια» και άλλες θεωρίες (όπως ότι το εμβόλιο περιέχει προϊόντα εκτρώσεων) δεν είναι καν άξιες λόγου. Ωστόσο μπορούμε να εξετάσουμε την εξής θεωρία: πόσο λογικό είναι να υποστηρίζει κανείς ότι ο ιός κατασκευάστηκε με στόχο να εξολοθρεύσει τον γηραιότερο πληθυσμό; Στη Δύση είναι αλήθεια ότι τα ποσοστά των ηλικιωμένων είναι υψηλά, επομένως κάποιοι θεωρούν, ότι αν υπήρχε ένας ανομολόγητος στόχος, από κάποιες ελίτ, να μειωθεί ο πληθυσμός της γης, θα έπρεπε να πεθάνουν οι ηλικιωμένοι. Όμως, αν το σκεφτούμε, ειδικά για τη Δύση, μάλλον ισχύει ακριβώς το αντίθετο: για να μειωθεί ο πληθυσμός της γης θα έπρεπε να μπουν στο στόχαστρο οι νεότεροι, αυτοί που τεκνοποιούν. Και όχι μόνο αυτό, θα έπρεπε να βρεθεί και το κίνητρο που εδώ δεν υπάρχει. Πράγματι το τρέχον οικονομικό μοντέλο όχι μόνο δεν θα ήθελε να βγάλει από τη μέση τους γηραιότερους/συνταξιούχους, αλλά προσπαθεί (και το καταφέρνει με τη βοήθεια της επιστήμης) να τους κρατήσει όσο περισσότερο γίνεται στη ζωή. Αυτό γιατί οι συνταξιούχοι είναι πολυάριθμοι στις γερασμένες χώρες της Δύσης και όχι μόνο: είναι δεινοί καταναλωτές. Κατέχουν περισσότερα χρήματα σε σχέση με άλλες ηλικιακές ομάδες, διαθέτουν σταθερά εισοδήματα – από συντάξεις, ενοίκια, μετοχές εταιρειών και/ή οικογενειακών επιχειρήσεων κλπ. Μάλιστα οι μεγαλύτεροι, σε αρκετές περιπτώσεις, αν και δεν παράγουν, συνεισφέρουν έμμεσα στην οικονομία καθώς παραχωρούν στέγαση σε παιδιά και εγγόνια, πληρώνουν κάποιες υποχρεώσεις των μικρότερων, συμβάλλουν στην ανατροφή των εγγονιών και άρα στην κατανάλωση αγαθών, παιχνιδιών, ρουχισμού κ.α. Επίσης, διαθέτουν περισσότερο ελεύθερο χρόνο για χόμπι, τουρισμό και ταξίδια -που και τα δυο προϋποθέτουν χρήματα- ενώ με την υψηλή κατανάλωση φαρμάκων στηρίζουν και την παγκόσμια φαρμακοβιομηχανία. Ασφαλώς ένα από τα μεγάλα προβλήματα της Δύσης είναι το συνταξιοδοτικό καθώς το μεγάλο προσδόκιμο ζωής σημαίνει περισσότερα χρόνια συνταξιοδότησης και παροχών υγείας που σε συνδυασμό με την υπογεννητικότητα δημιουργεί μεγάλο πρόβλημα σε χώρες όπως η Ελλάδα. Αν κάποιοι ήθελαν να μειωθεί, ενδεχομένως για λόγους βιωσιμότητας/οικολογίας, ο πληθυσμός της γης (γενικά) δεν θα έπρεπε να γίνει έλεγχος γεννήσεων στις μεγάλες χώρες όπου οι άνθρωποι τεκνοποιούν δίχως μέτρο, ενισχύοντας τις γεννήσεις σε χώρες που πάσχουν από έλλειμμα νέων και παραγωγικών χεριών/μυαλών;
Έχουμε πολλές φορές δώσει έμφαση στη λεγόμενη «ευαλωτότητα» του ανθρώπου, στο γεγονός ότι η ανθρώπινη ύπαρξη βρίσκεται συνεχώς υπό την απειλή της φυσικής ροπής του ανθρώπου προς την ύβρη και υπό την απειλή της ίδιας της φύσης, η οποία ήταν, είναι και εξακολουθεί να είναι ισχυρότερη από τον άνθρωπο, όσο και αν προσποιούμαστε το αντίθετο, από ιδεολογία ή από ψευδαίσθηση. Εν ολίγοις, βλέπουμε από τη μια συνωμοσιολογικές θεωρίες, που αμφισβητούν βασικά επιστημονικά επιτεύγματα στον τομέα της υγείας (όπως λ.χ. το εμβόλιο εναντίον του SARS-COV-2) ως «όπλα μαζικής καταστροφής» και «ελέγχου του πληθυσμού». Από την άλλη θετικιστικές προσεγγίσεις πάνω στην επιστήμη, που (πιστές στο δόγμα του 18ου αιώνα) διατείνονται ότι τα επιστημονικά επιτεύγματα θα μπορούσαν να εξαλείψουν όλα τα ανθρώπινα προβλήματα. Στην πραγματικότητα, όταν ο άνθρωπος αρνείται να γονατίσει μπροστά στην παντοδυναμία της φύσης, τότε είναι που τον γονατίζει η ίδια η φύση, η ανάγκη και τα όρια που προσπάθησε να αγνοήσει. Καλούμαστε λοιπόν να δούμε την καταστροφή που επέφερε η πανδημία όχι ως μια συντονισμένη προσπάθεια κάποιων, αλλά ως το αποτέλεσμα του ακατάσχετου οπτιμισμού που εξακολουθεί να κυριαρχεί στη σκέψη μας, δηλαδή ως αποτέλεσμα της ψευδαίσθησης/εντύπωσης που έχουμε σχηματίσει αναφορικά με την ανθρώπινη παντοδυναμία: ότι ο δυτικός κόσμος, μέσα από την εξέλιξη και την τεχνολογία, έχει αφήσει πίσω του οριστικά κάθε συμφορά και φυσική καταστροφή, ενώ βαδίζει προς το «τέλος της ιστορίας». Έτσι, μπορεί συνεχώς οι αρνητές της πανδημίας να κάνουν λόγο για προσπάθεια «τρομοκράτησης της κοινής γνώμης» από τα μέσα ενημέρωσης, στην πραγματικότητα όμως η τάση που καταγράφεται είναι η αντίθετη. Ο δημοσιογραφικός κόσμος όχι μόνο δεν προσπάθησε να τρομοκρατήσει την κοινή γνώμη (με στόχο δήθεν να την χειραγωγήσει) αλλά, απεναντίας, υποτίμησε το γεγονός, όντας και αυτός βυθισμένος στις νεωτερικές αυταπάτες της δήθεν «παντοδυναμίας του δυτικού προοδευτικού ανθρώπου». Όπως άλλωστε τονίζει η επιδημιολόγος Jennifer Nuzzo[2], «σίγουρα οι αντιδράσεις δεν εκφράζουν υπερβολή. Αντίθετα, πιστεύω ότι δεν έχουμε αντιδράσει έντονα σε ορισμένες πτυχές του θέματος αυτού». Όχι μόνο δεν υπήρξε προσπάθεια «τρομοκράτησης», αλλά απεναντίας τα Μέσα Ενημέρωσης μάλλον περισσότερο εφησυχαστικά υπήρξαν – ιδίως στην αρχή της πανδημίας.
Η δική μας κριτική στον οπτιμιστικό επιστημονισμό αντηχεί την ανθρωποκεντρική και βελτιόδοξη προσέγγιση για τα δρώμενα (σε αντίθεση με τη φοβική ή μηδενιστική οπτική των αρνητών). Η ανακάλυψη του εμβολίου και το γεγονός ότι τα σύγχρονα ιατροτεχνολογικά μέσα και η κλινική εμπειρία επέτρεψαν τον περιορισμό μιας τέτοιας σφοδρής πανδημίας, σε συνθήκες άκρατης παγκοσμιοποίησης και μετακίνησης πληθυσμών, δίχως να μετράμε δεκάδες εκατομμύρια νεκρούς (όπως στην περίπτωση της Ισπανικής γρίπης), δεν είναι παρά ένα «θαύμα». Ιδίως η ανακάλυψη του εμβολίου -όπως αρκετοί λοιμωξιολόγοι τείνουν να πιστεύουν- έχει σημάνει την αρχή του τέλους της πανδημίας. Είναι, με άλλα λόγια, ένα επίτευγμα της ανθρώπινης γνώσης, η οποία μπορεί να αμβλύνει τις δυστυχίες μας (όχι να μας απαλλάξει από αυτές) όταν αυτή τίθεται στο κέντρο της ανθρώπινης ανάγκης -για την υγεία και την επιβίωση. Θα έπρεπε, ως εκ τούτου, να αισθανόμαστε ευγνωμοσύνη . Όμως, αυτή η έλλειψη ευγνωμοσύνης απέναντι στα ανθρώπινα επιτεύγματα που κατέστησαν το βίο μας υποφερτό, εξαλείφοντας θανατηφόρες ασθένειες (όπως η ευλογιά π.χ.), υποδηλώνει την επίμονη άρνηση της «επιστημονικής αντικειμενικότητας» που πλέον διαφαίνεται όλο και πιο έντονα στο δυτικό κόσμο, κυρίως μέσα από το αντιεμβολιαστικό κίνημα. Αν και μιλάμε για ένα μειοψηφικό κίνημα, αυτό έχει καταφέρει να παρεισφρήσει στον δεσπόζοντα πολιτικό λόγο, πράγμα που θα ήταν μάλλον αδιανόητο μερικές δεκαετίες πριν. Βέβαια, η άρνηση της αντικειμενικότητας δεν έχει να κάνει μόνο με την «επιστημονική αντικειμενικότητα», αλλά και με κάθε είδους αξία που εκλαμβάνεται ως «αντικειμενική» ή αλλιώς, με αυτό που θα μπορούσαμε να αποκαλέσουμε «κοινό νου».
Φρονούμε λοιπόν ότι οι αντιεμβολιαστές σήμερα δεν απαρτίζονται τόσο από θρησκόληπτους και φανατικούς, αλλά κυρίως από «επαναστάτες» που μιλούν μια «εγκόσμια» και κυνική γλώσσα, που θυμίζει αρκετά την «αντιεξουσιαστική» ρητορική της μεταμοντέρνας Αριστεράς, ενάντια στην «καταπίεση», στο «καθεστώς εξαίρεσης» (με βάση τα λόγια του Agamben), και συχνά πυκνά ταυτίζεται με τον ακροδεξιό φιλελευθερισμό (ενίοτε και το ρατσισμό) του κινήματος QAnon. Αυτή δεν είναι παρά μια άλλη πτυχή της άρνησης της αντικειμενικότητας, η οποία πατά πάνω στο πνεύμα που προσπάθησε να εδραιώσει στις συνειδήσεις μας ο μεταμοντέρνος σχετικισμός της «Γαλλικής σχολής», ένας σχετικισμός που αμφισβητεί εξίσου τα επιστημονικά δεδομένα. Στην προσπάθειά του να έρθει σε ρήξη με το νεωτερικό οπτιμιστικό επιστημονισμό, φτάνει στο σημείο να ταυτίζει τις επιστημονικές αντικειμενικότητες ως «μέσο επιβολής του λευκού δυτικού άνδρα», που στην κοσμοθεωρία των μεταμοντέρνων έχει μετατραπεί σε αρχέτυπο καταπιεστή. Έτσι έχουμε οδηγηθεί στην απόρριψη και στο χλευασμό επιστημονικών ερευνών που δεν δέχονται με απόλυτο τρόπο την αμφισβήτηση της ύπαρξης μόνο δύο φύλων (binary gender), έρευνες που μας υπενθυμίζουν ότι δεν είναι δυνατό ο άνθρωπος να υπερβεί τη βιολογία του καθώς κάποια πράγματα είναι πολύ πιο αυστηρά καθορισμένα από όσο θα θέλαμε να πιστεύουμε. Με άλλα λόγια, όπως η μεταμοντέρνα Αριστερά υποστηρίζει, πολλές φορές με τρόπο απόλυτο και κατηγορηματικό, ότι «το φύλο είναι κοινωνική κατασκευή» και τίποτα περισσότερο, έτσι και οι αρνητές της πανδημίας, με έμμεσο τρόπο προσπαθούν να μας πουν ότι «ο ιός δεν είναι παρά μια κοινωνική κατασκευή», ένα αφήγημα που στοχεύει στον απόλυτο βιοέλεγχο. Θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι αυτή η άρνηση της «αντικειμενικότητας» και η στροφή προς τον σχετικισμό είναι αποτέλεσμα της παιδείας που εισήγαγε αυτή η μεταμοντέρνα ιδεολογία, μια ιδεολογία που υπονομεύει τα θεμέλια του ίδιου του δυτικού πολιτισμού που τη γέννησε. Προκειμένου να ρίξουμε περισσότερο φως σε αυτόν τον ισχυρισμό ας εξετάσουμε άλλο ένα μείζον ζήτημα που κληθήκαμε να αντιμετωπίσουμε το 2020: την αλαζονική/επιθετική στάση της Τουρκίας και το «μούδιασμα» των δυτικών ηγεσιών απέναντί της.
Τα ελληνοτουρκικά αδιέξοδα και το Ευρωπαϊκό «μούδιασμα»
Με εξαίρεση τη Γαλλία και την Αυστρία, οι οποίες έχουν αντιληφθεί (η καθεμία για τους δικούς της λόγους) τον κίνδυνο του πολιτικού Ισλάμ, τα περισσότερα κράτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης υπήρξαν διστακτικά απέναντι στις παραβιάσεις της Τουρκίας εις βάρος των Ελληνικών και Κυπριακών χωρικών υδάτων. Θα τονίσουμε, για μια ακόμη φορά, ότι η Τουρκία έχει εισέλθει σε μια ιστορική περίοδο όπου οι επεκτατικές βλέψεις των κυβερνήσεων της έχουν γίνει μονόδρομος, τόσο για τον Ερντογάν, όσο και για οποιονδήποτε άλλο Τούρκο Πρόεδρο. Αυτό, κατ’ επέκταση, αφορά και την μεγάλη πλειοψηφία της τουρκικής κοινωνίας, ιδίως της βαθιάς ανατολικής Τουρκίας, η οποία αυξάνεται πληθυσμιακά με γοργό ρυθμό (σε αντίθεση με τον πληθυσμό της «φιλελεύθερης Τουρκίας» των δυτικών παραλίων). Η σημερινή Τουρκία θέλει να πετύχει τον βασικό στόχο της, που δεν είναι άλλος από την ανάδειξή της σε μια σύγχρονη υπερδύναμη, δεσποτικού τύπου, από τις πέντε ισχυρότερες στον πλανήτη και αυτή η πραγματικότητα δεν πρέπει να μας αφήνει αδιάφορους.
Σε παλαιότερο άρθρο μιλήσαμε για τον τρόπο με τον οποίο Τουρκικοί πανεθνικιστικοί κύκλοι έχουν εισχωρήσει για τα καλά στον πολιτικό και πολιτισμικό κόσμο της Ευρώπης, επηρεάζοντας ακόμα και κυβερνήσεις με νομοθεσίες οι οποίες ενώ θα έπρεπε να υποστηρίζουν τις μειονότητες, κατέληξαν να αποτελούν κερκόπορτα για τη σιωπηλή εισβολή του Τουρκικού Ισλαμισμού. Μιλήσαμε για τον τρόπο με τον οποίο Τουρκικά συμφέροντα στηρίζουν προοδευτικά κόμματα της Αριστεράς, όπως το Ολλανδικό και φιλομενταναστευτικό Denk, προωθούν πλάνα για την ανέγερση τεμενών, ενώ την ίδια στιγμή χρηματοδοτούν Μη Κερδοσκοπικές Οργανώσεις (ΜΚΟ) με φιλομεταναστευτικό προσανατολισμό, ώστε να επιτυγχάνονται τα σχέδια των Τούρκων εθνικιστών, να δημιουργήσουν μέσω της μαζικής μετανάστευσης ισχυρούς Ισλαμικούς πυρήνες εντός της Ευρώπης. Το «Ευρωπαϊκό μούδιασμα» απέναντι στην Τουρκία και οι «ίσες αποστάσεις», όχι μόνο της Γερμανίας, αλλά εξίσου της Ισπανίας, της Ιταλίας και της Πορτογαλίας, ενδεχομένως δεν σχετίζονται μονάχα με τα Γερμανικά οικονομικά συμφέροντα υπέρ της Τουρκίας, αλλά την ίδια στιγμή αντικατοπτρίζουν και τον τρόπο με τον οποίο τα Τουρκικά συμφέροντα χρησιμοποιούν τη φιλομεταναστευτική ρητορική της Πολιτικής Ορθότητας, η οποία αναπαράγει τα δυτικά ενοχικά σύνδρομα: ότι οι δυτικές κοινωνίες χτίστηκαν πάνω στην αποικιοκρατία, ξεκλήρισαν λαούς και φυλές, κι έτσι αυτές θα πρέπει να ικανοποιούν τα αιτήματα των μη δυτικών ανθρώπων, αναζητώντας εξιλέωση. Μιλάμε για τα ίδια ρεύματα που, όπως προαναφέραμε, τάσσονται ενάντια στην «αντικειμενικότητα», ως μια δήθεν «κοινωνική κατασκευή» υπέρ του «λευκού δυτικού άνδρα». Ως αντίδοτο στην «λευκή πραγματικότητα» της «αντικειμενικότητας» -που συγκεκριμένα ρεύματα της δεκαετίας του 70 προσπάθησαν να «αποδομήσουν» – προτάσσουν μια πολυπολιτισμική κοινωνία, η οποία όμως δεν προωθεί τον πολιτισμικό εμπλουτισμό, αλλά την ολική αφαίρεση της δυτικής «ευρωκεντρικής» κουλτούρας, ως κατεξοχήν «καταπιεστική» και «σεξιστική». Δεν μας προκαλεί καμία εντύπωση το γεγονός ότι αυτή η μνησικακία, προς οτιδήποτε το «δυτικό» και το «ευρωκεντρικό», όχι μόνο καθήλωσε την Ευρώπη άπραγη μπροστά στα επεκτατικά σχέδια της Τουρκίας, αλλά κατάφερε να στρέψει και τμήμα του δυτικού τύπου εναντίον της Ελλάδας. Ψεύτικες κατηγορίες και ειδήσεις (fake news που διακινούσαν ακόμη και εγχώρια μέσα αριστερής κατεύθυνσης ) έκαναν λόγο για «δολοφονίες μεταναστών» και για «καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων» στα σύνορα του Έβρου, τότε που η Τουρκική κυβέρνηση αποπειράθηκε να εργαλειοποιήσει μετανάστες από την Ασία, τον Μάρτιο του 2020, με στόχο να εκβιάσει την Ευρωπαϊκή Ένωση παραβιάζοντας τα σύνορα. Στην πραγματικότητα, η ρητορική του Ερντογάν, ότι οι Ελληνικές αρχές συμπεριφέρονται όπως οι «ναζί», δεν είναι παρά η ενοχική ρητορική της φιλομεταναστευτικής Πολιτικής Ορθότητας της Ευρωπαϊκής Αριστεράς. Η ίδια ρητορική είδαμε να αναπαράγεται και κατά τη διάρκεια των μεγάλων ταραχών που ξέσπασαν στις ΗΠΑ τον Ιούνιο του 2020, με αφορμή τη δολοφονία του George Floyd.
Ο «ζεστός Ιούνιος» και η Αμερικανική πραγματικότητα
Παρότι η φιλοτουρκική στάση του Ντόναλντ Τραμπ μέσα στο 2020 δεν μας εξέπληξε, δεδομένου ότι δεν εναποθέσαμε καμία εμπιστοσύνη στο συγκεκριμένο πρόεδρο ως υποτιθέμενο πρεσβευτή του ανθρωποκεντρικού δυτικού πολιτισμού, εξίσου προβληματιζόμαστε αναφορικά με τη μελλοντική στάση της νέας κυβέρνησης Τζο Μπάιντεν. Στελέχη του Δημοκρατικού Κόμματος, εκπρόσωποι της «ερντογανικής Αριστεράς» των ΗΠΑ, όπως η Ιλάν Ομάρ, διατηρούν θερμές σχέσεις με τον Τούρκο πρόεδρο. Ερωτηματικά εγείρει και η μελλοντική θέση της Κάμαλα Χάρις, η οποία αναπαράγει την αντιδυτική ρητορική της πολιτικής των ταυτοτήτων (identity politics) και της Πολιτικής Ορθότητας. Θα στηρίξει η νέα Αμερικανική κυβέρνηση τα Ελληνικά συμφέροντα, τη στιγμή που για τους υποστηρικτές της πολιτικής των ταυτοτήτων εντός του Δημοκρατικού Κόμματος η Ελλάδα είναι προπύργιο του δυτικού («ιμπεριαλιστικού» κατ’ αυτήν) πολιτισμού ή μήπως τα ενοχικά σύνδρομα και η πολιτική ορθότητα θα σταθούν στο πλευρό της Τουρκίας, η οποία αποτελεί και μια μεγάλη αγορά όπλων; Δεν θα πρέπει, ωστόσο, να παραλείψουμε τις λαμπρές εξαιρέσεις Δημοκρατικών βουλευτών που έσπευσαν να καταδικάσουν με σφοδρότητα τις πρακτικές του Ερντογάν, όπως η περίπτωση του Μπέρνι Σάντερς και, πολύ περισσότερο της Τούλσι Γκάμπαρντ , η οποία παρότι τάχθηκε υπέρ της φυλετικής ισότητας και της δικαιοσύνης, στράφηκε προς μονοπάτια μακριά από τις διχαστικές γραμμές της πολιτικής των ταυτοτήτων, καταδίκασε τη φίμωση (στα πλαίσια της Πολιτικής Ορθότητας) δεξιών σελίδων στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, και ως εκ τούτου χλευάστηκε από άλλα μέλη του κόμματος. Κατ’ επέκταση, παρά το ινδικό (και «μη λευκό») της υπόβαθρο, που συνήθως αποτελεί κριτήριο επιλογής για τους Δημοκρατικούς (identity politics box ticking), στελέχη των Δημοκρατικών στράφηκαν εναντίον της, με αποτέλεσμα να βρεθεί εκτός της κούρσας για την προεδρία. Εν μέρει, μπορούμε να ισχυριστούμε ότι ο Τραμπ τιμωρήθηκε στις εκλογές του 2020 τόσο λόγο της διαχείρισής του απέναντι στην πανδημία, όσο και από το τη δυσαρέσκεια που αναδύθηκε τον Ιούνιο του 2020, μέσα από την οποία ενισχύθηκε η οικειοφοβία (κατά τον Roger Scruton) του ρεύματος της πολιτικής των ταυτοτήτων, υποκινώντας ακόμα και τον βανδαλισμό αγαλμάτων που σχετίζονται με την ιστορία του αμερικανικού έθνους.
Γνωρίζουμε, βέβαια, ότι η γενεαλογία του ρατσισμού εναντίον των Αφροαμερικανών, ιδίως στις πολιτείες του Νότου, δεν έχει σβήσει. Οι φυλετικοί αποκλεισμοί δεν έχουν εκλείψει οριστικά, παρά τις νίκες του κινήματος για τα Πολιτικά Δικαιώματα. Συνεπώς, η αγανάκτηση ορισμένων Αφροαμερικανών απέναντι στη βία της αστυνομίας δεν είναι αδικαιολόγητη. Ωστόσο, αξίζει να διασαφηνίσουμε το εξής: για εμάς η πάλη ενάντια σε κάθε μορφή κοινωνικού αποκλεισμού οφείλει να θέτει ως αφετηρία την ανθρωποκεντρικότητα, δηλαδή τις ικανότητες κάθε ανθρώπου να συνεισφέρει μέσω των ικανοτήτων του, όπως έχουμε αναφέρει σε άλλο άρθρο. Παραμένει με άλλα λόγια επίκαιρος ο λόγος του Martin Luther King του νεότερου: ότι κάθε άνθρωπος θα πρέπει να κρίνεται με βάση τις ικανότητές του και όχι το χρώμα ή την καταγωγή του. Αν, ωστόσο, προσεγγίσουμε αυτή τη φράση επιφανειακά, δίχως να αναγνωρίζουμε καθόλου την ύπαρξη της φυλετικής (μαύρης) ταυτότητας ως βασικό στοιχείο που έχει καθορίσει ιστορικά τον αποκλεισμό των Αφροαμερικανών, τότε ενδεχομένως να πέσουμε σε συμπεράσματα που συχνά αναπαράγουν οι ακροδεξιοί του κινήματος QAnon, οι οποίοι χρησιμοποιούν την ίδια φράση ώστε να μιλήσουν και αυτοί για «λευκή καταπίεση», επικαλούμενοι δήθεν τον King του οποίου τα λόγια οι ίδιοι οι μαύροι «ξεχάσανε». Έτσι, ενώ θα έχουμε αναιρέσει την πολιτική των ταυτοτήτων της Aριστεράς, της επιτρέπουμε να κυριαρχήσει έμμεσα κάτω από την ακροδεξιά εκδοχή της. Θα πρέπει, συνεπώς, να αναγνωρίσουμε την ύπαρξη της φυλετικής ταυτότητας ως έχει, να κατανοήσουμε τον ιστορικοκοινωνικό της ρόλο, δίχως όμως να τη μετατρέψουμε σε αυτοσκοπό δράσης. Επιπλέον, η δήλωση αυτή του King δεν αφορά μονάχα στην φυλετική ισότητα με βάση το νόμο, σε μια προσολώνεια εκδοχή του δυτικού κράτος δικαίου δηλαδή, σε ένα καθεστώς πρωτο-ανθρωποκεντρικό, που θα αντιμετώπιζε τους Αφροαμερικανούς ισάξια με τους λευκούς και μόνο. Ο King δεν ήταν μονάχα ένας αξιοθαύμαστος πολιτικός ρήτορας. Ήταν, ταυτόχρονα, και θεολόγος, με βαθιά συμπάθεια προς το ανθρωποκεντρικό ελληνιστικό πνεύμα. Επομένως, η ισότητα που επικαλείται εδώ δεν αφορά μονάχα στη φυλετική ισότητα απέναντι στο νόμο, αλλά στην υποχρέωση αναγνώρισης των δυνατοτήτων κάθε ανθρώπου να συνεισφέρει στα κοινά. Η φιλοσοφία του King ήταν η φιλοσοφία της ευκοσμίας, όπως αναλύεται στο 3o τεύχος του περιοδικού ResPublica.
Όταν κάνουμε λόγο για φυλετικές διακρίσεις οφείλουμε να αναγνωρίσουμε και το ρόλο των οικονομικών ανισοτήτων που πολλές φορές οδηγούν σε κοινωνικές εκρήξεις. Ενδεχομένως οι Αφροαμερικανοί (ιδίως στα γκέτο αρκετών βόρειων πολιτειών) να βρίσκονται σε μεγαλύτερο βαθμό αντιμέτωποι με τον ταξικό παρά με τον φυλετικό αποκλεισμό. Όμως, δεδομένου του βεβαρημένου ιστορικού παρελθόντος της Αμερικής, οι ταξικές ανισότητες θα μπορούσαν εύκολα να γίνουν αντιληπτές ως φυλετικές και μόνο. Αν, συνεπώς, υπάρχει κάτι που διαβρώνεται και εξαλείφεται από τιςι πολιτικές των ταυτοτήτων, δεν είναι άλλο από το ανθρωποκεντρικό πνεύμα. Αυτό το πνεύμα καταπολεμούν καθώς η μοναδική τους αντιπρόταση στην υφιστάμενη τάξη πραγμάτων είναι ο διχαστικός φυλετισμός, ο εγκλεισμός στη φυλετική ή σεξουαλική ομάδα, όπου τα άτομα της μίας (ιδίως αυτά που ανήκουν στην ομάδα των «λευκών» και «ετεροφυλόφιλων ανδρών») βαφτίζονται απριορικά «καταπιεστές» και εκείνα που ανήκουν στην άλλη« χαρακτηρίζονται καταπιεσμένα» (όπως Αφροαμερικανοί, γυναίκες, ομοφυλόφιλοι κτλ.). Καταπολεμούν, επίσης, και τα πρωτο-ανθρωποκεντρικά στοιχεία που ο δυτικός φιλελευθερισμός έχει ενσωματώσει στη φιλοσοφία του, όπως βλέπουμε μέσα από τη σκέψη του John Locke, του Thomas Jefferson και άλλων. Αναμφισβήτητα, οι θέσεις του Jefferson αναφορικά με τη δουλεία σήμερα φαίνονται απαράδεκτες. Ωστόσο, η κριτική στο παρελθόν, στη δουλεία και στον ρατσισμό, που είχε προσβάλει λαμπρά μυαλά της ανθρωπότητας, δεν θα πρέπει να είναι μηδενιστική, τουτέστιν, να στρέφεται με μίσος προς το παρελθόν και την ιστορία ολόκληρη, υπονομεύοντας έτσι και τα θετικά στοιχεία που οι αυτοί οι άνθρωποι προσέφεραν στην ανθρωπότητα.
Ένας κοινός παρονομαστής
Όλα τα παραπάνω για εμάς έχουν μια κοινή συνιστώσα: την παρακμή της Δύσης και την υποχώρηση των έστω και πρωτο-ανθρωποκεντρικών στοιχείων που ενσωματώνει ο σύγχρονος δυτικός πολιτισμός. Στην περίπτωση των ΗΠΑ βλέπουμε το μίσος ενάντια στο παρελθόν, μια τάση μηδενισμού και (αυτο)καταστροφής που μοιάζει να κυριαρχεί στη σύγχρονη δυτική δεσπόζουσα κουλτούρα. Βλέπουμε ακόμη μια ροπή στη διαγραφή πολιτισμικών και άλλων στοιχείων που βασίζεται στο ενοχικό μας σύνδρομο. Στον ίδιο βαθμό η παρακμή της ΕΕ επέτρεψε στην Τουρκία να γιγαντωθεί και να προωθήσει τα νεοοθωμανικά της σχέδια. H Ευρώπη αρνείται τον ρεαλισμό και οποιαδήποτε αντικειμενική αλήθεια, που την αφορά συνολικά. Με μια συμπεριφορά που θυμίζει, στα μάτια του κόσμου, μια ξεπεσμένη Μαρία Αντουανέτα που «διακινεί» ανωτερότητα, η ΕΕ γίνεται το θύμα του μονοσήμαντα οικονομικού εαυτού της. Από την άρνηση της επιστήμης μέχρι την παράβλεψη της πραγματικότητας και την εμμονή στις ενοχές, η χρονιά που φεύγει στέλνει ένα σαφές μήνυμα: ή θα βρούμε ένα συνεκτικό νόημα και μια ιεραρχία στις αξίες μας, εμπλουτίζοντας και προασπίζοντας την κουλτούρα μας ή θα συνθλιβούμε υπό το ασφυκτικό βάρος της ανατολικής ευρωστίας. Το νόημα όμως δεν μπορεί να είναι κάτι το αφηρημένο, δεν μπορεί να είναι ένας κούφιος ανθρωπισμός και δικαιωματισμός, πρέπει η υποχρέωση, η ευθύνη, η δικαιοσύνη, η ισονομία κ.ο.κ να ουσιώνονται δημοκρατικά σε συγκεκριμένο τόπο και χρόνο, δηλαδή μέσα σε εθνικό περιβάλλον. Άλλωστε, όπως αναφέρουμε σε σχετικό άρθρο μας, «μπορεί κάθε χρόνο οι διάφορες πολιτικές ηγεσίες να συνέρχονται σε πάνω από 500 συνόδους κορυφής με θέματα υπερκρατικού ενδιαφέροντος, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι καταλήγουν σε αποφάσεις, ούτε -πολύ περισσότερο- ότι οι διάφορες χώρες συμμορφώνονται με τις «πολιτικές» αποφάσεις «πλανητικής» εμβέλειας. Πολλή κουβέντα γίνεται για την παγκόσμια ειρήνη, το περιβάλλον, τη διεθνή τρομοκρατία, τα ανθρώπινα δικαιώματα, αλλά και την αντιμετώπιση των επιδημιολογικών απειλών, που είναι υπαρκτά και κρίσιμα ζητήματα. Ωστόσο, όπως μας υπενθύμισε η πανδημία του κορονοϊού, όλα αυτά τα μεγάλα ζητήματα, κατά βάση, ρυθμίζονται σε ιδιαίτερο/εθνικό επίπεδο»[3]. Αν το σκεφτούμε, στην πραγματικότητα, αυτό που παρακμάζει είναι η σχέση του μέσου δυτικού ανθρώπου με την ταυτότητά του.
Καταλήγοντας, ο σύγχρονος άνθρωπος δεν μπορεί να επιστρέψει στην υπόθεση/υπόσχεση ευτυχίας του αθώου τροφοσυλλέκτη που είναι σφιχτά δεμένος με τη φύση ζώντας σε πλήρη αρμονία με την πανίδα και την χλωρίδα της γης. Ούτε όμως μπορεί να γίνει έρμαιο της καταστρεπτικής του βουλιμίας και του τεχνολογικού οπτιμισμού ή να αφεθεί, χωρίς κριτικές αντιστάσεις, σε αυτό που κάποιοι ονομάζουν θρησκειοποίηση της επιστήμης και «μετανθρωπισμό», όπου δηλαδή σταδιακά μηχανή και άνθρωπος θα μπορούσαν να γίνουν ένα αμάλγαμα. Για εμάς ο σύγχρονος δυτικός άνθρωπος μπορεί να βρει τις λύσεις, να θέσει τα όρια και κυρίως να κάνει τις σωστές επιλογές μέσα από μια πληθώρα τεράστιων δυνατοτήτων. Όμως θα πρέπει πρώτα απ’ όλα να συνειδητοποιήσει την πραγματικότητα: η Δύση παρακμάζει και απειλείται. Φτάνουμε λοιπόν στη διαχρονική συμβολή της ελληνικής σκέψης και στην ανάγκη πνευματικής και πολιτικής αναγέννησης της χώρας μας. Αναγέννηση σημαίνει πολλά πράγματα: παραγωγική ανασυγκρότηση, πολιτική αναμόρφωση, βελτιοδοξία[4], επικαιροποίηση και ενίσχυση του πολιτισμικού ρόλου του ελληνισμού κ.α. Οραματιζόμαστε πρωτοβουλίες που θα εστιάζουν στον ελληνικό ανθρωποκεντρισμό προτάσσοντας τον, προς τα έξω, ως ένα πανανθρώπινο αγαθό και όχι ως μια αταβιστική, επαρχιώτικη ή τουριστική προβολή. Ο ελληνισμός, πέρα από την απαραίτητη τόνωση της εθνικής αξιοπρέπειας και αυτοπεποίθησης, που μας χρειάζεται για καθαρά υπαρξιακούς λόγους, μπορεί να αποτελέσει φιλοσοφική μήτρα αναστοχασμού, να γίνει πυρήνας βιοηθικής σκέψης και επαναπροσδιορισμού θεμελιωδών εννοιών, όπως το «καλό», η «αλήθεια», το «μέτρο», η «δημοκρατία», η «μεσότητα», η «ελευθερία», το «νόημα»… εν τέλει να γίνει το βιωτό παράδειγμα σε έναν κόσμο που μπορεί να είναι μεταμοντέρνος, σχετικιστικός, ατομικιστικός, ρευστός και υπερτεχνολογικός, αλλά δεν παύει να λειτουργεί, όπως πάντα, μιμητικά, θεμελιωμένος σε μύθους, νοήματα, σύμβολα και επιτεύγματα.
*το άρθρο κοσμεί η φιγούρα του κινέζου ιατρού Λι Ουενλιάνγκ, ο οποίος άξια θα μπορούσε να χαρακτηριστεί «πρόσωπο της χρονιάς για το 2020». Ο Λι εργαζόταν στο Κεντρικό Νοσοκομείο της Ουχάν. Ο Λι στις 30 Δεκεμβρίου 2019 προειδοποίησε τους συναδέλφους του σχετικά με ένα πιθανό ξέσπασμα ασθένειας, με σοβαρό και οξύ αναπνευστικό σύνδρομο, η οποία έγινε τελικά γνωστή ως COVID-19. Δυστυχώς δεν εισακούστηκε και φιμώθηκε από το κινεζικό καθεστώς. Έχασε τη ζωή του από τον ιό στις 07 Φεβρουαρίου 2020.
[1] Η τέχνη της αναγωγής, νοητικά κατασκευασμένων υπερβολών, στην μεγάλη θεωρία της κοινωνικής πραγματικότητας είναι αναμφισβήτητα εντυπωσιακή. Ο Φουκώ λ.χ., συνεχιστής του οποίου θεωρείται ο Agamben, αξίζει να μελετηθεί ακριβώς και κυρίως γι’ αυτό το λόγο. Όπως μας χρειάζεται ένα παράφρονας για να ερευνήσουμε την τρέλα, έτσι μας χρειάζονται και οι θεμελιωτές της πίστης, ή αλλιώς της συστημικής παράνοιας του δόγματος (όπως αυτό μετεξελίχθηκε), που βλέπει κάθε τι ως γρανάζι του συστήματος επιβολής εξουσίας (εκπαίδευση, ιατρική πράξη, εργασία, κλπ.).
[2] Jennifer Nuzzo: “We’re Definitely Not Overreacting” to COVID-19 (JStor Daily).
[3] Βλ. Γιώργος Κουτσαντώνης, Το παγκόσμιο χωριό και η ειρωνεία της ιστορίας, άρθρο 3ου τεύχους περιοδικού ResPublica, Σημειώσεις εκτός γραμμής για το τέλος ενός κόσμου, (Δεκέμβριος 2020) σ.19.
[4] Βλ. Μιχάλης Θεοδοσιάδης, Η βελτιόδοξη και ανθρωποκεντρική ευκοσμία, η κοινή ευπρέπεια και ο λαϊκός οικουμενισμός, άρθρο 3ου τεύχους περιοδικού ResPublica, Σημειώσεις εκτός γραμμής για το τέλος ενός κόσμου, (Δεκέμβριος 2020).